Ειδησεογραφικό site

Του Χ. Χωμενίδη: Φοβάμαι τους ανθρώπους που με καταλερωμένη τη φωλιά ψάχνουν λεκέδες στη δική σου

2.029

 

Ο τελευταίος πρωθυπουργός που εφάρμοσε ένα πολιτικό σχέδιο για τη χώρα ήταν ο Κώστας Σημίτη.

Ο Κώστας Καραμανλής τον διαδέχθηκε διαβεβαιώνοντας τους ψηφοφόρους ότι «υπάρχει καλύτερη Ελλάδα και τη θέλουμε». Ξεκίνησε τη διακυβέρνησή του με τον διαβόητο απολογισμό, ο οποίος αντί να εκθέσει το Πασόκ στους Έλληνες πολίτες, εξέθεσε την Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αποδείχθηκε ότι για την είσοδό μας στην Ευρωζώνη είχαν χρησιμοποιηθεί χαλκευμένα εν τίνι μέτρω στοιχεία, ώστε το αληθινό έλλειμμα του 1999 να κατέβει από το 3,07% στο όριο του 3%. Ξύπνησαν έτσι τα τιμωρητικά ένστικτα των εταίρων μας και η χώρα ετέθη υπό επιτήρηση – τι κι αν τόσο η Ιταλία όσο και η Γαλλία και το Βέλγιο, ακόμα και η Γερμανία, είχαν επίσης «μαγειρέψει» τους αριθμούς τους. Υπήρξαμε οι μοναδικοί που βάλαμε τα χέρια μας και βγάλαμε τα μάτια μας. Η πρωθυπουργική ρήση στην ταβέρνα του Μπαϊρακτάρη περί πάταξης των «νταβατζήδων» πήγε να εφαρμοστεί με τον νόμο «περί βασικού μετόχου» που -φευ!- εξέπεσε στα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Το όνειρο του Κώστα Καραμανλή για πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική οδήγησε σε θεαματικά ανοίγματα προς τη Ρωσία του Πούτιν που έμειναν ημιτελή κι εντέλει μάλλον μάς ζημίωσαν. Από την πενταετία 2004-2009, στην ιστορική μνήμη θα καταγραφεί η άψογη τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων (που ωστόσο προετοιμάζονταν χρόνια πριν να αναλάβει ο Καραμανλής), η απανθράκωση της Δυτικής Πελοποννήσου από τις πυρκαγιές του 2007, η λεηλασία της Αθήνας μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου και ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός που οδήγησε στη χρεοκοπία. Χαμένες ψευδαισθήσεις.

Οι ψευδαισθήσεις του Γιώργου Παπανδρέου δεν ήταν μικρότερες. Από εκεί που οραματιζόταν την Ελλάδα ως «Δανία του Νότου», κατέληξε -μέσα σε ελάχιστους μήνες- να εκλιπαρεί διεθνώς για τη δημιουργία μηχανισμού στήριξης, ώστε η χώρα να μη σκάσει στα χέρια του. Το πρώτο μνημόνιο που ψηφίστηκε άρον-άρον την άνοιξη του 2010 έσβησε τα όποια θετικά της σύντομης περιόδου ΓΑΠ, με κύριο τη θεσμοθέτηση κάποιας διαφάνειας στη λειτουργία του κράτους.

Οι επόμενες κυβερνήσεις, του Λουκά Παπαδήμου και των «Σαμαροβενιζέλων», βασικό μέλημά τους είχαν την εφαρμογή των συμφωνηθέντων με την Τρόικα προκειμένου να καταβάλλονται οι δόσεις, απ’ τις οποίες κρεμόταν η οικονομική επιβίωση της Ελλάδας. Το ευτράπελο ήταν πως -ακόμα και σε εκείνη την τόσο κρίσιμη εποχή- τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού επέμεναν να νέμονται τις δημόσιες θέσεις, να τοποθετούν «δικά τους παιδιά» με την αναλογία 4 για τη Νέα Δημοκρατία, 2 για το Πασόκ και 1 για τη Δημάρ… Εν πάση περιπτώσει απεφεύχθη η πλήρης καταστροφή, η άτακτη χρεοκοπία, το grexit κι ετούτο τους πιστώνεται. Όπως πιστώνεται στον Ευάγγελο Βενιζέλο προσωπικά η δραστικότατη απομείωση του χρέους, το PSI, και ας προβάλλουν αρκετοί ως αντίλογο τη ζημιά στα ασφαλιστικά ταμεία (την οποίαν ο Βενιζέλος αρνείται) και στις τσέπες των ομολογιούχων.

Ο Σύριζα έγινε κυβέρνηση υποσχόμενος στους πάντες τα πάντα. Αντί να καταργήσει ωστόσο τα μνημόνια με έναν νόμο του ενός άρθρου -ή να τα σκίσει στην Πλατεία Συντάγματος-, ψήφισε, ύστερα από το εφιαλτικό πρώτο του εξάμηνο και το παράλογο δημοψήφισμα της 05/07/2015, ένα τρίτο και σκληρότερο μνημόνιο. Έδεσε δε την Ελλάδα χειροπόδαρα για τις επόμενες πολλές δεκαετίες. Αυτή θα είναι η κληρονομιά της «Πρώτης Φοράς Αριστεράς». Συν η απόλυτη κοινωνική πόλωση, στα όρια του ψυχρού εμφυλίου.

Ας επιστρέψουμε στον Κώστα Σημίτη.

Ουδείς θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι ο κακός δαίμονας του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος τον διαδέχθηκε χάρη στον θάνατο του Γιώργου Γεννηματά, έτρεφε κάποιο ρηξικέλευθο όραμα. Σκοπό δεν είχε να καινοτομήσει, πόσω δε μάλλον να επαναστατήσει. Το σχέδιό του περιοριζόταν στο αυτονόητο, τόσο εντούτοις δύσκολο να εφαρμοστεί: Η Ελλάδα να εκσυγχρονιστεί. Να γίνει μια προηγμένη χώρα, ικανή να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις του 21ου αιώνα.

Εκ του αποτελέσματος, υποχρεούμαστε να τον κρίνουμε ως επιτυχημένο. Χώρια από την ένταξη στην Ευρωζώνη (και την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε.), μια σειρά από εμβληματικά δημόσια έργα ολοκληρώθηκαν κατά τη θητεία του. Το μετρό της Αθήνας, το Αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος», η Αττική Οδός, η ζεύξη Ρίου-Αντιρίου, το Αττικό και άλλα νοσοκομεία. Εάν ορθώς ισχυριζόταν ο Φρανσουά Μιτεράν ότι η υστεροφημία ενός ηγέτη εξαρτάται από ό,τι απτό αφήνει πίσω του, ο Κώστας Σημίτης έχει τακτοποιήσει φίνα τους λογαριασμούς του με την Ιστορία.

Κι όμως, πολλοί και διάφοροι -ακόμα και σήμερα, δεκαπέντε σχεδόν χρόνια αφότου αφυπηρέτησε- επιμένουν να τον αντιπολιτεύονται με ανοίκειο μένος. Ο ογδοντάχρονος πλέον Σημίτης αντί να απολαμβάνει το κύρος ενός «statesman», δέχεται κάθε τόσο σφοδρότατες επιθέσεις.

Διακρίνουμε -μεταξύ των αρνητών του- κάποιους που είχαν μια άλλη αντίληψη, ένα διαφορετικό σχέδιο για την πορεία της Ελλάδας; Με την εξαίρεση του ΚΚΕ, ουδείς τους το διατύπωσε ούτε τότε ούτε σήμερα.

Ο «Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου» -από τον οποίον προήλθε ο Σύριζα- αγκομαχούσε σε κάθε εκλογές να μπει στη Βουλή. Το πολιτικό του οπλοστάσιο περιοριζόταν στην άκριτη υιοθέτηση του οποιουδήποτε συντεχνιακού αιτήματος καθώς και στην επίδειξη μιάς -αφηρημένης συνήθως- ευαισθησίας απέναντι στις κοινωνικές μειονότητες και στο περιβάλλον. Και στις ευτυχέστερες ακόμα στιγμές του, ο Συνασπισμός στάθηκε παραπληρωματικός. Δευτεραγωνιστής.

Η Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή κατήγγελλε επιμόνως τον «καθεστωτισμό», την άλωση του κράτους από τις σημιτικές ορδές. Από τις συγκεκριμένες εντούτοις πράξεις της καταγράφεται την περίοδο 1996-2004 σαν δύναμη όχι εξυγίανσης αλλά αντίδρασης. Ο Κώστας Καραμανλής ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στήριξε παθιασμένα τον μακαριστό Χριστόδουλο στη σύγκρουσή του με την κυβέρνηση, υπέγραψε υπέρ του δημοψηφίσματος για την αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες. Η Νέα Δημοκρατία πολέμησε τον νόμο Γιαννίτση, ο οποίος θα ρύθμιζε σε βάθος το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας. Συμμάχησε αντικειμενικά με το βαθύ Πασόκ. Το βαθύ Πασόκ, που εδώ και χρόνια κατηγορείται ότι έκανε ανεξέλεγκτο κουμάντο επί Σημίτη. Την πτέρυγα του Άκη Τσοχατζόπουλου.

Παρατηρούμε σήμερα το εξής παράδοξο: Στον Κώστα Σημίτη φορτώνονται οι αμαρτίες εκείνων που τη νοοτροπία τους διαιωνίζουν οι Συριζανέλ και ο «αφανής» -κατά Βαγγέλη Βενιζέλο- «εταίρος» της σημερινής κυβέρνησης.

Ξιφουλκούν για το «σκάνδαλο του χρηματιστηρίου» όσοι πολύ πιό πρόσφατα εξαπάτησαν τον ελληνικό λαό, τάζοντάς του τον ουρανό με τ’ άστρα για να τους ψηφίσει το 2015.

Αναθεματίζουν τον Γιάννο Παπαντωνίου, πριν από τη δίκη του, εκείνοι που περιέβαλλαν με την εμπιστοσύνη τους τον Γιάνη Βαρουφάκη. Ο Παπαντωνίου, στο χειρότερο για τον ίδιο σενάριο, ενεθυλάκωσε δυόμιση -άντε πέντε- εκατομμύρια ευρώ. Ο Βαρουφάκης στοίχισε στον ελληνικό λαό δεκάδες δισεκατομμύρια. Και εξαργυρώνει ακόμα την καταστροφική θητεία του περιφερομένος διεθνώς δίκην παρωδίας Τσε Γκεβάρα.

Η οκταετία του Κώστα Σημίτη αναμφίβολα στιγματίστηκε και από αβελτηρίες και από σκάνδαλα. Το να τον αποκαθηλώνουν όμως σήμερα πολιτικοί που ο τυχοδιωκτισμός και η καθεστωτική φιλοδοξία ρέει στο αίμα τους είναι καταγέλαστο στα όρια του εξωφρενικού. Εκτός πια κι αν κατά βάθος τον εκτιμούν τόσο απέραντα που δεν τού συγχωρούν πως δεν υπήρξε κατάλευκη, ξέξασπρη περιστερά. Εκτός κι αν σκέφτονται «άλλο εμείς, εμείς έχουμε εξ απαλών ονύχων καταλερωμένη τη φωλιά μας… Ο Σημίτης όμως; Από τον Σημίτη άλλα περιμέναμε…».

Σύντομα, καλώς εχόντων των πραγμάτων, κάποιος άλλος πρωθυπουργός θα αναλάβει να πιάσει τον μίτο της Ελλάδας από εκεί που τον άφησε ο Κώστας Σημίτης. Εκείνος θα πρέπει να χιλιοπροσέξει, να μην φοβηθεί ούτε θεούς ούτε δαίμονες, ώστε να αποφευχθούν ανάλογα σφάλματα και παραλείψεις.

Όσο για τον Σημίτη, ζήτημα χρόνου συνιστά η αμετάκλητή του καταξίωση. Η ετυμηγορία της Ιστορίας θα τον κατατάξει αναμφίβολα εν σκηναίς δικαίων.

* Ο κ. Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας

 

ΠΗΓΗ: capital.gr

Τα σχόλια είναι κλειστά.