Φτάνει πια με τα σύνδρομα του ’65
Του Μπάμπη Κούτρα
Μέσα στις πολλές παραδοξότητες που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, έμελλε να ζήσουμε, ως χώρα και ως λαός, ένα ακόμη ακραίο θεσμικά παράδοξο, όπως είναι η πρό(σ)κληση προς τη Δικαιοσύνη να επιλύσει ακραιφνώς πολιτικές διαφορές.
Είναι δύσκολο να βρει κανείς ανάλογο προηγούμενο σε ευρωπαϊκή χώρα στην οποία η θεμιτή, ως έναν βαθμό, διαμάχη ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις για την εκλογή Προέδρου ή την προκήρυξη πρόωρων εκλογών να μετατρέπεται σε αντικείμενο εισαγγελικής διερεύνησης.
Καθόλου, όμως, δύσκολο δεν είναι να φανταστεί κάποιος ποιο μπορεί να είναι το αποτέλεσμα που θα φέρει μια τέτοια έρευνα, όταν οι καταγγέλλοντες δεν είναι σε θέση να προσκομίσουν το παραμικρό στοιχείο που να δικαιολογεί τους ισχυρισμούς τους για απόπειρες εξαγοράς βουλευτών.
Η υιοθέτηση από υπεύθυνα πολιτικά στελέχη αστείων διαδόσεων περί «κουμπαράδων» για την εξαγορά βουλευτών, που στήνονται σε γαμήλιες τελετές, όπως συνέβη τις προηγούμενες ημέρες από τον υπεύθυνο Τύπου της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το μόνο ουσιαστικό αποτέλεσμα που παράγουν είναι να οδηγούν στην πλήρη και συνολική απαξίωση του πολιτικού συστήματος στα μάτια της κοινής γνώμης.
Η κατάπτωση των πολιτικών ηθών, στην οποία μοιραία οδηγούν τέτοιες συμπεριφορές, είναι βέβαιο ότι ενοχλούν βαθύτατα τους πολίτες που ενστερνίζονται το δημοκρατικό ιδεώδες. Και, αντιθέτως, επιβεβαιώνουν όλους όσοι υποστηρίζουν ότι το πολιτικό προσωπικό που ανέδειξε η κρίση των τελευταίων χρόνων υστερεί ποιοτικά έναντι των πολιτικών του πρόσφατου παρελθόντος, παρόλο που οι τελευταίοι δεν είναι άμοιροι για όσα συμβαίνουν σήμερα.
Τα σύνδρομα του 1965 ή, ακόμη χειρότερα, της εμφυλιακής και μετεμφυλιακής Ελλάδας, από τα οποία δείχνουν να διακατέχονται ορισμένοι υποτιθέμενοι νέοι πολιτικοί, δεν δικαιολογούνται, κυρίως όταν οι δοξασίες που πρεσβεύουν και αναπαράγουν δεν βρίσκουν έρεισμα στη σημερινή -τόσο διαφορετική και συνάμα τόσο περίπλοκη- πραγματικότητα που βιώνουμε.
Προφανώς και δεν είναι εύκολο να βάλει κανείς το χέρι του στη φωτιά για να υπερασπιστεί την προσωπική ανυστεροβουλία του κάθε βουλευτή που θα ψηφίσει ή δεν θα ψηφίσει για τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Από το σημείο αυτό, όμως, μέχρι του να καθίστανται εκ προοιμίου ύποπτοι αθέμιτης συναλλαγής ανεξαιρέτως όλοι όσοι έχουν διαφορετική γνώμη ή στάση από εκείνη που προτάσσει το ένα ή το άλλο κόμμα η απόσταση είναι πολύ μεγάλη και ο δρόμος που χρειάζεται να διανύσει κανείς γίνεται πολύ ολισθηρός και επικίνδυνος.
Σε κάθε περίπτωση, σε αυτή τη δύσκολη καμπή στην οποία βρίσκεται η χώρα, υπέρτατο χρέος των πολιτικών, ακόμη και όσων δεν αντιλαμβάνονται πως με τις συμπεριφορές τους πριονίζουν το κλαδί που και οι ίδιοι κάθονται, είναι να αφήνουν απερίσπαστη τη Δικαιοσύνη στα καθήκοντα που της ανήκουν από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της διάκρισης των εξουσιών.
Eχει, άλλωστε, τόσο πολύ και βαρύ έργο να επιτελέσει η Δικαιοσύνη (το έγκλημα, τα σκάνδαλα και τόσα άλλα) που δεν χρειάζεται να επιφορτίζεται με το πρόσθετο «πάρεργο» να βγάλει τα (πολιτικά) «κάστανα από τη φωτιά» κάθε φορά που κάποιοι από το πολιτικό σύστημα αποφασίζουν να παίξουν, χωρίς να τηρούν τους στοιχειώδεις κανόνες, το παιχνίδι της διεκδίκησης της εξουσίας.
Αναδημοσίευση από protothema.gr
Τα σχόλια είναι κλειστά.