Το… συναμφότερον επίδομα
Ο υφυπουργός Παιδείας Κώστας Ζουράρις είχε την καλοσύνη να μας δεχθεί στο Μαντείο των Δελφών – όπου κατέφυγε λίγες μέρες να ξεκουραστεί με αφορμή την κούραση των εορτών – και μας μίλησε όχι μόνο σχετικά με την παρεξηγημένη δήλωσή του ότι «αν χάσουμε κάποια νησιά δεν πειράζει, γιατί τα νησιά θα τα ξαναπαίρνουμε πάντοτε… Τη γλώσσα μας μη χάσουμε!», αλλά και γενικότερα… Μασώντας δάφνη και έχοντας μπροστά του το βιβλίο του «Έρχομαι από μακριά» (εκδόσεις Αρμός) ήταν ξεκάθαρος:
ΞΕΚΑΡΦΩΤΗΣ: Θέλετε να μας αναλύστε τη δήλωσή σας, απαντώντας στους επικριτές σας;
ΖΟΥΡΑΡΙΣ: Ημι-αφρίζοντες έγκριτοι πανάσχετοι άρχισαν τα εν καταληψία τους ακατάληπτα φωταδιστικά τους. Ημι-αφρίζοντες, διότι λόγω πνευματικής τους αφασίας δεν ήταν εις θέσιν να αφρίζουν εντελώς. Εναντίον μου δε διότι είναι πασιφανές ότι δεν τολμούσαν να βρίσουν τον Ελύτη για τα… σκοταδιστικά του, και που βρισκόταν, έντυπος και αμιγής , εντελώς ενώπιόν τους.
ΞΕΚ: Είσθε σαφής!
ΖΟΥΡ: Όχι παίζουμε!
ΞΕΚ: Μπορείτε να γίνετε σαφέστερος;
ΖΟΥΡ: Όχι παίζουμε!
ΞΕΚ: Σας ακούμε…
ΖΟΥΡ: Ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστός – έκαστος διακριτός έναντι του Πλησίον του. Τέτοια είναι η παρ΄ ημίν καθεστηκυία πολιτεία. Είμαστε προεχόντως στο θουκυδίδειον «Κοινόν των Ελλήνων»- καθεστώς νόμιμον, στο του Μακυρυγιάννη υπεροχικώς «όλοι μαζί», αλλά ξεχωριστοί Έκαστος, με το αυτεξούσιον Ενικώτατον Πρόσωπόν μας, το Αυτεπίτακτον.
ΞΕΚ: Άλλο;
ΖΟΥΡ: Και ανυπερβάτως, ο Ακάθιστος Ύμνος ορίζει το διαλεκτικώς εν ασυμμετρία Σύμμετρον του πολιτειακού μας Τρόπου: «Χαίρε αυλή λογικών προβάτων». Εδώ, μέσα σ΄ αυτό το οξύμωρον του Ακαθίστου, κάτι… το ορθογωνίζον υποκυμαίνεται κάτω από τα Αντιληπτά, όπως μας διδάσκει, Οδυσσεύς ο Ελύτης. Αυλή, διότι εκτός αυλής ζουν μόνον οι θεοί και τα θηρία, υπενθυμίζει ο Αριστοτέλης.
ΞΕΚ: Πώς αντιμετωπίζετε το γελοίο;
ΖΟΥΡ: « Ό,τι… είσαι το γελοίον», Ιλιάς Β, 215. Ό,τι του ερχόταν, για να προκαλέσει γέλιο, διότι διαπίστωσε το γελοίον των Προυχόντων, των Ισχυρών. Η ειρωνεία, η σκωπτική ελευθεροφροσύνη, που μας χαρακτηρίζει από την Ιλιάδα και τους Πατέρες της Εκκλησίας μέχρι τον Μακρυγιάννη και τα σημερινά σατιρικά μας, είναι το δομικό-αμυντικό μας στοιχείο, καθιδρυμένη αντάρτικη ασέβειά μας.
ΞΕΚ: Μήπως είναι λίγο τρελά όλα αυτά;
ΖΟΥΡ: Εκείνα τα χρόνια που ήταν οι ιερομηνίες μας -τα Νέμεα, τα Ίσθμια, τα Πύθια, τα Ολύμπια, όλοι οι άλλοι λαοί γύρω- γύρω, οι Αιγύπτιοι, οι Πέρσες, οι Σκύθες, κάθονταν και γελούσαν: Είναι τρελοί αυτοί οι Έλληνες. Προσπαθούν στους Αγώνες τους, ιδρώνουν, ουρλιάζουν! Γιατί σκοτώνονται στην κούραση; Για το τίποτα! Αυτοί όμως και εξεχόντως είναι η αρχική ευρεσιτεχνία μας των Ολυμπιακών Αγώνων. Εξοντώνεσαι για το τίποτε! Σου δίνουν έναν Κότινον από σέλινο! Σκοτώνεσαι για τον ωραίο αγώνα. Ο Αγών είναι η ομορφιά!
ΞΕΚ: Για το δώρο-επίδομα των Χριστουγέννων έχετε κάτι;
ΖΟΥΡ: Δύο πιθάρια με δώρα μας χάρισε ο Ζευς. Αλλά, τι δώρα; Το ένα πιθάρι μας το έχει γεμίσει με δώρα κακά! Καλά, γίνεται; Όταν, προ μισού αιώνος περίπου, άρχισα να ψάχνω και να μελετώ την ελληνική κλασική πολιτική θεωρία, ρώτησα λεξικά και ομηριστές: Μήπως, στην τότε σημασία της γλώσσας μας, το δώρο δεν σήμαινε αυτό που λέει για μας σήμερα; Όχι, μου είπαν όλοι. Το «δώρον» για την Ιλιάδα είναι το σημερινό δώρο. Δηλαδή, θα μας κουφάνει ο Όμηρος; Είναι δυνατόν να πηγαίνεις στη γιορτή του φίλου σου με μια μουχλιασμένη τούρτα; Ναι, είναι δυνατόν, μας διδάσκει ο Όμηρος στο Ω 527-528 της Ιλιάδος. Στο ζεύγμα των δύο λέξεων –«δώρων κακών»- εμφανίζεται για πρώτη φορά στον πολιτισμό της Υφηλίου το Συναμφότερον. Δηλαδή, αυτή η ελληνική εφεύρεση που ορίζει το ιλαρο-τραγικόν της ζωής. Και δώρων, που αυτά πάντοτε δίδουν χαρά αλλά και δώρων που δίδωσι, κάτι το άχρηστο, το επιβλαβές. Δώρα που έχουν μέσα τους και λύπη.
ΞΕΚ: Οι δανειστές Πέρσες έχουν εγκρίνει τα δώρα;
ΖΟΥΡ: Σιγά μη ρωτήσουμε τον Σόιμπλε- Δαρείο…
Του Άρες Μάρες
Τα σχόλια είναι κλειστά.