Ειδησεογραφικό site

Έξι χρόνια χωρίς τον Νίκο

2.995

Toυ Κώστα Ξυλούρη

Έξι χρόνια χωρίς Αίγινα και πάτημα σταφυλιών, χωρίς λύρες και τραγούδια. Έξι χρόνια χωρίς Καστέλλι, Πολυρείνια, χωρίς την κυρία Μαρία να ετοιμάζει το πιλάφι και το βραστό, τα νόστιμα τυροπιτάκια, τη σφακιανή πίτα και την τσικουδιά, που πάντα βρισκόταν στο τραπέζι. Έξι χρόνια χωρίς Φαλάσαιρνα, που ήταν και η μεγάλη του αδυναμία. Εκεί είχε φτιάξει ένα σπίτι με πολύ μεράκι και αγάπη, που έγινε και η μόνιμη και τελευταία κατοικία του, καθώς από κει ψηλά αγναντεύει σήμερα τη γαλαζοπράσινη θάλασσα… Και όλοι αναρωτιόμαστε πώς είναι δυνατόν να μας λείπει τόσο και όμως να τον νιώθουμε τόσο κοντά μας. Βλέποντας το πρωτοσέλιδο του «Καρφιού», βλέπουμε τη μορφή του, ΜΙΑ ΜΟΡΦΗ ΕΝΤΟΝΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ. Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΤΑΦΕΡΕ ΝΑ ΣΥΝΔΕΘΕΙ ΑΡΡΗΚΤΑ ΜΕ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΤΟΥ ΠΑΘΟΣ, ΤΟ «ΚΑΡΦΙ».
Έξι χρόνια μετά, και όμως δεν βγάζουμε νεκρολογίες. Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε τον Νίκο. Ζει μέσα στις καρδιές μας. Και σίγουρα δεν μπορούν να τον ξεχάσουν και όλοι όσοι τον γνώρισαν, όσοι τον διάβαζαν και τον άκουγαν, τον έβλεπαν και τον ακολουθούσαν σε ό,τι έκανε στα ΜΜΕ, στο ραδιόφωνο, την τηλεόραση και τα έντυπα στα οποία και μεγαλούργησε.

Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΣΤΑ ΜΜΕ

Η διαδρομή του Νίκου στα ΜΜΕ ξεκίνησε από τη Χρήστου Λαδά στο συγκρότημα Λαμπράκη το 1963, που τον σύστησε ο βουλευτής Χανίων της Ένωσης Κέντρου Πολυχρόνης Πολυχρονίδης. Αρχίζοντας ως ανταποκριτής της επαρχίας, συνέχισε με μονόστηλα και μικρά θέματα και μετά δικαστικό ρεπορτάζ. Mεγαλούργησε ως ρεπόρτερ στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, με αποκορύφωμα την επίθεση που δέχτηκε από φασίστες στην κηδεία του βασανιστή Μάλλιου.
Το 1986 αποφασίζει να γίνει εκδότης, με ένα αποκαλυπτικό, σατιρικό έντυπο, το «Καλάμι». Στη συνέχεια, το 1989 συνεργάζεται με τον Αλαφούζο στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ. Μεγάλη του επιτυχία ήταν η ανάδειξη του σταθμού σε κορυφαίο σε ακροαματικότητα, φτάνοντας το 60%. Το 1996 συνεργάζεται με τον Κόκκαλη στο ραδιόφωνο του Flash. Ο κόσμος τον ακολουθεί μαζικά και, έτσι, έρχεται η ιδέα να ξαναστήσει εφημερίδα, μετά το Καλάμι, αφού το μικρόβιο της έντυπης και της ηλεκτρονικής δημοσιογραφίας τον έχει κυριέψει. Το 1999 ξεκινά να εκδίδει το «Καρφί».
Λίγο αργότερα, το 2004, ήρθε η μεγάλη του επιτυχία, στην πρωινή εκπομπή «Κοινωνία ώρα 8» στο ΜΕGA, όπου ο Νίκος φτάνει στο απόγειο της επιτυχίας. Πέρα από το πεζοδρόμιο και το κυνήγι της είδησης, στο οποίο υπήρξε πρωτοπόρος, χρειαζόταν και η παντοδύναμη τηλεόραση. Και έτσι έγινε ακόμη πιο ισχυρό το «Καρφί». Και καθιερώθηκε ως πολιτικό έντυπο στο χώρο της Κεντροαριστεράς. Από το 2007 και μετά γίνεται ο κεντρικός σχολιαστής των δελτίων ειδήσεων του Alpha.

Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ

Και οι ρίζες που έβαλε ο Νίκος υπάρχουν ακόμη. Οι αναγνώστες περιμένουν κάθε Σάββατο να διαβάσουν το «Καρφί». Γιατί ο Νίκος είχε τον τρόπο να διεισδύει στη συνείδηση των αναγνωστών του, στην κοινωνία, στην πολιτική. Ήταν η φωνή των γεγονότων, της αλήθειας. Είχε να πει πολλά για όλους και για όλα, πάντα με το δικό του ξεχωριστό τρόπο. Γιατί ο Νίκος είχε το χάρισμα και το ταλέντο του ερευνητή, κυνηγώντας την είδηση. Είχε αφιερώσει τη ζωή του στο ρεπορτάζ και ήξερε πότε να πιέσει, πότε να μαλακώσει, πότε να επιτεθεί και πότε να υποχωρήσει. Αυτή είναι η παρακαταθήκη που άφησε ο Νίκος, η ζωή σαν ένα ρεπορτάζ που δεν τελειώνει ποτέ. Ακόμα και σήμερα στο «Καρφί» βρίσκεται η φωτογραφία του με τον τίτλο ΙΔΡΥΤΗΣ. Αυτό οφείλεται στο συντοπίτη και μαθητή του Γιάννη Κουρτάκη, ο οποίος παρουσιάζει μια πρωτοφανή δυναμική στο χώρο των μίντια και ως ιδιοκτήτης του «Καρφιού» δεν ξεχνά το φίλο του και συνεχίζει στο δρόμο που χάραξε ο Κακαουνάκης.

ΜΠΕΣΑΛΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΦΙΛΗΣ

Ο Νίκος είχε όμως και άλλα χαρίσματα. Ήταν εραστής της τέχνης. Ζωγράφος, ξυλογλύπτης, σκιτσογράφος, τραγουδιστής και ψάλτης. Επίσης υπήρξε και συγγραφέας, αφήνοντας πίσω του δίτομο βιβλίο («2.650 μερόνυχτα συνωμοσίας») στα οποία αναφέρεται σε περιστατικά και γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.
Ο Νίκος είχε τον τρόπο να προσαρμόζεται σε όποιο περιβάλλον και αν βρισκόταν. Δεν ήταν υπερόπτης και ποτέ δεν έδινε χτυπήματα κάτω από τη μέση ως δημοσιογράφος. Ως άνθρωπος ήταν φιλότιμος, χουβαρντάς, αυτάρκης. Τιμούσε τη φιλία, ήταν μπεσαλής και δημοφιλής. Ήταν ένας άνθρωπος αυθόρμητος που αψηφούσε τον κίνδυνο και δεν ήταν ψείρας. Ένας επαναστάτης που υπηρετούσε τις ιδέες του, και πολλές φορές με κόστος.
Στη σημερινή εποχή στριφογυρίζει στο μυαλό όλων όσοι τον γνώρισαν και τον θυμούνται. Στις μέρες μας ζητείται μια φωνή όπως του Κακαουνάκη, που θα έβαζε πολλούς και πολλά στη θέση τους, με όλα αυτά που συμβαίνουν, γιατί ήξερε να χειρίζεται δύσκολες καταστάσεις.

Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΑΣ

Με τον Νίκο γνωριστήκαμε το 1970, στη δικτατορία, ένα βράδυ στην Πλάκα, στο κέντρο Λύδρα, όπου τραγουδούσε ο ξάδερφός μου ο Ξυλούρης ο Νίκος. Κατά διαστήματα ερχόταν η αστυνομία, γιατί ο Ξυλούρης ενοχλούσε με τα τραγούδια του. Ένα βράδυ, μπαίνοντας η αστυνομία, ένας αστυνομικός απευθύνθηκε στον Ξυλούρη και του είπε: «Να σταματήσετε για να μην έχουμε και συνέχεια». Τότε βλέπω ένα θαμώνα να σηκώνεται όρθιος και να απευθύνεται στην αστυνομία με βροντερή φωνή: «Στην Κρήτη έχουμε μάθει να τραγουδούμε τις πίκρες και τις χαρές μας και εσείς θέλετε να μας το στερήσετε και αυτό;»
Ο αστυνομικός τον ρωτάει: «Ποιος είστε εσείς;»
«Δημοσιογράφος Νίκος Κακαουνάκης».
Τότε γνωριστήκαμε με τον Νίκο και γίναμε αδελφικοί φίλοι. Και όσο πέρναγε ο καιρός, βρισκόμασταν περισσότερο γιατί ταιριάζαμε ως χαρακτήρες. Η φιλία μας δεν κλονίστηκε ποτέ. Αντίθετα, όσο περνούσε ο καιρός, δυνάμωνε περισσότερο. Θα μπορούσα να αναφέρω πολλά περιστατικά. Ένα χαρακτηριστικό… Ένα πρωί που πίναμε καφέ σε καφετέρια στο Κολωνάκι, πλησίασε ένας κύριος και του λέει καλημέρα. Ο Νίκος τον ήξερε και βάζει το χέρι στην τσέπη και του δίνει όσα λεφτά είχε. Κι εγώ τον ρωτάω: «Πόσα του ’δωσες; Τα μέτρησες;» Κι αυτός μου απαντά αυθόρμητα: «Μα αν ήταν να τα μετρήσω, δεν θα του τα ’δινα. Ο άνθρωπος είναι άρρωστος και έχει και μικρά παιδιά». ΑΥΤΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΝΙΚΟΣ μέχρι τη μέρα που η μοίρα του έκοψε το νήμα της ζωής του. Που έφυγε άδικα. Η πίκρα έχει μείνει ακόμη στα χείλη μας και αναρωτιόμαστε ακόμη ΓΙΑΤΙ.
Νίκο, να ξέρεις, όλοι εμείς που ήμασταν κοντά σου, οι φίλοι, οι συγγενείς, η γυναίκα σου και τα παιδιά σου, οι συνεργάτες σου και όλοι όσοι εργάζονται ακόμη στο «Καρφί» θα σε θυμόμαστε, πάντα θα ζεις μέσα στις καρδιές μας. Ως τον μοναδικό άνθρωπο που αγάπησες και αγαπήθηκες τόσο πολύ.

————————————

Με τους μικρούς ήσουν μικρός
Με τσ’ άντρες αντρειωμένος
Με τους παραπονούμενους
πιο παραπονεμένος.

Τα σχόλια είναι κλειστά.