Ειδησεογραφικό site

Του Γιώργου Κουβαρά: Αλήθειες και ψέματα από τα γκάλοπ του Σεπτεμβρίου

2.075

Τα γκάλοπ του Σεπτεμβρίου, που αναμένονταν με μεγάλο ενδιαφέρον για να δούμε αν υπάρχουν περιθώρια αλλαγής των πολιτικών συσχετισμών, επιβεβαιώνουν ότι θα πάμε στις εκλογές χωρίς πολλά περιθώρια εκπλήξεων.

Η μικρή μείωση της διαφοράς ανάμεσα στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ δεν αρκεί για να αλλάξει την εικόνα. Διατηρώντας ένα σταθερό προβάδισμα (διψήφιο στις περισσότερες δημοσκοπήσεις στην εκτίμηση ψήφου), η Ν.Δ. εμφανίζεται ως ο σίγουρος νικητής των επόμενων εκλογών και το στοίχημα που καλείται να κερδίσει είναι η αυτοδυναμία. Στόχος που φαίνεται αρκετά πιθανό να επιτευχθεί, πρώτον, γιατί το ποσοστό της προσεγγίζει ήδη την αυτοδυναμία και, δεύτερον, γιατί διευκολύνεται από το γεγονός ότι το άθροισμα των κομμάτων του θα μείνουν εκτός Βουλής δείχνει να μεγαλώνει όσο πάμε προς τις εκλογές. Και ως γνωστόν, όσο μεγαλύτερο είναι αυτό το άθροισμα τόσο μικρότερο είναι το ποσοστό με το οποίο το πρώτο κόμμα εξασφαλίζει την αυτοδυναμία.

Το γεγονός ότι η νίκη της Ν.Δ. έχει περίπου προεξοφληθεί οδηγεί εδώ και αρκετό καιρό ορισμένους σε υπερβολικές εκτιμήσεις για τη διαφορά που θα τη χωρίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες ασφαλώς δεν επιβεβαιώνονται με το πέρασμα του χρόνου. Η διαφορά μπορεί βεβαίως να είναι διψήφια, η ιδέα όμως ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταβαραθρωθεί και ότι μπορεί να χάσει ακόμη και με… double score έχει στοιχεία υπερβολής, όπως αποδεικνύεται όσο πλησιάζουν οι εκλογές.

Οπως συμβαίνει κάθε Σεπτέμβρη, η κυβέρνηση και φέτος βελτίωσε συγκριτικά το δημοσκοπικό ποσοστό της. Για την ακρίβεια, δεν το βελτίωσε η κυβέρνηση συνολικά, αλλά μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ γιατί ο άλλος εταίρος (ΑΝ.ΕΛ.) καταρρέει. Το γεγονός ότι αυτό συνέβη παρά την τραγωδία στο Μάτι έχει τη σημασία του και δείχνει ότι όσο μεγαλύτερη πίεση δέχεται ο Αλέξης Τσίπρας τόσο περισσότερες δυνατότητες του δίνονται να συσπειρώνει τον δικό του χώρο. Παρά τη βελτίωση της συσπείρωσής του, πάντως, ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει καθηλωμένος χαμηλά και φαίνεται να διεκδικεί ένα εκλογικό ποσοστό που ίσως είναι το χαμηλότερο που έλαβε ποτέ κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας.

Για την ιστορία, θυμίζω ότι με εξαίρεση τη θριαμβευτική επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1974 (όταν έλαβε 54% και η Ενωση Κέντρου πήρε 20%) από τότε και πέρα το χαμηλότερο ποσοστό που έλαβε ποτέ κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη Μεταπολίτευση ήταν το 25% που πήρε το ΠΑΣΟΚ το 1977. Και μεγαλύτερη διαφορά που καταγράφηκε ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο κόμμα ήταν οι 12 μονάδες με τις οποίες το ΠΑΣΟΚ το 1981 κέρδισε τη Ν.Δ. Από τότε διψήφια διαφορά έχει καταγραφεί μόνο άλλη μία φορά, το 2009, στη νίκη του Γιώργου Παπανδρέου έναντι του Κώστα Καραμανλή.

Ολα αυτά, πέρα από το ιστορικό τους ενδιαφέρον, καταδεικνύουν πόσο υπερβολικές είναι οι εκτιμήσεις ορισμένων -και εντός Ν.Δ.- που θεωρούν ότι η εκλογική επιτυχία είναι συνώνυμη της… εξαφάνισης του ΣΥΡΙΖΑ.

Δύο ακόμη σημεία που πρέπει να προσεχθούν.
Πρώτον, ενώ είναι γνωστό σε όλους ότι το ισχυρό χαρτί του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει ο ίδιος ο Τσίπρας, για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κερδίζει τον πρωθυπουργό στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία και μάλιστα με διψήφια διαφορά. Συνήθως συμβαίνει το αντίθετο, δηλαδή αυτός που κατέχει το αξίωμα διατηρεί μέχρι τέλους ένα έστω οριακό προβάδισμα. Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη συνέβη το εξής πρωτότυπο: αμέσως μετά την εκλογή του, πέρασε μπροστά από τον Τσίπρα στην καταλληλότητα και η Ν.Δ. απέκτησε δημοσκοπικό προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ το οποίο ακολούθησε ανοδική πορεία.

Δεύτερον, σε συνθήκες πόλωσης, κρίσιμο είναι το μέλλον του λεγόμενου «ενδιάμεσου χώρου», ανάμεσα στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ. Με τον Τσίπρα και τον Μητσοτάκη να προσπαθούν να λεηλατήσουν το Κέντρο και την Κεντροαριστερά, είναι δύσκολο για το ΚΙΝ.ΑΛ. να αυξήσει τις δυνάμεις του και να παίξει ρόλο την επόμενη μέρα. Από την επιβίωση, όμως, του τρίτου πόλου θα εξαρτηθούν πολλά για τη διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού την επόμενη μέρα.

ΠΗΓΗ: protothema.gr

Τα σχόλια είναι κλειστά.