Ειδησεογραφικό site

Του Νίκου Κασκαβέλη: Όχι άλλο δηλητήριο. Πνιγόμαστε

2.020

 

Η χώρα βιώνει πολυδιάστατη κρίση. Αυτό πια το λένε όλοι και έχει γίνει κατανοητό. Ελάχιστοι παρέμειναν να πιστεύουν πως μόνο «λεπτομέρειες» δεν πάνε καλά. Πως κατ’ εξαίρεση τα πράγματα δεν δουλεύουν και για όλα φταίνε μερικοί δακτυλοδεικτούμενοι. Πως με 2-3 διορθωτικές κινήσεις, ίσως και με παραδειγματισμό ορισμένων, όλα θα πάνε καλά. Δυστυχώς  τα πράγματα έχουν ξεφύγει κατά πολύ από αυτή τη φάση. Η κατρακύλα είναι συνεχής και είναι αμφίβολο πώς θα αναστραφεί ο κύκλος παρακμής.

Δεν θα εξετάσω εδώ τις συνήθεις διαστάσεις του δράματος. Δεν θα μιλήσουμε για την οικονομία και τις αναιμικές προοπτικές της. Για την ανεργία και την παρεπόμενη γάγγραινα της νέας μετανάστευσης. Για το δημογραφικό που εγγυάται ένα ακόμα ζοφερότερο μέλλον για την πατρίδα. Θα μιλήσω  για κάτι πιο διάχυτο, που διαπνέει κάθε σχεδόν κοινωνική δραστηριότητα. Κάτι εξαιρετικά επικίνδυνο, σύμπτωμα, μαζί και αίτιο των συνθηκών παρακμής και κοινωνικής διάβρωσης που ζούμε. Είναι κάτι ορατό στην καθημερινή δραστηριότητα, στον δημόσιο διάλογο, στις συναλλαγές. Μιλώ  για το «δηλητήριο» που έχει διαποτίσει  τις σχέσεις μας. Τελικά το ίδιο μας το μυαλό.

Είναι ένα δηλητήριο ύπουλο, που διεισδύει βαθιά και αλλοιώνει τους δεσμούς μας με την κοινωνία, τους συμπολίτες και συνανθρώπους μας, τελικά τον ίδιο μας τον δεσμό και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη ζωή. Βάση του έχει τη δυσπιστία, -στην καλύτερη περίπτωση- και έκφρασή του ο λόγος μίσους. Είτε αυτό εκφράζεται ευθέως, με κατάρες για «ψόφους» και άλλα παρόμοια, είτε συγκαλυμμένα με καυστική ειρωνεία και γενικώς παραινέσεις καταστροφής. Πότε φτάσαμε σε αυτό το σημείο; Ναι, βέβαια, η έκφραση «να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα» γεννήθηκε σε αυτόν τον τόπο για κάποιο λόγο. Όμως αυτό, όσο και αν ίσχυε ως νοοτροπία, δεν έπαυε να έχει κάτι το περιθωριακό, εξ ου και «αστείο». Σήμερα μιλάμε για γενικευμένη κατάσταση.

Σαφείς ενδείξεις αυτής της κατάστασης έχει κανείς από την ενασχόληση με τη δημόσια σφαίρα. Είτε έμμεσα, μέσω κοινωνικών δικτύων, είτε πιο άμεσα αν έχει τη… γενναιότητα της ενασχόλησης με τα κοινά. Η ποσότητα «χολής» που εκτοξεύεται εναντίον δικαίων και αδίκων είναι πλέον μη διαχειρίσιμη. Η ατμόσφαιρα καθίσταται εξαιρετικά τοξική. Και αφορά κάθε σχεδόν διάσταση της κοινωνικής δραστηριότητας. Ακόμα και σε τομείς που δεν θα το περίμενε ίσως κανείς.

Διάβαζα χθες μια είδηση για πρόσφατη συνέντευξη του Γιάννη Αντετοκούνμπο, του Έλληνα αθλητή (γιού μετανάστη) που έχει κατορθώσει με τη δουλειά και τα φυσικά του χαρίσματα να φτάσει σε πρωτοφανή ύψη αναγνωρισιμότητας και αριστείας. Εκεί ο Γιάννης εξέφραζε την πικρία του για ρατσιστικό (έτσι τον εξέλαβε και ο ίδιος και πλήθος κόσμου και πάντως τα διεθνή ΜΜΕ, δικαστική κρίση δεν έχουμε) χαρακτηρισμό που εξαπολύθηκε ελαφρά τη καρδία κατά του επίσης σημαντικού αθλητή αδερφού του, Θανάση.

Τα σχόλια κάτω από την είδηση, σε μεγάλο αριθμό και ένταση, είναι απολύτως αποκαρδιωτικά. Ειρωνείες, χλευασμοί, κακίες. Σε ποιον; Σε κάποιον που είναι ήδη στον «Όλυμπο» και διαφημίζει τη χώρα σε κάθε άκρη του πλανήτη, όπως κανείς στο παρελθόν.  Πιθανόν άλλοι, στον ίδιο ή σε άλλους τομείς, να το άξιζαν εξίσου ή και περισσότερο, αλλά η αδυσώπητη πραγματικότητα, αυτό λέει. Ο Γιάννης είναι ο απόλυτος πρεσβευτής της χώρας και αυτό από μόνο του θα άξιζε μιας άλλης αντιμετώπισης. Πέραν φυσικά της κινηματογραφικής πορείας και του αγώνα του. Αλλά αυτό ακριβώς εμπεριέχει έναν συμβολισμό, που για τους μπολιασμένους με τη νοοτροπία της «καταστροφής» (εκφράζεται ως μισανθρωπία, ρατσισμός, κακεντρέχεια, μικροψυχία, και άλλα παρόμοια), αποτελεί κόκκινο και δύσπεπτο πανί.

Προφανώς και δεν είναι αυτή η έκφραση της πλειοψηφίας. Προφανώς και όσοι ενστερνίζονται παρόμοιες ιδέες, που εκκινούν από φόβο ή μίσος, φωνάζουν περισσότερο. Έχουν όμως τη δύναμη να προκαλούν απελπισία σε κάποιον ευαίσθητο στα μηνύματα και προμηνύματα της Ιστορίας. Ο Γιάννης, απλό παράδειγμα. Άλλωστε ο ίδιος δεν πρόκειται να πληγεί από αυτό. Θα συνεχίσει να μεσουρανεί. Εμείς, εδώ, στη μιζέρια μας, τι κάνουμε είναι το ζήτημα. Ανέφερα το παράδειγμά του γιατί ο χώρος που κινείται, θεωρητικά, είναι πιο ανώδυνος. Θα έπρεπε να ενώνει. Αν πιάσουμε την πολιτική, εκεί βρισκόμαστε πλέον στα πρόθυρα ή και στον ήδη εκδηλωμένο εμφύλιο. Με συγκεκριμένα στρατόπεδα αλλά και γενικώς. Όλοι εναντίον όλων. Με θυμό εναντίον του άλλου και της κοινωνίας.

Κάτω από κάθε ανάρτηση επωνύμου πολιτικού, σχόλια ειρωνείας και χολής. Αποτρεπτικά της κάθε πρωτοβουλίας. Μηδενιστικά και υβριστικά, αγνοώντας (από άγνοια ή από πεποίθηση, μια και «τίποτε δε λειτουργεί») ακόμα και νομικές συνέπειες. Μα ούτε αυτό το τελευταίο έχει τόση σημασία. Το τρομακτικό είναι αυτός ο μηδενιστικός λόγος, που κρύβει και μηδενιστική κοσμοθεωρία. Μια γενική ματαιότητα. Τίποτε δεν μπορεί να γίνει, όλα είναι μάταια, οπότε «στάχτη και μπούρμπερη». Και φυσικά, η αντιμετώπιση αυτή εκτείνεται και σε λιγότερο «επώνυμους». Σε νέους ανθρώπους που έχουν το «θράσος» να επιδιώκουν δημόσιο λόγο. Όχι, και αυτοί πρέπει να «αποκεφαλισθούν». Να τους φύγει η διάθεση προσφοράς. Με ποιο δικαίωμα έχουν αυτοί ψήγμα έστω ελπίδας; Γιατί δεν τα βλέπουν και αυτοί όλα μαύρα και γιατί τολμούν να αρθρώνουν λόγο, υποστηρίζοντας μάλιστα και συγκεκριμένες θέσεις ή κόμματα;

Γιατί αυτό είναι το μεγαλύτερο σύμπτωμα. Ο διάλογος έχει εξοβελιστεί ως έννοια. Η αποδεκτή διαφωνία και η ανταλλαγή επιχειρημάτων. Όχι, εδώ αν διαφωνείς, η απάντηση είναι μόνο η ειρωνεία και ο χλευασμός. Η καταστροφή του «αντιπάλου». Φαίνεται ανάγλυφα σε κάθε θέμα επικαιρότητας. Κοινωνικό, οικονομικό, εθνικό. Στρατόπεδα συνθημάτων και ολοκληρωτικού πολέμου. Δίχως γέφυρες. Και φυσικά, υπάρχουν πολλές αιτίες για αυτό, που πηγαίνουν βαθιά. Σχετίζεται και με την οικονομική κρίση και τις απάνθρωπες συχνά συνθήκες διαβίωσης, που δημιουργούν βασικά φόβο και γενικευμένη ανασφάλεια. Δεν είναι μόνο αυτό όμως.

Σχετίζεται και με τη διαπαιδαγώγηση της κοινωνίας από την ηγεσία της. Από τον δημόσιο λόγο από τα πλέον επίσημα χείλη, που σε κάθε δεύτερη φράση μόνο να κατηγορούν μπορούν και να διχάζουν. Που δεν μιλούν με λόγο δημιουργικό, για πολιτικές παραγωγής και οράματος, αλλά μόνο για «σκοτεινές ευθύνες» και για «μοχθηρούς ανθρώπους». Που συντηρούνται και ζουν μόνο από την ολιστική, μανιχαϊστική αντιπαράθεση. Αυτοί κακοί, εμείς καλοί. Τέλος, χωρίς ανάγκη άλλου επιχειρήματος. Κι ας είναι αυτό φαύλος κύκλος.

Μιλάμε συχνά, όχι όσο θα έπρεπε, για τις πολιτικές που είναι αναγκαίες για την οικονομική ανάκαμψη. Πέρα και πάνω από αυτά όμως, θα έπρεπε να μας απασχολεί και η σχέση μας με τον «άλλο». Η συμβίωσή μας σε αυτήν την κοινωνία, που είναι το σπίτι μας. Πώς και τι να χτίσουμε, έστω από την αρχή, αν δεν αντέχουμε ο ένας τον άλλο; Αν δεν μπορούμε να ενθαρρύνουμε τους νεότερους, τους άξιους, να βγουν μπροστά και τους κλείνουμε το δρόμο με κάθε τρόπο, με κάθε μας λέξη; Έτσι, δεν πάμε πουθενά. Δεν έχει και νόημα. Ακόμα και κάτι αξιόλογο να χτιστεί, σε δεύτερη φάση θα γκρεμίζεται. Ας ξανακούσουμε τον ποιητή. Είναι άμεση ανάγκη να μάθουμε πάλι «να κουβεντιάζουμε, ήσυχα και απλά»

* Ο κ. Νίκος Κασκαβέλης, Δικηγόρος (ΜΔΕ, MSc)

 

 

ΠΗΓΗ: capital.gr

Τα σχόλια είναι κλειστά.