Ειδησεογραφικό site

Γενικό προσκλητήριο για τη σωτηρία της χώρας

105

Του Γιάννη Χρηστάκου

Τη μεγαλύτερη μάχη της πρωθυπουργίας του, ακόμα και από εκείνη της μαύρης νύχτας του Ιουλίου στις Βρυξέλλες, ετοιμάζεται να δώσει ο Αλέξης Τσίπρας κρατώντας στα χέρια του κάποια δυνατά χαρτιά απέναντι στους πολιτικούς του αντιπάλους. Από το μυαλό του πρωθυπουργού δεν βγαίνει η ιδέα ότι παρά τα μεγάλα ζόρια που έρχονται με όσα πρέπει να ψηφίσει για την αξιολόγηση, θα έχει μία μεγάλη δυνατότητα να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στον βασικό του αντίπαλο, τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Και σχεδιάζει το προσκλητήριο για τη σωτηρία της χώρας.

Αυτό θα το πράξει φέρνοντας τον Κ. Μητσοτάκη απέναντι στο δίλημμα να ψηφίσει μέτρα που και ο ίδιος θα έφερνε στη Βουλή εάν οι ρόλοι ήταν αντίστροφοι. Στο Μαξίμου οσμίζονται ότι η οριακή κατάσταση στην οποία θα φτάσει η διαπραγμάτευση, με τους δανειστές να ωρύονται και τα σενάρια για Grexit να έρχονται και πάλι στην επικαιρότητα, δεν θα είναι και η καλύτερη κατάσταση για τη ΝΔ και τον νέο της πρόεδρο. Πού τη βασίζουν αυτή την… προχωρημένη σκέψη; Στις εκτιμήσεις που έχουν βασιζόμενοι και στο κλίμα των Βρυξελλών ότι από το ΕΛΚ, το βασικό κυρίαρχο ευρωπαϊκό κόμμα της Μέρκελ, του Ντάισελμπλουμ και των άλλων κεντροδεξιών της Ευρώπης, θα ασκηθούν έντονες πιέσεις στον Κυριάκο Μητσοτάκη να μην σταθεί εμπόδιο στις μεταρρυθμίσεις.

Ο Αλέξης Τσίπρας, αμέσως μόλις φτάσει η διαπραγμάτευση στο σημείο να μην υπάρχει άλλο περιθώριο και θα πρέπει να επικυρωθεί η συμφωνία, θα εξαπολύσει τη μεγαλύτερη επίθεση που έκανε ποτέ στους πολιτικούς του αντιπάλους. Όποιοι κι αν είναι αυτοί εκείνη την περίοδο. Υπολογίζεται ότι σε περίπου 1,5 μήνα το πολύ θα πρέπει να έχουν ψηφιστεί τα πάντα από τη Βουλή. Ως τότε, θα ξέρει ποιοι είναι μαζί του και ποιοι όχι. Οι συζητήσεις που κάνει με τη Φώφη Γεννηματά του ΠΑΣΟΚ, τον Φώτη Κουβέλη αλλά και άλλες δυνάμεις που πρόσκεινται στον χώρο της κεντροαριστεράς είναι το ακροατήριο του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ και των στενών του συνεργατών για να φτιάξει έναν μεγαλύτερο πολιτικό πυρήνα, εν όψει των πολιτικών ανακατατάξεων που αναμφισβήτητα έρχονται μετά και την εκλογή του νέου προέδρου της Νέας Δημοκρατίας.

Στον ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι οι εκλογικές δεξαμενές της κεντροαριστεράς στην Ελλάδα είναι αισθητά μεγαλύτερες από αυτές της κεντροδεξιάς, οι οποίες άρχισαν να στερεύουν από το 2009 όταν ο Κώστας Καραμανλής έχασε τις εκλογές. Έμπειροι παρατηρητές, στηρίζοντας αυτή την άποψη, συχνά τονίζουν ότι αν ρίξει κανείς μια ματιά στους απόλυτους αριθμούς ψηφοφόρων, ο Αλέξης Τσίπρας δεν έφτασε ποτέ τους ψηφοφόρους που στήριξαν τον Καραμανλή το 2009, όταν δέχτηκε την εκκωφαντική ήττα από τον Γιώργο Παπανδρέου. Έκτοτε, η ΝΔ παραμένει σε χαμηλά ποσοστά και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κρατήσει ισχυρές δυνάμεις από την καθημαγμένη ελληνική κοινωνία. Όλα αυτά βέβαια συζητούνται ως κεντρική ιδέα στα ενδότερα του Μαξίμου, χωρίς να παραγνωρίζουν ότι η κατάσταση πια θα είναι οριακή λόγω των σφοδρών αντιδράσεων στην κοινωνία. Ο μεγάλος φόβος που υπάρχει είναι ένα ατύχημα που θα φέρει την κυβέρνηση σε κρίσιμη κατάσταση και αυτό δεν είναι άλλο από ένα τυχαίο γεγονός στα μέτωπα των απεργών ή στο πεδίο της τρομοκρατίας, ακόμη και στο προσφυγικό. Η άνοιξη δεν είναι μακριά και όλοι γνωρίζουν, σε μία χώρα που είμαστε εξοικειωμένοι με τη θάλασσα, ότι οι ροές θα αρχίσουν να αυξάνονται σημαντικά. Τα νησιά δεν αντέχουν άλλο και το μόνο ζωτικό όργανο της ελληνικής οικονομίας που δεν έχει πληγεί, ο τουρισμός, θα πρέπει να προφυλαχθεί με παράλληλη μέριμνα για την αποφυγή άλλων ναυαγίων με πνιγμένες οικογένειες στο Αιγαίο. Για την αντιμετώπιση όλων αυτών των προβλημάτων, για την κυβέρνηση τα βασικά σενάρια που υπάρχουν στο τραπέζι είναι δύο.

Έκκληση ενότητας

Στο ρεπερτόριο του ΣΥΡΙΖΑ στο προσεχές διάστημα θα μπει η ανάγκη εθνικής ενότητας για να μπορέσει η χώρα να φύγει από τον κλοιό των μνημονίων και να τελειώσει την παραμονή της σε αυτά με το τελευταίο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα έως το 2018. Για τη ρητορική που υπάρχει απέναντι στην κατηγορία ότι «ο Τσίπρας έφερε ένα τρίτο και αχρείαστο μνημόνιο» ήδη έχουν ειπωθεί πολλά. Τα επιχειρήματα για τις προηγούμενες κυβερνήσεις και την ασφυξία που προκάλεσαν στη δική του αμέσως μόλις ανέλαβε τον Ιανουάριο του 2015, οι απαντήσεις δόθηκαν. Μέχρι στιγμής στον ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι η κοινωνία είναι ακόμη μαζί τους ανεξάρτητα από την οργή που υπάρχει σήμερα για τα μέτρα που έρχονται. Επίσης, πιστεύουν ότι με έναν καλό χειρισμό στη διαπραγμάτευση θα αποφύγουν τα χειρότερα. Αυτό που προέχει τώρα, μέχρι να τα ξαναπούν με αυτούς που πιστεύουν ότι ο Τσίπρας τους πρόδωσε, είναι να μην υπάρξουν διαρροές στην Κοινοβουλευτική Ομάδα. Στο συγκεκριμένο σενάριο προβλέπεται διεύρυνση της στήριξης της κυβέρνησης από την παρούσα Βουλή. Ήδη γίνονται συζητήσεις ακόμη και με βουλευτές μεμονωμένα, αλλά το κλίμα αυτή την περίοδο δεν είναι καλό. Ωστόσο, υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής. Είναι το προσφυγικό, για το οποίο, παρά τις βαριές κατηγορίες κατά του ΣΥΡΙΖΑ για την στάση που κράτησε εδώ και ένα χρόνο, όλοι αναγνωρίζουν ότι μία προσωρινή έξοδος από τη Σένγκεν σε συνδυασμό με κλείσιμο συνόρων από τις όμορες χώρες θα οδηγούσε την Ελλάδα σε εφιάλτη. Υψηλόβαθμα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ συζητούν με ικανοποίηση ότι «ακόμη και ο σκληρός Κυριάκος “τσίμπησε” από τις εξελίξεις» και γι’ αυτό ήχησε θετικά η δήλωσή του μετά τη συνάντηση που είχε με τον Γ. Μουζάλα. Στο προσκλητήριο του ΣΥΡΙΖΑ δεν εξαιρείται η ΝΔ. Απεναντίας η στόχευση είναι να δώσει μία απάντηση για το αν πραγματικά θέλει να βγει η χώρα από τη μέγγενη των μνημονίων ή θα κάνει αντιπολίτευση σε νομοθετήματα τα οποία πιστεύουν ότι ο ίδιος ο Κ. Μητσοτάκης θεωρεί αναγκαία. Ο λόγος για το ασφαλιστικό, την εργαλειοθήκη, την απελευθέρωση επαγγελμάτων, ακόμη και τη χαλάρωση των εργασιακών σχέσεων καθώς επίσης και τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, πεδίο στο οποίο εργάστηκε ο πρόεδρος της ΝΔ. Στην έκκληση ενότητας του Αλέξη Τσίπρα και υπό το βάρος της πίεσης που θα υπάρχει εκείνη την περίοδο στον ΣΥΡΙΖΑ, διαβάζοντας όσο καλύτερα μπορούν τις εσωκομματικές ισορροπίες στην αξιωματική αντιπολίτευση δεν αποκλείουν την περίπτωση κάποιοι να ανταποκριθούν θετικά όσο κι αν αυτό ακούγεται σήμερα εξωφρενικό.

Οι εκλογές

Στο δεύτερο σενάριο που κυκλοφόρησε μάλιστα τις προηγούμενες ημέρες για να υπάρξει η συνήθης διάψευση περιλαμβάνονται οι εκλογές. Σε ποιο σημείο όμως; Προ της συμφωνίας ή μετά; Οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες, αλλά στις ασκήσεις προσομοίωσης που γίνονται εξετάζονται και οι δύο περιπτώσεις. Ξεκινώντας ανάποδα από τη δεύτερη, στον ΣΥΡΙΖΑ βλέπουν ένα έργο που έχουν ξαναπαίξει με επιτυχία: Ψηφίζω το μνημόνιο και στη συνέχεια το πάω σε εκλογές. Η διαφορά με εκείνη την περίοδο, όμως, είναι ότι ενώ στο μνημόνιο δεν είχε κανείς χειροπιαστά μέτρα αλλά μόνο ακαταλαβίστικους για το ευρύ κοινό στόχους και τον Τσίπρα να υπόσχεται «παράλληλο πρόγραμμα και βάρη στους έχοντες», αυτή τη φορά τα χαράτσια θα είναι συγκεκριμένα. Και πάλι, όμως, βγαίνει μπροστά το βασικό επιχείρημα «ποιος θέλετε να τα εφαρμόσει αυτά, μία αριστερή και ευαίσθητη κυβέρνηση ή ο Κυριάκος Μητσοτάκης με την κυβέρνηση που μας έφερε ως εδώ;». Και σε αυτό το σενάριο περιλαμβάνεται η συνέχιση της προσπάθειας να βρεθούν σύμμαχοι από όλους τους πολιτικούς χώρους για τη συγκρότηση ενός μετώπου που θα προτάξει την πραγματική κοινωνική ευαισθησία ανεξάρτητα από το αν εξαναγκάστηκε να εφαρμόσει πολιτικές τις οποίες δεν πιστεύει. Η απλή αριθμητική λέει ότι τα χαμηλά και φτωχά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας στηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον έτσι κινήθηκαν στις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Στην άλλη όψη του σεναρίου των εκλογών βρίσκεται η δυνατότητα να πραγματοποιηθούν προ της συμφωνίας. Αυτό είναι ένα πιο αδύναμο σενάριο και στην πραγματικότητα θα είναι και το πιο δύσκολο για την κυβέρνηση, αφού για να γίνει αυτό σημαίνει ότι η κοινωνική έκρηξη και τα μέτωπα θα είναι τόσα πολλά που η κυβέρνηση δεν θα μπορεί να σταθεί. Εξάλλου κανείς δεν θα ήθελε να φτάσει η χώρα σε τέτοιες περιπέτειες. Τα «σενάρια αποσταθεροποίησης» που ανέφερε στο πρώτο της briefing η κυβερνητική εκπρόσωπος, αποδίδοντάς τα μάλιστα σε κέντρα εκτός και εκτός Ελλάδας, δεν είναι διόλου άσχετα με το σενάριο των εκλογών, σε συνδυασμό με τον μεγάλο φόβο της κυβέρνησης ότι ανεξέλεγκτες καταστάσεις στα μέτωπα των κοινωνικών αντιδράσεων μπορούν να προκαλέσουν σοβαρό πρόβλημα στην κυβερνητική συνοχή και κατ’ επέκταση στην απώλεια της συνοχής της Κοινοβουλευτικής ομάδας. Ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει ότι οι εκλογές θα γίνουν ξανά με λίστα, εάν πραγματοποιηθούν ως τις 20 Ιουλίου. Κάλπες στο κατακαλόκαιρο δεν στήνονται, μπορούν όμως να γίνουν άνετα μέχρι τον Ιούνιο. Αυτό δίνει το πλεονέκτημα στον πρωθυπουργό να συγκροτήσει και πάλι ο ίδιος τις λίστες, κάτι που δημιουργεί πρόβλημα σε όσους σήμερα έχουν τη σιγουριά (και τα λεφτά) της βουλευτικής αποζημίωσης.

ΓΙΑΤΙ ΣΤΗ ΣΥΓΓΡΟΥ ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΕΚΛΟΓΕΣ

Τα σενάρια αυτά ασφαλώς και βρίσκονται στο τραπέζι των συζητήσεων και στο επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη. Εκεί, με σαφώς λιγότερα προβλήματα και χωρίς το άγχος της σκληρής διαπραγμάτευσης, εκτιμούν ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν μπορεί να σηκώσει πια το βάρος της διακυβέρνησης. Τα μέτωπα που άνοιξε με την πολιτική του στην οικονομία και το προσφυγικό είναι τόσο μεγάλα που ήδη έχει περάσει κάτω από τον πήχυ που έβαλε. Ωστόσο, κανείς στο στενό του περιβάλλον δεν επιθυμεί εκλογές για έναν σαφή και προφανή λόγο: Έπειτα από έναν χρόνο, ήρθε η ώρα να κάνει διαπραγμάτευση για το πρόγραμμα, να πάρει πιο σκληρά μέτρα από αυτά που έπαιρναν οι προηγούμενες κυβερνήσεις κι αυτό γιατί ο ίδιος επιδίωξε, αντί να κλείσει την πέμπτη αξιολόγηση, να κλείσει τις τράπεζες και να πάρει τρίτο μνημόνιο.

Ο πρόεδρος της ΝΔ έχει μία βασική συντεταγμένη που λείπει στους υπολογισμούς του. Πρόκειται για την εικόνα που έχουν οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι για την πορεία της χώρας και τον ρόλο που πρέπει να παίξει στη διαπραγμάτευση. Με απλά λόγια, ο Κ. Μητσοτάκης θα πρέπει να «πάρει κλίμα» από τις επαφές που θα έχει στο προσεχές διάστημα με αξιωματούχους των Βρυξελλών και κυρίως του ΕΛΚ όπου ανήκει η ΝΔ. Εάν έχει βάση η εκτίμηση του ΣΥΡΙΖΑ, τότε θα δεχτεί πιέσεις να τηρήσει συναινετική στάση. Φυσικά και ο πρόεδρος της ΝΔ δεν θα το πράξει, το έχει ξεκαθαρίσει και εξηγήσει άλλωστε. Ζητούμενο είναι η ένταση των πιέσεων που θα δεχτεί και βέβαια η θέση της χώρας στη φάση εκείνη. Όπως ζητούμενο είναι και η στάση ορισμένων εκ των βουλευτών του που σήμερα δεν έχουν κανένα πρόβλημα να συζητήσουν για συναίνεση σε ορισμένα από τα βασικά νομοθετήματα. Άλλωστε αυτή ήταν και η βασική διαφορά μεταξύ Μητσοτάκη και Μεϊμαράκη στην εσωκομματική μάχη για την αρχηγία. Όσοι γνωρίζουν καλά τη ΝΔ και φυσικά τα όσα συμβαίνουν αυτές τις μέρες, εκτιμούν ότι αυτή η μάχη για το εύρος της συναίνεσης θα αναβιώσει σύντομα και θα φέρει ξανά το κόμμα σε δύσκολη θέση. Πάντως, ο Κ. Μητσοτάκης είναι αποφασισμένος να προχωρήσει σε νέα σελίδα τη ΝΔ, με σκληρή γραμμή απέναντι στην καταστροφική πολιτική του κόμματος, χωρίς να έχει την παραμικρή αμφιβολία για την πορεία μιας κυβέρνησης που μέσα σε έναν χρόνο πισωγύρισε τη χώρα.

Τα σχόλια είναι κλειστά.