Ειδησεογραφικό site

Ακόμα και οι κακές λύσεις μπορεί να είναι χρήσιμες για μια χώρα

43

Του Γιάννη Μιχαήλ

«Η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού», δηλαδή του δυνάμενου να πραγματοποιηθεί. Κατά μια διαβολική συγκυρία, την άποψη αυτή εξέφρασε ένας Γερμανός καγκελάριος, ο Όττο φον Μπίσμαρκ (1815-1898). Και για να μην υπάρχει η παραμικρή παρεξήγηση, ότι είμαστε προσδεμένοι σε… γερμανικές δοξασίες, θα παραθέσω και μια ρήση του Βρετανού πρωθυπουργού Ουΐνστον Τσόρτσιλ (1874-1965) ο οποίος έλεγε: «Πολιτική είναι η ικανότητα να παρουσιάζεις σήμερα τι θα γίνει αύριο και να εξηγείς αύριο, γιατί δεν έγινε».

Ας γειωθούμε με την πραγματικότητα και ας ανακαλέσουμε στη μνήμη μας ορισμένα-μόνον-πρόσφατα γεγονότα, τα οποία (ούτως ή άλλως) θα αφήσουν πολλά σημάδια πάνω στον δρόμο που θα βαδίσει εφεξής η χώρα μας. Εδώ και τρεις μήνες, από την προεκλογική ακόμα περίοδο, οπότε ήταν πασιφανές ποιο κόμμα, θα κερδίσει τις εκλογές, είχε διαμορφωθεί ένα πολιτικό κλίμα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που φώναζε, ότι όχι μόνον πρέπει να καταδικαστεί (σωστά) και να τιμωρηθεί (σωστά) η λιτότητα που επέφερε το επαχθές μνημόνιο, αλλά την επαύριο των εκλογών, να αποπεμφθεί η τρόικα και να γίνουν κουρελόχαρτα και όλοι οι εφαρμοστικοί νόμοι και οι συμβάσεις που έχουν υπογραφεί με τους δανειστές μας, από τις προηγούμενες κυβερνήσεις.

Διαπρύσιος κήρυκας όλων αυτών των απόψεων, ο ίδιος ο σημερινός πρωθυπουργός, ο οποίος έμπλεος χαράς από το νέκταρ της επιτυχίας που έβλεπε μπροστά του, μιλούσε σε δημόσιες συναθροίσεις για νταούλια, λύρες και κλαρίνα τα οποία θα αντιλαλούν στα ευρωπαϊκά οροπέδια, συνοδεύοντας τον… χορό όσων είχαν αντιρρήσεις στις ελληνικές επιδιώξεις.

Η ρητορική αυτή, συνεχίστηκε και μετά τις εκλογές, παρά το γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας δεν συνάντησε ευήκοα ώτα, στις πρώτες επαφές του με ηγέτες της Εσπερίας, οι οποίοι μάλιστα εθεωρούντο και ευμενώς διακείμενοι στα ελληνικά αιτήματα (όρα Ολάντ, Ρέντσι). Το επόμενο χρονικό διάστημα από την 25η Ιανουαρίου μέχρι σήμερα, άρχισε μια διελκυστίνδα ανάμεσα στην Ελλάδα και τους θεσμούς της Ε.Ε. αν θα σταματήσουν οι ήχοι που εξέπεμπαν τα νταούλια ή θα υπογραφεί μια συμφωνία ώστε να υπάρξει το οξυγόνο της χρηματοδότησης που τόσο ανάγκη έχει η χώρα μας. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο βρισκόμαστε σήμερα. Ύστερα από τις παλινωδίες ενός μηνός, η κυβέρνηση βλέποντας το (καταστροφικό) αδιέξοδο, προσγειώθηκε στην πραγματικότητα, προκειμένου να λυθεί ο γόρδιος δεσμός με τους Ευρωπαίους εταίρους.

Ασφαλώς και χάθηκε πολύτιμος χρόνος, ο οποίος λειτούργησε σχεδόν καταστροφικά για την πραγματική οικονομία. Η κυβέρνηση είδε την αλήθεια κατάματα και ζήτησε παράταση της δανειακής σύμβασης. Αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη κακό. Γιατί έτσι μπορεί να βγει η Ελλάδα από το αδιέξοδο και να επιχειρήσει το επόμενο βήμα, που είναι η ανασυγκρότηση της παραγωγικής διαδικασίας της  χώρας. Γι αυτό το κολοσσιαίο γεγονός που αφορά την επιβίωση της πατρίδας μας, δεν γίνεται καμιά απολύτως κουβέντα. Διότι αν η Ελλάδα δεν αρχίσει να παράγει τότε είναι βέβαιο ότι θα οδηγηθεί στο βάραθρο. Αντιθέτως, σήμερα (και πάντα) γίνονται εργώδεις «προσπάθειες» να τορπιλιστεί κάθε επένδυση.

Είναι, λοιπόν, αδήριτος ανάγκη, μακριά από τις προεκλογικές ρητορείες η κυβέρνηση,  να δει κατάματα την ωμή πραγματικότητα. Και να λάβει υπ’ όψιν της αυτό που έλεγε ο Γάλλος πρόεδρος Σαρλ Ντε Γκωλ (1890-1970): «Να κυβερνάς, σημαίνει, να διαλέγεις συνέχεια μεταξύ των κακών λύσεων».

 

Τα σχόλια είναι κλειστά.