Ειδησεογραφικό site

Ο κόκκινος Μίκης

690

Ο σπουδαιότερος Έλληνας μουσικοσυνθέτης για πολλούς, ο Μίκης Θεοδωράκης, συμπληρώνει τα 93 του χρόνια. Γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου 1925 στη Χίο. Εμείς θα αποκαλύψουμε τη σχέση αγάπης που έχει με το λαϊκότερο άθλημα, το ποδόσφαιρο και ειδικά με τη μεγάλη του αδυναμία, τον Ολυμπιακό.

γράφει ο Αντώνης Παλιός

Τον Δεκέμβρη του 2003, στην εκδήλωση που έγινε στο «Χίλτον» για να γνωρίσει τα ποδοσφαιρικά του ινδάλματα, οι παλαίμαχοι του Ολυμπιακού τού έδωσαν μέσω τού Γιώργου Δαρίβα μία ερυθρόλευκη φανέλα με τον όνομά του
Στον χαιρετισμό του, μάλιστα, ο Μίκης είχε σχολιάσει: «Δέκα ετών παιδάκι, στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς που ζούσαμε τότε, μας έδιναν οι γονείς μας μία δραχμή για να αγοράσουμε εφημερίδα κάθε εβδομάδα. Έτσι πήρα την πρώτη μου εφημερίδα. Σε εκείνη την ιστορική εφημερίδα, το 1935, υπήρχε μία φωτογραφία του Ολυμπιακού με τους πέντε Ανδριανόπουλους, τα αδέρφια. Ήταν η κόκκινη φανέλα και έγινα Ολυμπιακός από τότε. Κι εγώ, όπως ξέρετε, έχω αλλάξει πολλά κόμματα -και με έχουν κατηγορήσει για αυτό- αλλά τον Ολυμπιακό δεν τον αλλάζω. Κάποιος γεννιέται και πεθαίνει με τα χρώματά του. Θυμάμαι στην Κεφαλονιά, που ζούσα τότε, χωριστήκαμε αμέσως τα παιδιά σε ολυμπιακούς και παναθηναϊκούς. Υπήρχε κάτι στην ψυχοσύνθεσή μας. Οι φίλοι του Παναθηναϊκού, για παράδειγμα, ήταν. σπασίκλες και στο σχολείο καθόντουσαν στα πρώτα θρανία. Εγώ και οι υπόλοιποι ολυμπιακοί καθόμασταν στα πίσω… ».
Γιατί διάλεξε Ολυμπιακό
«Στη Μακρόνησο στη σκηνή ήμασταν μοιρασμένοι Ολυμπιακοί– Παναθηναϊκοί και όμως παλεύαμε για τα ιδανικά μας. Το ποδόσφαιρο όμως ήταν κάτι άλλο, το άθλημα και οι ποδοσφαιριστές ήταν κάτι μυθοποιημένο. Ήταν μια ελάχιστη διέξοδος το ποδόσφαιρο. Ο Ολυμπιακός, η χαρά να τον ξαναδούμε ή να συζητάμε με τους υπόλοιπους κρατούμενους για ποδόσφαιρο. Στη ζωή μου είχα δύο κακά: ήμουν αριστερός και ποδοσφαιρόφιλος»

Σε παλαιότερη συνέντευξή του, που δόθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου του μακρινού 1965, ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης εξομολογείται στον δημοσιογράφο Άρη Μελισσινό.
Υπήρξε… ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού!
«Ναι, είναι αλήθεια, λέει με πειστική φωνή ό Μίκης. Μόνο που δεν πρόκειται για τον μεγάλο «Ολυμπιακό Πειραιώς! Στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς, όπου μεγάλωσα, ήταν μανία μου το ποδόσφαιρο. Μπάλα έπαιζα και στο δημοτικό και στο γυμνάσιο, άλλα και στην ομάδα της γειτονιάς μου πού, «ερυθρόλευκοι» οι περισσότεροι, την είχαμε ονομάσει Ολυμπιακό»
Μήπως, σαν οπαδός του Ολυμπιακού απ’ τα παιδικά σου χρόνια, έχεις καμιά ανάμνηση;
«Δεν χρειάζεται πολλή σκέψη. Ό Μίκης, έχει έτοιμη την απάντηση. Ναι, θυμάμαι πώς είχα σαν είδωλο τότε, τον Γιάννη Βάζο. Και, ομολογώ, πώς ένοιωσα μια ιδιαίτερη συγκίνηση όταν, τώρα τελευταία, αντάμωσα σε κάποια ταβέρνα της Κοκκινιάς τον «θρυλικό» Βάζο και γνωριστήκαμε από κοντά…»
«Του έσφιξα με θαυμασμό το χέρι κι αμέσως αναπόλησα τις υπέροχες στιγμές πού —παιδί, χωμένος σε μια άκρη του Ποδηλατοδρομίου— πλημμύριζα με αγαλλίαση όταν ο πανούργος σέντερ φορ, φιλοδωρούσε κάθε αντίπαλο τερματοφύλακα με γκολ… με πολλά γκολ…»
Η συνέντευξη στον Άρη Μελισσινό πραγματοποιήθηκε, λίγους μήνες μετά, την μεγαλειώδη άφιξη του Μαγυάρου Μπούκοβι (Ιούνιος 1965) στο Λιμάνι. Στη προ Μπούκοβι εποχή, στην ομάδα υπήρχε μια παρατεταμένη περίοδος γκρίνιας. Από την εποχή τον έξι συνεχόμενων πρωταθλημάτων, που ξεκίνησε το 1954 δεν υπήρχε μεγάλη απόσταση, επομένως αποτελούσαν μία πρόσφατη ανάμνηση. Ωστόσο, η ξηρασία πρωταθλημάτων είχε αρχίσει να γίνεται ανυπόφορη. Στον «αιώνιο» αντίπαλο, Παναθηναϊκό, ο Στέφαν Μπόμπεκ είχε ήδη εφαρμόσει το 4-2-4 των Ούγγρων και έφερνε την πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα πειθαρχία. Η μουρμούρα πήγαινε σύννεφο ενώ στο Πρωτάθλημα οι «ερυθρόλευκοι» ήταν στην τρίτη θέση. Οι προσδοκίες για την ομάδα με τον Μπούκοβι στο τιμόνι ήταν μεγάλες.
Από όσα ματς έχεις δει τελευταία, ποιες είναι οι εντυπώσεις σου για τον Ολυμπιακό;
—Όχι και τόσο κολακευτικές. Έχω διαπιστώσει πώς εξακολουθεί να διατηρεί κάποιο δυναμισμό, αλλά του λείπει το σύστημα. Μα, νομίζω, πώς τώρα, με την παρουσία μιας παγκοσμίου ποδοσφαιρικής αυθεντίας —όπως είναι ό Μάρτον Μπούκοβι— ο Ολυμπιακός θα καλύψει τούτη την έλλειψή του και θα γίνει πλήρης σαν ποδοσφαιρικό συγκρότημα.
— Με δυο λόγια, πιστεύεις πολύ στην παρουσία του Μπούκοβι στον Ολυμπιακό.
«Ανέκαθεν πίστευα πώς είναι απαραίτητοι στον ελληνικό αθλητισμό οι εγνωσμένης αξίας τεχνικοί. Για αυτό, κι εγώ προσωπικά, προσπάθησα και βοήθησα όσο μπορούσα για να έλθει ο Μπούκοβι στον Πειραιά, κάνοντας -όταν ζήτησε την συμπαράσταση μου ο κ. Λαναράς- διαβήματα τόσο προς τον εδώ Ουγγαρέζο πρεσβευτή, όσο και προς το υπουργείο των Σπορ της Ουγγαρίας. Τα συγχαρητήρια πού μου έδωσε, εκ μέρους του Ολυμπιακού, ο κ. Γκούμας, με συγκίνησαν γιατί μου έδωσαν να καταλάβω πώς κάτι έκανα κι εγώ για την αγαπημένη μου ομάδα».

Η σύνδεση της κοινωνίας με το ποδόσφαιρο και πώς ένας βαθιά λαϊκός άνθρωπος, όπως ο Μίκης, την αντιλαμβάνεται μέσα από τα δικά του λόγια:
** «Ο ελληνικός λαός ζει με το ποδόσφαιρο. Η ομάδα του είναι ιδανικό, είναι όραμα, είναι η πίστη του. Οι ποδοσφαιριστές είναι είδωλα συνδεδεμένα με τα όνειρα και τα ιδανικά του. Είναι σαν τους ήρωες του ’21».
** «Το ποδόσφαιρο σήμερα δεν είναι ερασιτεχνικό, αλλά παρόλα αυτά οι ποδοσφαιριστές παραμένουν μυθοποιημένα πρόσωπα μέσα στο λαό και τη νεολαία».
** «Είστε λαϊκά είδωλα, πρέπει η Πολιτεία να σας σέβεται».
** «Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα συναντήσω τον Λεωνίδα Ανδριανόπουλο και μάλιστα θα κάθομαι δίπλα του. Είναι από τα μεγαλύτερα δώρα που έχω πάρει»

Τα σχόλια είναι κλειστά.