Ειδησεογραφικό site

WSJ: Ο Τσίπρας δεν είναι πλέον ο ηγέτης που μπορεί να εμπνεύσει

29

Σε μια μίνι προεκλογική μάχη, μόλις τριών εβδομάδων, με αβέβαιο εκλογικό αποτέλεσμα, αυτό που διερευνάται από τους ξένους αναλυτές είναι αν η Ελλάδα να ενισχύσει τη σύνδεσή της με την Ευρώπη ή θα αφεθεί σε εύθραυστες κυβερνήσεις να ολοκληρώσουν το Μνημόνιο.

Η WS Journal κάνει λόγο για σκληρό εκλογικό τεστ που θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο Αλέξης Τσίπρας, έτσι όπως αποτυπώνουν τα πράγματα τα μέχρι τώρα γκάλοπ. Το συμπέρασμα είναι ότι η δημοφιλία του Τσίπρα κατακρημνίζεται, αν και διατηρεί ακόμη την πρωτοκαθεδρία σε σχέση με τους αντιπάλους του.

Το άρθρο σημειώνει πως όταν ο Τσίπρας αποφάσισε να προκηρύξει πρόωρες εκλογές, η γενική αίσθηση ήταν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα επικρατήσει άνετα. Ωστόσο, τα γκάλοπ έδειξαν μια εντελώς διαφορετική εικόνα αποτυπώνοντας τη δυσανεξία των Ελλήνων στη λιτότητα, αλλά και τη στεναχώρια για το γεγονός ότι η κυβέρνηση συμφώνησε σε ένα ακόμη Μνημόνιο. Επιπλέον, ο ΣΥΡΙΖΑ κλήθηκε να αντιμετωπίσει μια ανταρσία στο εσωτερικό του που οδήγησε σε μια ολική ρήξη με την πλευρά Λαφαζάνη.

Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να μειωθεί η ψαλίδα ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ, που πλέον κινείται μεταξύ 1%-3%. Ο Αλέξης Τσίπρας παραμένει το πιο δημοφιλές πολιτικό πρόσωπο, όμως, τα ποσοστά του παρουσιάζουν ραγδαία πτώση: από το 70% του Μαρτίου έχει κατακρημνιστεί στο 29,5% του Αυγούστου.

Το πιο πιθανό αποτέλεσμα των εκλογών, αναφέρει το άρθρο, είναι να υπάρξει μια συμμαχική κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Και μπορεί, γενικά, οι συμμαχικές κυβερνήσεις να μην μακροημερεύουν, εντούτοις, από το 2010 και μετά, η Ελλάδα έχει αναγκαστεί να δοκιμάσει αυτή τη λύση. Αυτό που μένει να αποδειχθεί είναι αν θα μπορέσει να σχηματιστεί μια κυβέρνηση που θα είναι υπέρ του Μνημονίου και αν αυτή θα καταφέρει να προσφέρει την απαραίτητη πολιτική σταθερότητα για να εκπληρωθεί το πρόγραμμα λιτότητας.

Η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ και του Τσίπρα τα τελευταία χρόνια, αναφέρει το άρθρο, είναι εξόχως ενδιαφέρουσα: ήταν ένα μικρό αριστερό κόμμα, απέκτησε εξουσία, προχώρησε σε μια μικροπολιτική μάχη με τους δανειστές, ζήτησε μέσω δημοψηφίσματος τη γνώμη του λαού και τελικά συμφώνησε σε νέο Μνημόνιο υπό το φόβο της χρεοκοπίας και της εξόδου από το ευρώ.

Η πρόκληση του Τσίπρα είναι να καταφέρει να προκαλέσει ξανά ενθουσιασμό στους ψηφοφόρους του – παρά το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε να σταματήσει τη λιτότητα και τώρα θα κληθεί να εφαρμόσει το Μνημόνιο. Οι αναλυτές σημειώνουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να έχει ένα στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι των παλαιών κομμάτων, τα οποία είναι αρκετά αντιδημοφιλή από τη στιγμή που κατηγορούνται από τους Έλληνες ως υπεύθυνα για το γεγονός ότι η Ελλάδα βίωσε και βιώνει την κρίση.

Ο έμπειρος αναλυτής, Γιάννης Λούλης, λέει: «Ο κ. Τσίπρας δεν είναι πλέον ο ηγέτης που μπορεί να εμπνεύσει ελπίδα. Αυτό έχει φύγει και δεν ξαναγυρνάει. Ωστόσο, παραμένει ο λιγότερο κακός. Οι υπόλοιποι πολιτικοί ηγέτες θεωρούνται τοξικοί».

Άλλοι αναλυτές προτάσσουν το τηλεοπτικό χάρισμα που έχει Τσίπρας. Ο Θεόδωρος Κουλουμπής, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, σημειώνει: «Το μεγαλύτερο προσόν του Τσίπρα παραμένει η ηλικία του και το γεγονός ότι τα κόμματα στην Ελλάδα εξακολουθούν να είναι επικεντρωμένα στον αρχηγό τους.

Η WS Journal, όπως και άλλες ξένες εφημερίδες, κάνει λόγο για την κρίσιμη ψήφο των αναποφάσιστων που φτάνουν στο 25% του εκλογικού σώματος, σύμφωνα με τα γκάλοπ. Ουδείς γνωρίζει αν θα παραμείνουν στη δεξαμενή του ΣΥΡΙΖΑ ή θα αναζητήσουν άλλον πολιτικό χώρο για να εκφραστούν. Το πλέον βέβαιο είναι ότι ουδείς αναμένεται να έχει την αυτοδυναμία.

Ο κ. Κουλουμπής σημειώνει: «Τα γκάλοπ δείχνουν πως θα χρειαστεί να σχηματιστεί συμμαχική κυβέρνηση μεταξύ δύο ή περισσότερων κομμάτων που μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερο σταθερό, πολιτικό αποτέλεσμα. Αυτή η συμμαχία θα προσπαθήσει να εφαρμόσει τη συμφωνία». Πάντως, ο Τσίπρας δεν φαίνεται να αποδέχεται μια τέτοια λύση και απορρίπτει κάθε πιθανότητα σύμπραξης με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Επιμένει πως ο καλύτερος κυβερνητικός εταίρος είναι οι ΑΝΕΛ, με τη μόνη διαφορά ότι αυτοί δεν είναι σίγουρο ότι θα μπουν στη Βουλή.

Μια άλλη σημαντική ένδειξη που σημειώνουν οι αναλυτές είναι ότι η λαϊκή υποστήριξη σε κόμματα που αντιτίθενται στο Μνημόνιο, είναι μικρή. Αυτό δίνει έναν αισιόδοξο τόνο ότι, τελικά, η επόμενη Βουλή θα καταφέρει να εφαρμόσει τα σκληρά μέτρα που ζητούν οι δανειστές. «Οι ισορροπίες θα είναι υπέρ της εφαρμογής των μέτρων. Οι Έλληνες είναι πολύ κουρασμένοι, αλλά πλέον δεν έχουν ψευδαισθήσεις».

Τα σχόλια είναι κλειστά.