Ειδησεογραφικό site

Ο Αριστοτέλης, η Περιστέρα και η «τρέλα» της λογικής

507

Aπαντήστε μου ειλικρινά. Πόσες φορές ο καθένας από εσάς (από εμάς όλους) δεν έχει μπλεχτεί σε μία συζήτηση που ενώ αρχικά νόμιζε ότι «το κατέχει το θέμα», τελικά έφτασε σε αδιέξοδο, πόνεσε το κεφάλι του και σήκωσε τα… χέρια ψηλά από… τσαντίλα και «απόγνωση».

Του Κούτα Μάρες

Τέτοιες συζητήσεις είναι, για παράδειγμα, οι πολιτικές. Ακόμα και αν δεν συμμετέχεις ο ίδιος αλλά απλώς παρακολουθείς πολιτικούς (ή τα «παπαγαλάκια» τους) να μιλάνε στα τηλεοπτικά πάνελ, δεν βγάζεις άκρη… «Τρελαίνεσαι», που λέμε! Ξαφνικά σού φαίνεται σαν να έχουν όλοι τους και δίκιο και άδικο ταυτόχρονα. Παρ’ όλες τις αντιφάσεις και τον «ξύλινο» χαρακτήρα του κομματικού πολιτικού λόγου ακούγοντας έναν χαρισματικό πολιτικό (που είναι συνήθως δικηγόρος), χωρίς να το καταλαβαίνεις, βαθιά μέσα σου… πείθεσαι. Ή τέλος πάντων «κλονίζεσαι», βρε αδελφέ, και ενδόμυχα αναρωτιέσαι «ρε, μπας και έχει δίκιο;».
…Και είναι λογικό να συμβαίνει αυτό. Γιατί; Διότι όση επιστημονική σοβαρότητα απαιτεί η θεμελίωση στέρεων επιχειρημάτων, άλλο τόσο «ζογκλερική» ευρηματικότητα και «μαεστρία» απαιτεί η θεμελίωση σοφισμάτων. Τα αληθοφανή επιχειρήματα, δηλαδή που μας ζαλίζουν, μας απελπίζουν και εν τέλει μας αποπροσανατολίζουν… Τα σοφίσματα απαιτούν καταρχάς άριστη γνώση του ορθολογισμού, της «τέχνης» τού να σκεφτόμαστε λογικά και να καταλήγουμε σε σωστά και ακλόνητα συμπεράσματα. Έτσι, όποιος κατέχει καλά τη Λογική, ξέρει πότε, πού και πώς να την παραβιάσει και να μας καθοδηγήσει παραπλανώντας μας. Ο Αριστοτελικός όρος «σόφισμα» προέρχεται από τον ευρύτερα γνωστό όρο «σοφιστής», που αποδίδονταν σε ανθρώπους ικανούς να παρουσιάζουν το λάθος ως σωστό (ή και το ανάποδο), προκειμένου να δημιουργήσουν σύγχυση προς ίδιον συμφέρον. Ανάμεσά τους ξεχώριζαν οι λεγόμενοι «κυνικοί φιλόσοφοι».
Υπό αυτή την έννοια δεν είμαι σε θέση να αξιολογήσω τον Τσίπρα (και τους «φιλοσόφους» συμβουλάτορές του σε Μαξίμου και Κουμουνδούρου) ως… τέρας λογικής αλλά σίγουρα μπορώ αξιολογώντας τα έργα και τις ημέρες του να τον χαρακτηρίσω ως «κυνικό σοφιστή», χωρίς κανένα άλλοθι.
Θυμάστε το «θρυλικό» παράδειγμα που μας δίδασκαν παλιά, στο μάθημα «Λογικής» του Γυμνασίου: «Ο αστυνομικός είναι όργανο, το μπουζούκι είναι όργανο, άρα ο αστυνομικός είναι μπουζούκι».
Νομίζετε πως τέτοιες νοητικές ακροβασίες «βγάζουν μάτι» και δεν γίνονται πιστευτές; Μέγα σφάλμα! Αυτά τα νοητικά παράλογα μπορούσε κάποιος να τα εντοπίσει στη βάση των «λογικότερων» και πιο «στέρεων» επιχειρημάτων του ΣΥΡΙΖΑ και προ των τριών εκλογικών αναμετρήσεων του 2015 και κατά τη διάρκεια της σχεδόν τετράχρονης παρούσας συγκυβέρνησής του με τους ΑΝΕΛ και βέβαια σε όσα θα εξακολουθήσει να λέει μέχρι να φτάσουμε στις προσεχείς εκλογές αλλά και μετά από αυτά… Και να εξακολουθήσει να πείθει μερικούς.
Πως τους έπεισε με σχήματα του τύπου: «Η κυβέρνηση Τσίπρα είναι “πρώτη φορά Αριστερά”. Ο Καμμένος είναι μέλος της κυβέρνησης. Άρα ο Καμμένος είναι “πρώτη φορά Αριστερά”», προβάλλοντας ως επιχείρημα ότι με αυτόν στο γκουβέρνο «πέρασε το σύμφωνο συμβίωσης, πέρασε το νομοσχέδιο για την ιθαγένεια, πέρασε και εκείνο για την ταυτότητα φύλου».
Η τυπική λογική κατά τον Αριστοτέλη περιγράφεται μέσα από τους παρακάτω τέσσερις θεμελιώδεις νόμους, τους οποίους εμπράκτως ανατρέπει καθημερινά ο Τσίπρας:
– Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ: Κάθε έννοια πρέπει να είναι ταυτόσημη με τον εαυτό της, δηλαδή σε κάθε κρίση και σε κάθε συλλογισμό η έννοια πρέπει να χρησιμοποιείται με μία μόνο αλλά και την ίδια πάντα σημασία.
Δεν μπορείς να θεωρείς, φερ’ ειπείν, ότι «ο ΕΝΦΙΑ είναι ένας φόρος παράλογος που δεν διορθώνεται αλλά απλώς μόνο καταργείται» και μετά να χαρακτηρίζεις υψίστης σημασίας και «ευαγγέλιο» την υπόσχεση ότι -αν ξαναβγείς πρωθυπουργός- θα τον μειώσεις «υπέρ των λαϊκών στρωμάτων» μέσα στην επόμενη τετραετία.
– Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΦΑΣΗΣ: Σύμφωνα με αυτόν το νόμο, κάθε έννοια δεν μπορεί να αντιφάσκει με τον εαυτό της, να είναι δηλαδή συγχρόνως ίδια και όχι ίδια με τον εαυτό της (το Α δεν μπορεί να είναι συγχρόνως Α και όχι Α) γιατί δύο έννοιες όπου η μία βεβαιώνει κάτι για ένα πράγμα και η άλλη αρνείται αυτό το κάτι, είναι αντιφατικές και δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα και οι δύο αληθινές.
Άρα ένα από τα δύο ισχύει: Η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του χρέους που εξασφάλισε η Ελλάδα μετά τη λήξη του 3ου μνημονίου ή είναι «ένα μακρύτερο σχοινί για να κρεμαστούμε» και που «θα φέρει νέα μνημόνια, νέα πιο αυστηρά μέτρα και δεκάδες εκατομμύρια ευρώ κέρδη στους δανειστές μας», όπως προεξοφλούσε ο Αλέξης το 2011 ή είναι η απόδειξη της «καθαρής εξόδου» της χώρας από την κρίση και της οριστικής απαλλαγής από την «επιτροπεία των θεσμών», όπως σήμερα διατείνεται, αυτοπροσδιοριζόμενος ως ο αγγελιοφόρος μιας νέας «χρυσής» εποχής.
– Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ: Δυο αντιφατικές έννοιες που αναφέρονται στο ίδιο πράγμα και δεν μπορεί να είναι και οι δυο ψευδείς. Αν η μία είναι ψευδής, η αντίθετή της θα είναι αληθινή. Δεν μπορεί να υπάρχει ένα τρίτο πράγμα ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψεύδος στα δυο μέλη αυτής της αντίφασης, ορθή πρέπει να είναι είτε η μία είτε η άλλη, κάθε τρίτη έννοια αποκλείεται ως ορθή (ένα πράγμα θα είναι είτε Α είτε όχι Α και τίποτα άλλο από αυτά).
Πώς είναι δυνατόν να εύχεσαι «να μη μας βρει αυτό το κακό και εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ» και όταν τον επισκέπτεσαι κατ’ Οίκον (Λευκό) να τον «γλείφεις» λέγοντας: «Διαπίστωσα από τη συνάντηση με τον Πρόεδρο ότι η προσέγγισή του στα πράγματα και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει την πολιτική, ορισμένες φορές μπορεί να μοιάζει διαβολικός αλλά γίνεται για καλό».
Πώς συμβιβάζεται να έχεις περάσει τα νιάτα σου διαδηλώνοντας «φονιάδες των λαών Αμερικάνοι» και να το εννοείς και μετά να λες και πάλι να το εννοείς ότι μαζί τους «μας ενώνουν πολλά. Πάνω απ’ όλα μάς ενώνουν κοινές αξίες, αγώνες για κοινές αξίες και κοινούς στόχους». (Πού; Στην…άσφαλτο;)

– Ο ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ΑΠΟΧΡΩΝΤΟΣ ΛΟΓΟΥ: Ο νόμος αυτός επιβάλλει κάθε κρίση και κάθε συλλογισμός να ξεκινά από αποδείξεις, δηλαδή από κάποια άλλη κρίση ή συλλογισμό που αποδεδειγμένα είναι ορθός, κάθε θεώρημα στηρίζεται και αποτελεί επομένως το αποτέλεσμα ενός άλλου θεωρήματος, προηγούμενου από αυτό στην αποδεικτική διαδικασία.
Βάσει ποιου αποχρώντος λόγου, λοιπόν, ο ίδιος ο νυν πρωθυπουργός (αλλά επανειλημμένως και πλήθος στελεχών του κόμματός του) έχει το θράσος να ισχυρίζεται το περιλάλητο: «Μπορείτε να μας κατηγορήσετε για αυταπάτες, όχι ότι δεν τηρήσαμε την εντολή του λαού και ότι του είπαμε ψέματα» και να ξαναζητάει την ψήφο μας. Εκτός και αν ξαναβγεί η σύντροφος του στη ζωή (και τους αγώνες του) και μας διαβεβαιώσει ότι «ο Τσίπρας δεν πρόδωσε, δεν εξαπάτησε, δεν είπε ψέματα»… Και εμείς να την πιστέψουμε επειδή και καλά μάς συμπαραστέκεται και κλαίει κάθε 5η Ιουλίου.
Μόνο που το δάκρυ μιας πολύ μεγάλης μερίδας του λαού δεν έχει την πολυτέλεια να είναι επετειακό. Τρέχει κάθε μέρα…

Τα σχόλια είναι κλειστά.