Ειδησεογραφικό site

Του Παναγιώτη Ε. Πετράκη: Πώς «έλιωσε» στον αέρα το σενάριο της καθαρής εξόδου

2.010

Ολοι αναρωτιούνται σχετικά με το ποια θα ήταν η πιο σωστή οικονομική πολιτική στη λήξη του τρίτου μνημονίου: η προληπτική γραμμή πίστωσης που πρότειναν η Τράπεζα της Ελλάδος και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή η καθαρή έξοδος που επέλεξε η ελληνική κυβέρνηση;

Τα πραγματικά δεδομένα της αναταραχής του ελληνικού τραπεζικού τομέα και της υψηλής μεταβλητότητας στα spreads του δανεισμού στις διεθνείς κεφαλαιαγορές επαναφέρουν στην επικαιρότητα το ερώτημα, γιατί το πιο σημαντικό διακύβευμά του αφορά την πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Πάντως, μιλάμε για δύο εναλλακτικές πολιτικές οι οποίες δεν έχουν υλοποιηθεί μέχρι σήμερα. Η πρώτη (προληπτική γραμμή) ουδέποτε επελέγη. Η δεύτερη (καθαρή έξοδος), μέχρι στιγμής, δεν έχει υλοποιηθεί αφού το Δημόσιο δεν μπόρεσε μέχρι σήμερα να βγει στις αγορές.

Για να κριθεί επιτυχής η έξοδος θα έπρεπε να βγούμε στις αγορές με ένα λογικό επιτόκιο έτσι ώστε να μπορούν να χρηματοδοτηθούν λήξεις δημόσιου δανεισμού και να μπορούμε να δανειστούμε με νέα κεφάλαια είτε για την εκπλήρωση αντικυκλικής πολιτικής, είτε για την πραγματοποίηση νέων επενδυτικών πρωτοβουλιών. Ως πρώτο συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι πολιτική που δεν εφαρμόζεται δύσκολα μπορεί να κριθεί επιτυχής.
Οι δύο πολιτικές έχουν ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον κοινό σημείο. Και οι δύο είχαν σκοπό να εξασφαλίσουν κεφάλαια για τη χρηματοδότηση του δημόσιου δανεισμού. Θεωρητικά αυτό θα καθησύχαζε τις αγορές και έτσι θα ευνοείτο κατ’ επέκταση και ο ιδιωτικός τομέας. Στην πράξη όμως δεν συνέβη αυτό – τουλάχιστον μέχρι σήμερα.

Η προβλέψιμη ταραχώδης όμως κατάσταση στις διεθνείς αγορές και ο πολιτικός κύκλος που διερχόμαστε προκαλούν αρνητικές καταστάσεις. Απεδείχθη δηλαδή ότι το πρόβλημα δεν ήταν μόνο θέμα επάρκειας κεφαλαίων, όπως πολύ περιοριστικά εκτιμήθηκε. Εξάλλου τα ζητούμενα ποσά ήταν πολύ μικρά. Ηταν ζήτημα πλαισίου λειτουργίας το οποίο περιελάμβανε και σημεία που αφορούν και τον δημόσιο και τον τραπεζικό τομέα. Αντιθέτως, η καθαρή έξοδος δεν περιελάμβανε τίποτε απ’ όλα αυτά. Αυτό το πληρώνουμε σήμερα με σημαντική αύξηση της αβεβαιότητας.

Οταν διατυπώθηκε από την ελληνική κυβέρνηση η πολιτική για την καθαρή έξοδο, που έδινε ίσως πολιτικούς πόντους, κάποια «φωτεινά» ευρωπαϊκά και εγχώρια μυαλά συμφώνησαν και επαυξήσανε. «Θέλετε καθαρή έξοδο; Μάλιστα! Θα (υπερ)αυξήσετε τους φόρους για να φτιάξετε “μαξιλάρι” για την έξοδό σας, θα γυρίσετε πίσω 24,5 δισ. από τα 86 δισ. ευρώ και συγχρόνως θα απομειώσετε τα κόκκινα δάνεια και βεβαίως οι τράπεζες να επιστρέψουν γρήγορα το κεφάλαιο του ELA». Και όλα αυτά ενώ γνωρίζαμε ότι μία «φυσιολογική» απομόχλευση χρειάζεται συνήθως 5-7 χρόνια για να ωριμάσει, καθώς και ότι λιτότητα και απομόχλευση δεν πάνε μαζί! Σημειώνουμε ότι το αρχικό πλαίσιο του τρίτου μνημονίου ήταν ιδιαίτερα πλούσιο. Γιατί αυτοί που το σχεδιάζουν γνώριζαν τα παραπάνω. Αυτοί που το εφάρμοσαν το ξέχασαν ως βασιλικότεροι του βασιλέως.

Αυτό λοιπόν το μείγμα της «υπερφορολόγησης», της «υπεραπομόχλευσης», της «υπερεξάντλησης της ρευστότητας» μαζί με την ταραχώδη διεθνή σκηνή και τον πολιτικό κύκλο τίναξαν στον αέρα το σενάριο της καθαρής εξόδου. Πάρα πολλές αρνητικές αποφάσεις μαζί για μία αδύναμη ακόμα οικονομία. Εκτοτε χάνουμε πολύτιμο χρόνο και ενέργεια. Αντί να συζητάμε τώρα πώς θα οργανώσουμε την προσέλκυση κεφαλαίων, συζητάμε πώς θα επανοργανώσουμε ξανά το τραπεζικό μας σύστημα. Οπως περίπου το 2015!

Διαπιστώνουμε δηλαδή ότι, είτε η προληπτική είχε επιλεγεί είτε η καθαρή έξοδος, το σοβαρό λάθος βρίσκεται στην οικονομική πολιτική που ακολουθήθηκε. Εάν δεχτούμε, δηλαδή, ότι μετά τη 15η Ιουλίου του 2015 ήταν υποχρεωτικό το τρίτο μνημόνιο, το επιπλέον λάθος βρίσκεται στον τρόπο που εφαρμόστηκε, με κύρια χαρακτηριστικά την «υπερφορολόγηση», την «υπεραπομόχλευση» και την «υπερεξάντληση της ρευστότητας»!

Ωστόσο, για κάποιον που βάζει, πάλι, την πολιτική μπροστά από την οικονομία, όλα τα παραπάνω δεν έχουν πολύ μεγάλη σημασία. Η προληπτική γραμμή δεν θα ήταν πολύ φιλική με την υπαναχώρηση στις συντάξεις και το αφορολόγητο, ενώ η καθαρή έξοδος έχει θεωρητικά περισσότερες ευχέρειες, ιδίως όταν λειτουργεί, έστω και αν κοστίζει περισσότερο.

Συνεπώς, η Ιστορία ως εκτιμητής των αποφάσεων έχει ακόμα αρκετό δρόμο μπροστά της. Μέχρι τώρα ο δείκτης δείχνει μόνο αύξηση του πόνου.

 

ΠΗΓΗ: protothema.gr

Τα σχόλια είναι κλειστά.