Ειδησεογραφικό site

Ο ετερόκλητος όχλος και ο βασιλιάς Καρνάβαλος

268

 

ΕΝΑ «ΛΑΪΚΟ ΔΡΩΜΕΝΟ» ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΑ ΠΙΠΕΡΑΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΙΑΣ

Ας μου επιτραπεί η… ελλοχεύουσα αθυροστομία στο σημερινό «Ξεκάρφωμα» αλλά ένεκα των ημερών θεώρησα πως έπρεπε να… αναβιώσω ένα, ας πούμε, παραδοσιακό δρώμενο, βασιζόμενος σε παραφρασμένους στίχους από τα περίφημα γαμοτράγουδα, τα πιπεράτα της αποκριάς που… απενοχοποίησε (και δόξασε) η αξέχαστη Δόμνα Σαμίου, αν και στην καρδιά και το στόμα του λαού (από άκρου εις άκρον της ελληνικής επικράτειας) ουδέποτε υπήρξαν πρόστυχα ή απαγορευμένα.

Του Κούτα Μάρες

Για τη γλαφυρή κατανόηση του κειμένου, φανταστείτε ένα γαϊτανάκι ή μια καρναβαλικού τύπου πομπή ενός «ετερόκλητου όχλου» (για να δανειστώ την έκφραση της… αγορίνας του Μαξίμου, του Αλέξη) με φιγούρες όπως εκείνου που συνήθως κάθε Κούλουμα στου Φιλοπάππου έσουρε «τα εξ αμάξης» στην εξουσία ή ενός μασκαρά αξιωματούχου (ονόματα δεν λέω, υπολήψεις δεν θίγω) που όλο το χρόνο, και όχι μόνο κατά την περίοδο του τριωδίου, το παίζει… κίτρινο πουλάκι που τιτιβίζει διαρκώς ή τον «Βασιλιά Καρνάβαλο» που χαίρεται όσο χαίρεται για όσο κρατάει το… πανηγύρι αλλά στο τέλος πάντα δεν την γλιτώνει και καταλήγει… «καμμένος» και μαυρισμένος. (Για να βρείτε τις αυθεντικές λέξεις στα στιχάκια που παράφρασα, ανοίξτε κάποια σχετική λογογραφική ανθολογία και κάντε την… αντικατάσταση. Το νόημα δεν αλλάζει. Ίσα ίσα που εκφράζει ακόμη καλύτερα το… κοινό περί δικαίου αίσθημα, με όσα βλέπουμε να γίνονται πράξη).

Ο «ΕΞ ΑΜΑΞΗΣ» ΞΕΚΑΡΦΩΤΗΣ: Για ακούσατε τι θα σας πω τι έπαθ’ η κυβέρνηση, του όχλου η ζωντοχήρα,/ του όχλου η ζωντοχήρα, η κακομοίρα, που την τιμή της έχασε/ και λέει πως της την πήραν, μα εγώ δεν της την πήρα.

Η τιμή, μωρέ, η τιμή στον γκρέμιο κάθονταν,/ η τιμή στον γκρέμιο κάθονταν κι ο όχλος παρακάτω/ παρακαλούσε την τιμή, κατέβα παρακάτω.

Δεν κατεβαίνω, όχλε μου, γιατί είσαι κορδωμένος,/ όπου έβρεις πλατείας τρύπα χώνεσαι, μα βγαίνεις ζημιωμένος.

ΕΤΕΡΟΚΛΗΤΟΣ ΟΧΛΟΣ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΣΤΩΝ: Τρια λα λα, τρια λα λα, τρι αλα λα λα λα λα λα./ Τις Μιγά, άιντε καλέ, τις Μιγάλις Απουκριές,/ τις Μιγάλις Απουκριές που ανάβουν οι φουτιές/ και ζητούν άιντε καλέ και ζητούν να βρουν ψευτιές/ και ζητούν να βρουν ψευτιές για να σβήσουν τις φουτιές.

Άναψε, άιντε καλέ, του Μαξίμου η αγορίνα,/ άναψε και η αγορίνα πού `χει να κοιμηθεί ένα μήνα,/ άναψε η αγορίνα/ με όσα είδε στην Αθήνα/ άναψαν άιντε καλέ, άναψαν και τ’ αρχηγεία/ στα κομματικά γραφεία/ άναψαν και τα αρχηγεία, Μαρία, και τους έπιασε μανία.

Άναψε, άιντε καλέ, κι ου λεβέντης της Υγείας,/ άναψε και ου Υγείας,/ που φυλά τα καθεστώτα,/ κακαρίζει σαν την κότα/ κι ανιβαί, άιντε καλέ, κι ανιβαίνει κατιβαίνει/ κι ανιβαίνει κατιβαίνει και τουίτερ δε χουρταίνει.

Μπρε μπρε, άιντε καλέ, μπρε μπρε μπρε του μπουρανί/ μπρε μπρε μπρε του μπουρανί κι τσ’ Υπουργάρας το πουλί.

Ο «ΕΞ ΑΜΑΞΗΣ» ΚΑΡΦΩΤΗΣ: Δεν θαυμάζιτι κουρίτσια/ πως μας στέλν’ τουίτερ νύχτα/ δίχους φως, δίχους λυχνάρι/ δίχως τα κεριά αναμμένα;/ Στα πουδάρια είναι γραμμένα/ μα στα δυο γονατισμένα/ μια βρισιά πάνω στην άλλη/ βγάζουνι βρουμιά μεγάλη.

ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΜΑΣΚΑΡΑΣ «ΤΟΥΪΤΕΡ»: Ο καρφής λέγεται Γιώτα/ και ο μάρτυς Παναγιώτα.

Ο «ΕΞ ΑΜΑΞΗΣ» ΚΑΡΦΩΤΗΣ: Όταν το «ταν» μου λες «ή επί ταν», αλλά κρατάς ασπίδα την Νοβάρτις, σαν εφιάλτης φέρεσαι και όχι σαν Σπαρτιάτης… Με τα λεφτά ένα μερακλή ποτέ δεν αγοράζεις,/ με μια δεκάρα κάλπικη χίλιους ρουφιάνους βγάζεις.

 

Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΚΑΡΝΑΒΑΛΟΣ (απολογούμενος προς τον ετερόκλητο όχλο): Κίνησα να πάω στο μέλλον/ Με μια ξένη,την ΑΝΕΛω/ Και στα κοντοκαναλάκια/ Πιάσαμε τα παιχνιδάκια./ Σκουντά κείνη σκούντα ‘γω/ ‘πουκάτω αυτή ‘πουπάνω εγώ./ Αχ και να σουν, θεια μου, ξένη/ τι καλά που θελα γένει.

-Κάν’ παιδί μου τη δουλειά σου/ και γω θα μαι σαν τη θειά σου./ Στράγκα στρούγκα τη μαχαίρα/ Να κι ο τρόικο-μπάρμπας από πέρα.

-Τι την κάνεις, βρε, την ξένη θεια σου/ αχ που να καεί η καρδιά σου.

-Πόνος μπάρμπα μ’ τήνε πιάνει/ την πλακώνω για να γιάνει.

-Πλάκωσ’ την καλά παιδί μου/ όπου να χεις την ευχή μου.

 

ΠΡΩΗΝ ΑΝΕΛΙΤΕΣ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΣΤΕΣ (προς «καμμένο» Καρνάβαλο): Τρέχουν για την ψήφο μου -στα μάτια- υγρά, ποτάμια./ Τι να μου κάνει ο λόγος σου που είναι σαν τη μπάμια;/ Για να σου έμενα πιστός θέλω «γραμμή» βαρβάτη/ κι απ’ τη η δικιά σου λείπουνε δυο δάχτυλα και κάτι… Απ΄ τη βραδιά των εκλογών είδα τη μαύρη τύχη/ που βρήκα υποδεκάμετρο και έψαχνα για πήχη./ Ενώ άλλα υποσχόσουνα πως θα κανε το κόμμα,/ εγώ θυμάμαι να ρωτώ «μπήκε ή όχι ακόμα;»…/ Άσχημο πράμα στη Βουλή να ζεις μες στην ορφάνια/ να ψάχνεις για παρηγοριά σε θέσεις κι αροπλάνα./ Θα φύγω, μια σωστή «γραμμή» όπως τη θέλω να βρω./ Να ‘ναι σκληρή και καθαρή και θα σου ρίξω μαύρο…

ΕΤΕΡΟΚΛΗΤΟΣ ΟΧΛΟΣ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΣΤΩΝ (προς τον καιόμενο Βασιλιά Καρνάβαλο): Πέθανε ο κρέας κι ο ψέμας πέθανε/ ψυχοραγεί ο τύρος και ο ψήφος/ που σου δωκα χωρίς ουρά/ τράτο παραπανίσιο./ Και οι βρούβες, οι παλιόβρουβες που πήγες και μας έφερες/ στέκονται στην καβάλα/ θένε να πέσουν να πνιγούν στης κάλπης την κουτάλα.

 

 

 

Τα σχόλια είναι κλειστά.