Ειδησεογραφικό site

Στο Λαύριο γίνεται χορός…με κορυφαία μια γαϊ-Δούρου

501

«Α, εσύ κακούργε. Καταραμένε κακούργε. Πώς μπορείς ακόμα να χαμογελάς. Να το θυμάμαι. Αυτό πρέπει να το θυμάμαι. Να έχεις σκοτώσει και να χαμογελάς.

του Κούτα Μάρες

Να το γράψω στα χαρτιά μου. Να ξέρω πως αυτό γίνεται στη Δανία. Μονάχα αυτό να ξέρω για τη Δανία»… Tα λόγια που έλεγε ο Άμλετ βλέποντας τον θείο του Κλαύδιο, αδελφό-φονιά και σφετεριστή του θρόνου του πατέρα του, μου ήλθαν στο μυαλό παρακολουθώντας τους χαριεντισμούς (με την αρχηγαϊΔΟΥΡΟΥ της Περιφέρειας να είναι η ψυχή του κεφιού) κατά την προσέλευση όσων προσκάλεσε ο μικρΑλέξης «υπό κηδεμονία» πρωθυπουργός για την (μία ακόμη) προσχηματική σύσκεψη του Λαυρίου (απέναντι από το κολαστήριο της Μακρονήσου) ώστε να δούνε -και καλά- τι μέτρα ανακούφισης θα πάρουνε για τους πυρόπληκτους στο Μάτι αλλά και να βρούνε τα δέοντα γενέσθαι ώστε να μην ξαναζήσουμε παρόμοια τραγωδία… Λίγο νωρίτερα, ο νεαρός πρίγκιπας του σεξπιρικού δράματος είχε συνειδητοποιήσει πως «Κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανίας»…
Και μετά άκουγα τον μικρΑλέξη να επαναλαμβάνει ρητορείες κενές περιεχομένου, όπως: «κανένας και τίποτα δεν θα ξεχαστεί», «τίποτε δεν πρόκειται να κουκουλωθεί, εν ονόματι οποιασδήποτε σκοπιμότητας»…
Και πάλι θυμήθηκα (κάποια άλλα) λόγια του σεξπιρικού ήρωα. Τα παρακάτω: «Λέξεις… Λέξεις… Λέξεις… Ποιος προτιμάει να ζει ρημάζοντας μέσα στον χρόνο. Να τον αδικεί ο ισχυρός, να τον συντρίβει ο επηρμένος να εκλιπαρεί τον αδιάφορο, να ανέχεται, την ύβρι της εξουσίας τη νύστα του νόμου».
Ύστερα μου ήρθε στο μυαλό η εικόνα του Σαββόπουλου, με μια κιθάρα στο χέρι, να σιγοψιθυρίζει μπροστά από το πόντιουμ του «πολιτευτή», στίχους από την μπαλάντα «Τι έπαιξα στο Λαύριο»: «Πώς να τα κρύψεις όλα αυτά;/ Έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλοι./ Και σε κοιτάζουν με μάτια σαν κι αυτά/ όταν γυρνάς μέσα στην πόλη./ Ζούμε μέσα σ’ ένα όνειρο που τρίζει…».
Και στου μυαλού το σκηνικό, τη θέση του Νιόνιου πήρε λίγο μετά ο Βαγγέλης Κορακάκης, να τραγουδά παίζοντας το μπουζούκι, ως ένα όργανο της Νέμεσης: Κι όλο ψάχναμε να βρούμε μια γωνιά/ να μπολιάσουμε τη νύχτα για ν’ ανθίσει/ ρίχναμε κρασί μες στη μητέρα φύση/ να πλύνει το φονιά… Φέρναμε χρώματα απ’ τη Μακρόνησο/ και κάτι σίδερα παλιά/ νυχτώνει στις καρδιές και στη χερσόνησο/ παντού τριγύρω ερημιά…».
… Και είδα τότε τον Γκάτσο και τον Χατζιδάκι να παίρνουν εκδίκηση βάζοντας τη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση να δίνει τον τόνο της ελπίδας για ένα αύριο με άλλους πρωταγωνιστές, πέρα από γκουβέρνα και μικροπολιτικές. Την ελπίδα για ένα αύριο που θα ξεπεταχτεί πανηγυρικά μέσα από τα χώματα και την ψυχή αυτού του τόπου: Έριξα πέτρα στο πηγάδι/ για να βρω νερό/ ένα χρυσό φλουρί στον Άδη/ και σε καρτερώ./ Δεν έχω ελπίδα να χαρώ/ τη χάρη σου μεσ’ το χορό…
Ποιος είν’ απόψε ο τυχερός/ στο Λαύριο γίνεται χορός./ Ποιος είν’ απόψε ο τυχερός/ στο Λαύριο γίνεται χορός.
Ψυχή στο βράχο καρφωμένη/ με εφτά καρφιά/ Μπόρα πικρή σε περιμένει/ Και μια συννεφιά/ Εφτά καρφιά εφτά παιδιά/ Μου ‘χουν ματώσει την καρδιά.
Ποιος είν’ απόψε ο τυχερός/ στο Λαύριο γίνεται χορός./ Ποιος είν’ απόψε ο τυχερός/ στο Λαύριο γίνεται χορός.
Μια σπίθα ανάβει/ μέσα απ’ τη σβησμένη πυρκαγιά/ Κι είναι κερί που καίει τη νύχτα/ μπρος στην Παναγιά…
Καλό Δεκαπενταύγουστο…

Τα σχόλια είναι κλειστά.