Ειδησεογραφικό site

Ένα πακέτο νοσταλγία: Η Ζωζώ, η Σαπφώ και ο Κεμάλ

1.417

sante3

PrekasΓράφει ο Αντώνης Πρέκας

Το τσιγάρο μπορεί να «βλάπτει σοβαρά την υγεία» ή να «μειώνει το σπέρμα», κατά τας γραφάς των σύγχρονων πακέτων, όμως οι αναμνήσεις πάντα γλυκαίνουν την ψυχή μας, ακόμα κι αυτές που έχουν σχέση με κακές μας έξεις ή με καταστάσεις δύσκολες, όταν τις βιώναμε… Η απόσταση του χρόνου μπορεί και τις εξωραΐζει, περιβάλλοντάς τις με την αχλή της νοσταλγίας.

Η είδηση έπεσε για πολλούς σαν κεραυνός εν αιθρία: Αποσύρθηκαν από την αγορά τα ελληνικά τσιγάρα Sante με το χαρακτηριστικό κόκκινο vintage πακέτο, μετά την απόφαση της Philip Moris να τα καταργήσει λόγω χαμηλών πωλήσεων. Μαζί τους αποσύρθηκαν και τα (επίσης ιστορικά) Άσσος άφιλτρο και Άσσος φίλτρο κασετίνα.

…Και αμέσως άρχισε να ενεργοποιείται η μνήμη και του μυαλού και της καρδιάς. Κυρίως για το Sante που το έκαναν «θρυλικό» πρωτίστως η εμβληματική καλλονή της βιτρίνας του και δευτερευόντως η σειρά διηγημάτων του Γιώργου Μανιώτη «Τα Sante της Σαπφώς». Της απόλυτα μοναχικής Σαπφώς Νοταρά που μια μέρα εκεί στο βάθος της δεκαετίας του ’80 ο θυρωρός και οι γείτονες της πολυκατοικίας της τη βρήκαν νεκρή στο διαμέρισμά της. Ο θάνατος την είχε βρει δύο νύχτες νωρίτερα, με μόνη συντροφιά της την ανοιχτή τηλεόραση, ένα πακέτο στο τραπέζι και κάτι μισοτελειωμένες γόπες στο τασάκι.

Η είδηση θα μπορούσε να εμπνεύσει και κάποιο ευαίσθητο στιχοπλόκο ή τραγουδοποιό, όπως συνέβη πριν από καμιά 30αριά χρόνια, όταν ο Νίκος Ξυδάκης, εξ αφορμής αντίστοιχης «απόσυρσης», τραγουδούσε:

«Όλα τα ’χαμε βρε Πέτρο /Τέρμα και το σιγαρέτο / Ξαφνικά κακό μαντάτο/ Ήρθε από τον Παπαστράτο/ Κοίτα τώρα τι μπελάς/Με το special Hellas.

Τσιγάρο μου γλυκόπιοτο/ Φίνο και μυρωδάτο/ Μαύρο χρυσό πακέτο μου/ Πού να ’βρω να σ’ αλλάξω/ Ψάχνω νέο τσιγαράκι/ Να μου σβήσει το φαρμάκι/ Μα δεν βρίσκω τέτοια γλύκα/ Στα καινούρια με τα φίλτρα/ Και γυρνάω σαν τρελός/ Άρρωστος και νευρικός/ Όσα λίγα αγαπούμε/

Στη ζωή μας τα στερούνε /Τρέχα τώρα βρες τον φταίχτη/ Που ’ναι η ζωή μας σκέτη/ Κι είναι ο στίχος μου κακός/ Γιατί λείπει ο καπνός».

sante1

Αλλά ας επανέλθουμε στα… τωρινά:

Το χαρμάνι του Sante ήταν εξαιρετικά ποιοτικό, αν και βαρύ (0,7 mg νικοτίνη, 18 mg πίσσα). Πάντως, υπάρχει και η φήμη ότι ίσως ξανακυκλοφορήσει με άλλο χαρμάνι.

Ξεκίνησε να κυκλοφορεί στην αγορά το 1931 από την εταιρεία Αφοί Κωνσταντίνου. Η εταιρεία που ίδρυσε ο Χαρίλαος Κωνσταντίνου έδρευε στην οδό Λυκούργου, αλλά τα τσιγάρα φτιάχνονταν στο δημόσιο καπνεργοστάσιο της οδού Λένορμαν. Το όνομα Sante επιλέχθηκε για να πείσει τον κόσμο ότι επρόκειτο για ένα υγιεινό τσιγάρο, αφού βγαίνει από τη λέξη sanitas που στα Λατινικά σημαίνει υγεία. Εκείνη την εποχή δεν ήταν και τόσο οξύμωρο, αφού ακόμη και λίγο πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρχαν διαφημίσεις με γιατρούς που έλεγαν πόσο καλό κάνουν τα τσιγάρα στην υγεία!

«Πάντοτε με τα ελαφρά σιγαρέτα Σαντέ, που σας προφυλάσσουν από τας γνωστάς ενοχλήσεις», ήταν το σλόγκαν τους.

(ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ: Για την ιστορία να αναφέρουμε πως η μάρκα πέρασε με τα χρόνια στην κατοχή της «Παπαστράτος» και όταν αυτή με τη σειρά της εξαγοράστηκε από τον πολυεθνικό κολοσσό της Phillip Morris, οι Αμερικανοί μάνατζερ υπό τον φόβο του αντικαπνιστικού νόμου άλλαξαν το σήμα κατατεθέν μετατρέποντας το πρώτο γράμμα του αγγλικού «S» σε καλλιγραφικό (επίσης αγγλικό) «Z»… Έτσι τα τελευταία χρόνια τα Sante κυκλοφορούσαν με το brand name Zante (για να μην παραπέμπουν επ’ ουδενί στην έννοια «υγεία»), αλλά ποιος το πήρε χαμπάρι; ΚΛΕΙΝΕΙ Η ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ).

Επιστροφή στις αναμνήσεις:

Για την κυκλοφορία του πρώτου πακέτου έγινε ειδική παραγγελία σε ζωγράφο. Όλοι έψαχναν να βρουν ποια είναι η μυστηριώδης γυναίκα που απεικονιζόταν στο πακέτο να καπνίζει και στα αριστερά έγραφε: «Δίπλωμα ευρεσιτεχνίας Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας αρ. 2373» και δεξιά «Πιστοποιητικόν Χημείου Εθνικού Πανεπιστημίου ότι περιέχει ελάσσονα νικοτίνην αρ.2373». Πολλοί πίστευαν ότι επρόκειτο για μια κυρία της καλής κοινωνίας των Αθηνών που δεν ήθελε να αποκαλύψει το όνομά της.

…Η αλήθεια, όμως, ήταν εντελώς διαφορετική και η αποκάλυψη προκάλεσε πάταγο, που ο απόηχός του εξακολουθεί να ηχεί μέχρι και σήμερα.

sante2

Η ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΟ ΠΑΚΕΤΟ

Έρωτες, ειδύλλια, περιπέτειες, όργια, παλκοσένικο και πριγκιπικά παλάτια, ράμπα και θρόνοι ισχυρών, επιτυχίες, ματαιότητες. Όλα αυτά, συμπυκνωμένα στη ζωή ενός και μόνο ανθρώπου, της πρωταγωνίστριας Ζωζώς Νταλμάς. Το δικό της πρόσωπό της ήταν αυτό που αποτυπώθηκε στο κόκκινο πακέτο, ενώ ο έρωτάς της με τον Κεμάλ Ατατούρκ πέρασε στην Ιστορία.

Η ιστορία τους ξεκίνησε με έναν τρόπο σχεδόν κινηματογραφικό.

Γνωρίστηκαν σε ένα νυχτερινό μαγαζί όπου δούλευε η Ζωζώ.

Η εμφάνιση της Νταλμάς που χόρεψε και τραγούδησε εντυπωσίασε τον Κεμάλ, που την κάλεσε στο τραπέζι του. Εκείνο το βράδυ ο Κεμάλ και η Ζωζώ φύγανε μαζί. Στις εξίμισι το πρωί ο Κεμάλ ήταν στο πόδι, όπως κάθε μέρα. Η Ζωζώ, όμως, κοιμόταν του καλού καιρού. Ο Κεμάλ ετοιμάστηκε σιγά-σιγά για να μην την ανησυχήσει κι έφυγε, αφού έδωσε εντολή στο υπηρετικό προσωπικό να την περιποιηθούν. Όταν άνοιξε η Ζωζώ τα μάτια της είδε στο κομοδίνο κάτι που την έκανε Τούρκο! Ένα μεγάλο χαρτονόμισμα -χίλιες λίρες- που της το είχε αφήσει εκεί ο κύριος πρόεδρος «διά τις καλές της υπηρεσίες». Η Ζωζώ προσβλήθηκε που αντί για ένα τρυφερό σημείωμα βρήκε τα χρήματα. Για ποια την πέρασε αυτός ο άξεστος Τούρκος;

Πήρε το χαρτονόμισμα για να το σκίσει. Όταν, όμως, το έπιασε στο χέρι της παρατήρησε ότι στο κέντρο του υπήρχε το πορτρέτο του Κεμάλ. Πήρε, λοιπόν, ένα ψαλιδάκι κι έκοψε με προσοχή το πορτρέτο. Το υπόλοιπο κομμάτι με την τρύπα στη μέση το άφησε στη θέση του μαζί με ένα σημείωμα που έγραφε: «Από αυτό που μου αφήσατε πήρα μόνο αυτό που μου χρειαζόταν. Το υπόλοιπο σας το επιστρέφω γιατί μου είναι εντελώς άχρηστο».

Αυτό που έκανε η Ζωζώ ήταν χαστούκι και κομπλιμέντο μαζί. Ο Κεμάλ συγκλονίστηκε. Το βράδυ τής έστειλε στο θέατρο λουλούδια κι ένα πανάκριβο κόσμημα. Η Ζωζώ τα γύρισε πίσω.

Το άλλο βράδυ τα ίδια. Ο Κεμάλ έβαλε λυτούς και δεμένους να βρούνε τη Ζωζώ και να της ζητήσει συγγνώμη. Το γεγονός είναι ότι κάποτε βρήκε ανοιχτή την κερκόπορτα της καρδιάς της και τρύπωσε. Ο δεσμός τους κράτησε πολλά χρόνια, ώς και λίγο πριν από τον θάνατο του Κεμάλ Ατατούρκ.

Η ίδια είχε υποστηρίξει ότι σε προσωπικές στιγμές ο Κεμάλ της είχε εκμυστηρευτεί σε άπταιστα ελληνικά: «Πίστεψέ με, θαυμάζω τους Έλληνες κι όχι τους δικούς μου».

Σε άλλη συνέντευξή της το 1962, είπε για τον Κεμάλ: «”Άστα «μπαμπά”, του έλεγα ειρωνικά, “το θες ή δεν το θες, είσαι Ρωμιός! Από πού ήταν η γιαγιά σου; Δεν ήταν η κυρα-Μαρία από τα Γιάννενα; Ύστερα… τούρκεψες, “μπαμπά”! Κι αυτός χαχάνιζε, χτυπιόταν, άρπαζε ένα μπουκάλι με ρακή, έπινε στην υγειά μου και στην… ελληνοτουρκική φιλία».

Από τα προσφυγικά της Θεσσαλονίκης στο χαρέμι του «αράπη πρίγκιπα»

Γεννήθηκε το 1905 στην Κωνσταντινούπολη. Η οικογένεια διωγμένη από τη μανία των Νεότουρκων μαζί με χιλιάδες Έλληνες ήρθε στη Θεσσαλονίκη, όπως η ίδια έλεγε, όταν ήταν δεν ήταν δέκα χρόνων. Μεγάλωσε μαζί με τη μητέρα και τη γιαγιά της στις προσφυγικές γειτονιές του Ιπποδρομίου. Καμία πληροφορία δεν έχουμε για τον πατέρα της. Η Ζωζώ, όσο ήταν στο θέατρο, δύο πράγματα έκρυβε επιμελώς: το πότε γεννήθηκε και το πότε βγήκε στο θέατρο. Η ίδια έχει αναφέρει ότι μετά το πρώτο βάπτισμα πυρός στο σανίδι ένας «αράπης πρίγκιπας» την πήρε μαζί στο χαρέμι του. «Χαρέμι, καφάσι, τσαρτσάφι, φερετζέ, απ’ όλα», έχει πει η ίδια. «Και τι δεν ξόδευε για μένα. Τα μπριγιάντια δεν ήξερα πού να τα βάλω. Στόλιζα μ’ αυτά και τις καλτσοδέτες μου, ακόμη και τις τόκες των παπουτσιών μου. Και λίρα με ουρά! Αλλά εγώ δεν είχα ιδέα του χρήματος. Τα τσεκ τα έχωνα μέσα στα παπούτσια μου στα ντουλάπια. Αυτή η νύχτα της Χαλιμάς κράτησε οκτώ ολόκληρους μήνες. Στο διάστημα αυτό γυρίσαμε όλο τον κόσμο. Βενετία, Μιλάνο, Παρίσι»…

Κατάσκοπος ή ηρωίδα; Η συνάντηση με τον Καραμανλή και το τέλος σε έσχατη φτώχεια

Η Νταλμάς -μία από τις πιο γνωστές Ελληνίδες που υιοθέτησε το κόκκινο κραγιόν ως ένα από τα πιο χαρακτηριστικά της στοιχεία-, όταν ερχόταν στην Ελλάδα συνήθιζε να συναντά τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Ήταν, άραγε, ένας «διπλός πράκτορας», που χρησιμοποιούσε τα κάλλη της για να εξάγει μυστικά της τουρκικής κυβέρνησης; «Κατάσκοπος δεν ήμουνα, Ελληνίδα ήμουνα», έχει πει η ίδια. Στην Κατοχή οι πράκτορες της Γκεστάπο την ξυλοκόπησαν άγρια, όταν αρνήθηκε να καταδώσει αντιστασιακούς, με αποτέλεσμα να αποβάλει το μωρό της. Το τέλος της ζωής της τη βρήκε να ζει σε ένα δυάρι, δύο υπόγεια κάτω από τη γη, στην οδό Τρικάλων στους Αμπελόκηπους, όπου της πήγαιναν φαγητό οι γείτονες και κάποιοι άνθρωποι του θεάτρου. Λέγεται ότι στηριζόμενη στο μπαστούνι της αλλά πάντα κοκέτα, συνάντησε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία». «Κωνσταντίνε, Ζωζώ Νταλμάς, 500 δρχ.!», του φώναξε. Και εκείνος της απάντησε: «Ζουζώ, ό,τι θέλεις, εδώ». Πέθανε το 1988 σχεδόν τυφλή, σε ένα γηροκομείο της Αθήνας. Λίγα χρόνια νωρίτερα, παραπλανημένες οι εφημερίδες είχαν αναγγείλει τον θάνατό της, τον οποίο η ίδια αναγκάστηκε τότε να διαψεύσει με μια λιτή, αυτοσαρκαστική, αλλά και συγκινητική επιστολή…

Ο μύθος της, πάντως, θα ζει, ίσως, για πάντα… Ελπίζω τελικά ο χρόνος να μη με διαψεύσει…

Τα σχόλια είναι κλειστά.