Ειδησεογραφικό site

Του Κώστα Στούπα: Η κατάληξη είναι πλέον ορατή…

2.045

 

Οι συχνές επιθέσεις από την κυβέρνηση στον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος,  Γ. Στουρνάρα δεν αποτελούν ελληνική ιδιαιτερότητα. Όλο και πιο συχνά δυτικές κυβερνήσεις επιτίθενται στις Κεντρικές Τράπεζες των χωρών τους και ζητούν μερίδιο άσκησης επιρροής στις αποφάσεις τους.

Η ελληνική ιδιαιτερότητα χαρακτηρίζεται από τον τρόπο που μεθοδεύονται αυτές οι επιθέσεις που θυμίζουν τακτικές «μαφίας». Π.χ. μέσω ελεγχόμενων από την κυβέρνηση εφημερίδων και εισαγγελέων στήνονται υποθέσεις με στόχο την εκβίαση του Κεντρικού Τραπεζίτη σε  παραίτηση.

Σε αρκετές δυτικές δημοκρατίες τον τελευταίο καιρό παρατηρούνται όλο και συχνότερα δημόσιες κυβερνητικές προειδοποιήσεις και νουθεσίες προς τις Κεντρικές Τράπεζες, οι οποίες αντιβαίνουν την αρχή της ανεξαρτησίας τους. Αντιβαίνουν δηλαδή την αρχή της ανεξαρτησίας της νομισματικής και επιτοκιακής πολιτικής από την οικονομική πολιτική για την άσκηση της οποίας είναι αρμόδια η κυβέρνηση.

Τον περασμένο Δεκέμβριο π.χ. ο πρόεδρος Τραμπ, συμπεριφερόμενος σαν ιδιοκτήτης ελληνικής ποδοσφαιρικής ομάδας απέναντι στον προπονητή της, επετέθη στη FED και της υπέδειξε πώς να κάνει τη δουλειά της.

Ιδού πως περιέγραφαν τα ρεπορτάζ του περασμένου Δεκεμβρίου τα σχετικά γεγονότα.

«Το μοναδικό πρόβλημα της οικονομίας μας είναι η Fed», έγραψε ο Αμερικανός πρόεδρος σε ανάρτησή του στο Twitter. «Δεν νιώθουν την αγορά, δεν καταλαβαίνουν τους εμπορικούς πολέμους», πρόσθεσε.

Για τον Τραμπ «η Fed μοιάζει με δυνατό γκόλφερ που δεν μπορεί να βάλει το μπαλάκι στην τρύπα γιατί του λείπει η ακρίβεια».

…Σε αντίθεση με τους προκατόχους του ο Αμερικανός πρόεδρος επικρίνει συστηματικά τις αποφάσεις της Fed. Την περασμένη εβδομάδα είχε καλέσει τον πρόεδρο της ομοσπονδιακής τράπεζας, Τζερόμ Πάουελ, να μην αυξήσει τα επιτόκια, εκτιμώντας ότι μια τέτοια απόφαση θα ήταν «λανθασμένη»».

Οι απειλές και οι νουθεσίες φαίνεται πως έπιασαν τόπο.

Η Fed κατά την τελευταία συνεδρίαση αποφάσισε να κρατήσει σταθερά τα επιτόκια, ανακοινώνοντας παράλληλα ότι θα τηρήσει «υπομονετική» προσέγγιση για τις επόμενες κινήσεις της, αναλόγως με την εξέλιξη των οικονομικών συνθηκών.

Φυσικά οι αγορές πανηγύρισαν, όπως θα πανηγύριζαν οι πότες στην είδηση πως η προσφορά αλκοόλ θα μείνει σταθερή αντί να μειωθεί όπως προγραμματιζόταν, ενώ διαφαίνονται και οι προοπτικές αύξησης.

Στην περίπτωση του αλκοόλ όλοι γνωρίζουν πως ένα-δυο ποτηράκια δημιουργούν ευεξία, ενώ ένα-δυο μπουκάλια την ημέρα οδηγούν σε προβλήματα και μικραίνουν τον κύκλο της ζωής.

Άνοδος των επιτοκίων σημαίνει μείωση της ρευστότητας ενώ μείωση των επιτοκίων σημαίνει αύξηση της ρευστότητας.  Όταν η αγορά έχει περισσότερη ρευστότητα απ’ όση ορίζει η ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης δεν γίνεται σωστή χρήση της.

Όταν υπάρχει υπερβολική προσφορά ρευστότητας με μηδενικά επιτόκια οι προβληματικές εταιρείες (αυτές που έχουν φθίνουσα ή αρνητική απόδοση) μπορούν και δανείζονται και συνεχίζουν τη λειτουργία τους. Αν η προσφορά εξαρτιόταν από την αγορά θα αναγκαζόντουσαν ή να αναδιοργανωθούν ή να κλείσουν.

Όταν οι προβληματικές επιχειρήσεις συνεχίζουν να λειτουργούν μη αποδοτικά αποσπούν μερίδιο και πόρους από τις υγιείς επιχειρήσεις τις οποίες πιέζουν να να γίνουν και αυτές προβληματικές.

Η κατάσταση αυτή μοιάζει με τα καρκινικά κύτταρα σε έναν οργανισμό που βρίσκουν κατάλληλες συνθήκες και εξαπλώνονται σε βάρος των υγιών. Όλοι μπορούμε να καταλάβουμε ποια θα είναι η κατάληξη.

Αυτή τη φορά η άνοδος των αμερικάνικων επιτοκίων φαίνεται πως σταμάτησε στο 2,5%, ενώ στον προηγούμενο κύκλο ανόδου είχε σταματήσει στο 5,5% και στους προηγούμενους όλο και υψηλότερα.

Τους τελευταίους μήνες άλλη μια κυβέρνηση που επιτίθεται συχνά στην Κεντρική Τράπεζα είναι η ιταλική. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως οι λαϊκιστικές κυβερνήσεις είναι αυτές που επιτίθενται στην Κεντρική Τράπεζα, όπως επιτίθενται και στη δικαιοσύνη, τον τύπο και γενικότερα κάθε θεσμό μέσω  του οποίου τα δημοκρατικά συντάγματα ελέγχουν την εκάστοτε κυβερνητική εξουσία.

Οι επιθέσεις αυτές προς τις Κεντρικές Τράπεζες και τις ανεξάρτητες αρχές στην περίπτωση  επιδείνωσης του οικονομικού κλίματος  ή μιας οικονομικής κρίσης αναμένεται να ενταθούν.

Στις δυτικές κοινωνίες υφέρπει μια δυσαρέσκεια που ενισχύει τα λαϊκιστικά ρεύματα. Υφέρπει επίσης μια αντίληψη πως μια πιο αυταρχική εξουσία θα επιτύγχανε μεγαλύτερη ευημερία. Τούτο πείθει αρκετούς να αποδεχτούν περιορισμούς στις ελευθερίες και εκπτώσεις στους δημοκρατικούς θεσμούς. Η αντίληψη αυτή είναι λάθος. Ιστορικά οι ανοιχτές κοινωνίες και οι ελεύθερες οικονομίες μακροπρόθεσμα επιτύγχαναν μεγαλύτερη υλική και πνευματική ευημερία.

Τα παραδείγματα της Ρωσίας και της Τουρκίας εσχάτως αποτελούν προπομπό των τάσεων που αναπτύσσονται διεθνώς. Οι κυβερνήσεις εκλέγονται μεν αλλά σταδιακά καταργούν όλες τις δημοκρατικές δικλείδες ασφαλείας των ανεξάρτητων εξουσιών και αρχών που τις ελέγχουν.

Η Ρωσία αν και μια χώρα με πλούσιους φυσικούς πόρους διαθέτει λίγους πολύ πλούσιους και πολλούς πολύ φτωχούς αναλογικά πολίτες οι οποίοι ταλανίζονται από τον πληθωρισμό και τις υποτιμήσεις του εθνικού νομίσματος. Η Ρωσία δεν είναι κράτος δικαίου αλλά ολιγαρχική κλεπτοκρατία που οι εκλογές παίζουν διακοσμητικό ρόλο.

Η Τουρκία βαδίζει πάνω σε αυτά τα χνάρια καθώς μετά το πραξικόπημα των Κεμαλιστών ο ισλαμιστής Ερντογάν ασκεί ασφυκτικό έλεγχο στον Τύπο, τη δικαιοσύνη και την Κεντρική Τράπεζα.

Οι συνέπειες γίνονται όλο και πιο εμφανείς: Υψηλός πληθωρισμός, πτώση του ρυθμού ανάπτυξης. Τον τελευταίο καιρό στην Τουρκία βρίσκεται σε εξέλιξη η κρίση της «μελιτζάνας» καθώς οι τιμές των οπωροκηπευτικών έχουν γίνει απαγορευτικές για το καλάθι της νοικοκυράς.

Η ολιγαρχική εξουσία όπως και στη Βενεζουέλα προσπαθεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με διατιμήσεις και ελέγχους στα σούπερ-μάρκετ με αποτέλεσμα να χειροτερεύει την κατάσταση.

Πολλά σούπερ-μάρκετ επειδή φοβούνται μην αναγκαστούν να πουλήσουν με ζημιά, δεν προμηθεύονται τα επίμαχα προϊόντα. Τον ίδιο δρόμο είχε ακολουθήσει η Βενεζουέλα και κατέληξε στα άδεια ράφια και τη  λιμοκτονία του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού της.

Τα παραδείγματα αυτά καταδεικνύουν που θα μπορούσε να οδηγήσει η «μόδα» περιορισμού της οικονομικής ελευθερίας και της ανάληψης από το κράτος όλο και μεγαλύτερου ρόλου στην οικονομία και τη νομισματική πολιτική.

«Ασωτία»…

Τα τελευταία χρόνια οι Κεντρικές τράπεζες έχουν υποταχτεί πλήρως στις ανάγκες της δημοσιονομικής πολιτικής. Ενώ τα υπουργεία οικονομικών έπρεπε να προσαρμόζουν την πολιτική στα δεδομένα και τις δυνατότητες της οικονομίας, πίεζαν τις Κεντρικές Τράπεζες για όλο και χαμηλότερα επιτόκια (ποσοτικές χαλαρώσεις…) προκειμένου να αποφύγουν να κάνουν μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα είχαν πολιτικό κόστος.

Αυτό έχει οδηγήσει σε μια πολιτική νομισματικής «ασωτίας» η οποία δημιουργεί μια πλασματική εικόνα οικονομικής ακμής.

Το μεγαλύτερο μέρος της ρευστότητας από τα μηδενικά επιτόκια και τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης πάνε στις τιμές των ακινήτων και τις μετοχές δημιουργώντας παντού «φούσκες».

Παράλληλα το παγκόσμιο χρέος αυξάνεται με «τρελούς» ρυθμούς πιέζοντας για μεγαλύτερη χρονική διάρκεια με μηδενικά επιτόκια και αυξάνοντας τον αριθμό των αξιογράφων και των καταθετικών λογαριασμών με αρνητικές αποδόσεις. Οι αρνητικές αποδόσεις μοιάζουν με πυρηνική βόμβα στα θεμέλια της παγκόσμιας οικονομίας.

Το σοβιετικό ή ναζιστο-φασιστικό μοντέλο του περιορισμού της οικονομικής ελευθερίας και του απόλυτου κρατικού σχεδιασμού μέσω των κυβερνήσεων-Κεντρικών Τραπεζών μερικές δεκαετίες μετά την ήττα και την κατάρρευσή του εισάγεται στη Δύση από την πίσω πόρτα και  επαναλαμβάνεται. Η κατάληξη είναι ορατή…

 

ΠΗΓΗ: capital.gr

Τα σχόλια είναι κλειστά.