Ειδησεογραφικό site

Το δίλημμα του πρωθυπουργού: Νέος συμβιβασμός ή εκλογές

76

 Του Νίκου Φελέκη

Μια σύγκρουση με τους δανειστές τώρα σχετικά με ένα φιλολαϊκό ζήτημα μπορεί να μην του δίνει τη νίκη στις εκλογές, συγκρατεί όμως ένα καλό ποσοστό και το κυριότερο του επιτρέπει να επανέλθει

Σε έναν μήνα ο Αλέξης Τσίπρας συμπληρώνει δύο χρόνια πρωθυπουργίας. Η πρωθυπουργία του Γιώργου Παπανδρέου διήρκεσε δύο χρόνια, έναν μήνα και έξι ημέρες και του Αντώνη Σαμαρά δύο χρόνια, επτά μήνες και έξι ημέρες. Ενδιαμέσως, στο Μαξίμου βρέθηκε για έξι μήνες και έξι ημέρες ο Λουκάς Παπαδήμος. Το συμπέρασμα δεν είναι ότι όλοι έχουν ένα τελικό εξαήμερο στη θητεία τους, αλλά ότι οι πρωθυπουργοί στα χρόνια της κρίσης δεν μακροημερεύουν. Αυτό το γνωρίζει και ο Αλέξης Τσίπρας. Σύμφωνα με την πολιτική μυθολογία, του το έχει πει και ο Κώστας Καραμανλής: «Η κρίση θα φάει κάναν δυο πρωθυπουργούς ακόμη πριν επανέλθουμε στην κανονικότητα». Κατά ορισμένους, ο Τσίπρας, επειδή ακριβώς γνωρίζει το σύντομο και το επικίνδυνο του επαγγέλματος, θα ήθελε να ξεπεράσει σε διάρκεια τον Αντώνη Σαμαρά ή τουλάχιστον να μην καταγραφεί ως έχων τη μικρότερη θητεία από τους εκλεγμένους πρωθυπουργούς της κρίσης. Ανθρώπινο, θα έλεγε κάποιος. Και πολιτικά εφικτό, θα προσθέταμε εμείς, εφόσον βεβαίως συνέχιζε στον δρόμο του πραγματισμού και της υλοποίησης των συμφωνηθέντων με τους εταίρους-δανειστές.

Τις τελευταίες ημέρες όμως άλλαξε, ως φαίνεται, στρατηγική. Προσπαθεί να γυρίσει τον χρόνο πίσω και από «καλός και υπάκουος μαθητής» του τελευταίου χρόνου να ξαναγίνει ο «άτακτος» και «ρέμπελος» του πρώτου εξαμήνου του 2015. Ελπίζει ότι με αυτή τη στάση θα μπορέσει να ανακάμψει στις δημοσκοπήσεις και να δώσει από καλύτερη θέση τη μάχη των εκλογών αν αναγκαστεί να προσφύγει πρόωρα στις κάλπες, κυρίως όμως πιστεύει ότι θα καταφέρει να οξύνει τις αντιθέσεις μεταξύ των πιστωτών της χώρας όσον αφορά τη ρύθμιση του χρέους, την αξιολόγηση και τα μελλοντικά πρωτογενή πλεονάσματα.

Ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του πίστευαν πως η απόφαση της 5ης Δεκεμβρίου για τη ρύθμιση του χρέους δεν θα ήταν τόσο «τσουρούτικη» και εκτός από τα βραχυπρόθεσμα θα περιλάμβανε και μεσοπρόθεσμα μέτρα για τη διευθέτηση του χρέους. Επίσης, θεωρούσαν πως η αξιολόγηση θα έκλεινε με πολιτική διαπραγμάτευση το πρώτο εικοσαήμερο του Δεκεμβρίου και οπωσδήποτε πριν από το Νέο Ετος. Τώρα βλέπουν ότι αυτή θα καθυστερήσει και ενδεχομένως να μην προλάβουν να ενταχθούν στο Πρόγραμμα Πιστωτικής Χαλάρωσης, αφού η διελκυστίνδα με τη συμμετοχή ή μη και με ποια μορφή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και κατ’ επέκταση η προσέγγιση της βιωσιμότητας ή μη του χρέους θα συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι την άνοιξη.

Ταυτοχρόνως, το 2017 είναι μια χρονιά που κανείς δεν θα θέλει να ασχοληθεί με το ελληνικό πρόβλημα. Γι’ αυτό και Μπαράκ Ομπάμα και Φρανσουά Ολάντ συνέστησαν στον Τσίπρα να κλείσει όλες τις εκκρεμότητες ως το τέλος του 2016. Εκτός από την αλλαγή σκυτάλης στις ΗΠΑ, υπάρχουν κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις σε Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία που θα κάνουν πιο αφιλόξενο το διεθνές περιβάλλον για τον Αλέξη Τσίπρα, ενώ δεν γνωρίζουμε και αν ο Τζεντιλόνι θα συνεχίσει να είναι εξίσου φιλικός με τον Ρέντσι, ούτε πώς θα εξελιχθεί το Brexit.

Εκτός από τα δύο αυτά προβλήματα υπάρχει κι ένα ακόμη, ενδεχομένως μεγαλύτερο: ο αναθεωρητισμός του Ερντογάν όσον αφορά τα σύνορα σε Αιγαίο και Θράκη και φυσικά η προβληματική στάση της Τουρκίας σχετικά με τις μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές. Την αποτυχία διαχείρισης των οικονομικών υποθέσεων ο Τσίπρας και οι συνεργάτες του την αντέχουν. Εξάλλου και οι προκάτοχοί τους απέτυχαν να βγάλουν τη χώρα από την κρίση. Αυτό που όμως δεν αντέχουν και για το οποίο επιπλέον, ως είναι λογικό, ανησυχούν είναι να μην υπάρξει οποιαδήποτε εμπλοκή με την Τουρκία.

Βεβαίως, όσο κι αν συντρέχουν όλα τα παραπάνω, δεν σημαίνει ότι ο Τσίπρας έχει οδηγηθεί στην απόφαση να προσφύγει στις κάλπες. Ο πρωθυπουργός και οι στενοί του συνεργάτες δεν θέλουν εκλογές. Παρά τις δυσκολίες θεωρούν πως τα επόμενα δύο χρόνια μπορούν να αλλάξουν το κλίμα ή τουλάχιστον θα βρεθούν σε καλύτερη θέση από τη σημερινή επειδή εν τω μεταξύ θα έχουν συμβεί μεγάλες αλλαγές στην Ευρώπη. Ωστόσο, είναι δύσκολο και να συνεχίσει να κυβερνά λαμβάνοντας συνεχώς μέτρα που είναι επαχθή και αντιδημοφιλή και οπωσδήποτε εντελώς αντίθετα με τις θέσεις, το πρόγραμμα και την ιδεολογία του ΣΥΡΙΖΑ. Και φυσικά δεν μπορεί να συνεχίζει να κυβερνά όταν οι δημοσκοπήσεις, αλλά και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα καταγράφουν προφανή δυσαρμονία της κυβέρνησης με το λαϊκό αίσθημα.

Αυτός ήταν και ο λόγος που αποφάσισε να διανείμει τα 630 εκατ. ευρώ στους χαμηλοσυνταξιούχους. Ηθελε με το «αντίδωρο» -όχι τη 13η σύνταξη- να αλλάξει το κλίμα, να φέρει, όπως και τα κατάφερε, σε δύσκολη θέση την αξιωματική αντιπολίτευση, να συσπειρώσει τους δικούς του οπαδούς και να τονώσει το δικό του προφίλ που έχει αμαυρωθεί (από πρώτος έρχεται τέταρτος στις δημοσκοπήσεις) και όπως προείπαμε να οξύνει τις αντιθέσεις ανάμεσα στους πιστωτές της χώρας και κυρίως μεταξύ Βερολίνου και ΔΝΤ. Το τελευταίο όμως είναι υψηλού ρίσκου καθώς μπορεί να τον φέρει σε ευθεία σύγκρουση με το μεγάλο αφεντικό της Ευρωζώνης, τη Γερμανία. Ηδη οι αντιδράσεις του Σόιμπλε, του προέδρου του Eurogroup Ντάισελμπλουμ, του διεθνούς Τύπου και των αγορών με τις τιμές των ομολόγων είναι ενδεικτικές της εικόνας αποσταθεροποίησης που εκπέμπει εκ νέου η χώρα. Εάν οι βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις για το χρέος παγώσουν και η αξιολόγηση καθυστερήσει, τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα για την κυβέρνηση. Οι εκλογές που δεν θέλει το Μαξίμου μπορεί να προκύψουν αναγκαστικά.

Φυσικά και το γνωρίζει αυτό ο Τσίπρας. Θα ήταν εξτρεμισμός εκ μέρους των δανειστών να αναιρέσουν την απόφαση της 5ης Δεκεμβρίου επειδή ο πρωθυπουργός αποφάσισε να διανείμει, χωρίς να τους ρωτήσει, ένα ποσόν σε συνταξιούχους. Από την άλλη, βεβαίως, επειδή έχει πάρει και χαρακτηριστικά προσωπικής αντιπαράθεσης με τον Σόιμπλε, είναι και δύσκολο να ηττηθεί ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών. Ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του σφάλλουν στην εκτίμηση ότι ο Σόιμπλε είναι σε αποδρομή επειδή δεν θα είναι υποψήφιος ούτε για πρόεδρος (είναι ο Σταϊνμάγερ) ούτε για καγκελάριος (είναι η Μέρκελ) και κατά συνέπεια η Μέρκελ δεν θα τον στηρίξει. Το αντίθετο θα συμβεί, λένε όσοι γνωρίζουν καλά τα παρασκήνια της γερμανικής χριστιανοδημοκρατίας. Ο ισχυρός είναι ο Σόιμπλε, αυτός έδωσε το πράσινο φως και τη στήριξη που χρειάζεται από την κοινοβουλευτική ομάδα για να είναι εκ νέου υποψήφια για την Καγκελαρία η Μέρκελ. Δεν υπάρχει λοιπόν, λένε, περίπτωση να μη συνταχθεί μαζί του για το ζήτημα με τον Τσίπρα.

Το πιθανότερο είναι να αναζητηθεί μια ενδιάμεση λύση. Λύση η οποία θα διατηρεί την αξιοπρέπεια της κυβέρνησης, ουσιαστικά όμως θα είναι επώδυνη. Μπορεί δηλαδή να γίνει αποδεκτή η απόφαση του Τσίπρα για τους συνταξιούχους υπό την προϋπόθεση να παρουσιαστούν ισοδύναμα μέτρα εάν διαγνωστεί από το Eurogroup ότι προκύπτει δημοσιονομικό κενό. Ενδεχομένως, αυτή η απόφαση να ληφθεί τον Απρίλιο όταν θα οριστικοποιούνται τα μεγέθη του προηγούμενου οικονομικού έτους και θα αποφαίνονται εάν θα μπει ή όχι κόφτης. Θα το δεχθεί αυτό ο Τσίπρας; Δύσκολο.

Εξάλλου, στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και στην ηγεσία της Κουμουνδούρου αρχίζουν να ακούγονται φωνές υπέρ της προσφυγής στις κάλπες. Προσώρας είναι μειοψηφία, ο πρωθυπουργός όμως τις λαμβάνει υπ’ όψιν. Κάποιοι υποστηρίζουν πως αν ο Σόιμπλε στυλώσει τα πόδια είναι ευκαιρία για τον Τσίπρα να αναπτύξει μια αντιγερμανική και ταυτόχρονα φιλολαϊκή ρητορική με την οποία θα πάει σε εκλογές: «Εγώ έκανα τα πάντα για να μη χρεοκοπήσει η χώρα, έκανα κωλοτούμπες όσον αφορά τις θέσεις και το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, συμβιβάστηκα, υποχώρησα, αλλά αυτοί, όπως βλέπετε, δεν αφήνουν να δώσω ούτε 300 ευρώ στους φτωχούς συνταξιούχους παρότι είναι από πλεόνασμα. Σ’ αυτή την Ευρώπη δεν υπάρχει μέλλον», εικάζουν ότι θα μπορούσε να πει.

Εξυπακούεται ότι σε μια τέτοια περίπτωση το διακύβευμα των εκλογών θα ήταν ουσιαστικά ένα δημοψήφισμα για «ναι» ή «όχι» στο ευρώ. Με τη σημερινή πολιτική είναι σίγουρο ότι ο σημερινός πρωθυπουργός θα ηττηθεί και είναι αμφίβολο εάν θα μπορέσει να επανέλθει, αφού το μόνο που θα κάνει μέχρι να γίνουν οι εκλογές θα είναι να παίρνει μέτρα και μόνο μέτρα. Η κληρονομιά του συμβιβασμένου πολιτικού που υπέγραψε μνημόνιο και έπαιρνε συνεχώς επαχθή και αντιλαϊκά μέτρα ευτέλισε την έννοια της Αριστεράς δεν του παρέχει καμία εγγύηση για το μέλλον. Αντίθετα, μια σύγκρουση τώρα με τους δανειστές σχετικά με ένα φιλολαϊκό ζήτημα και με μια ρητορική όπως την περιγράψαμε πιο πάνω μπορεί να μην του δίνει τη νίκη στις εκλογές, συγκρατεί όμως ένα καλό ποσοστό και το κυριότερο του επιτρέπει να επανέλθει. Ο Τσίπρας δεν έχει αποφασίσει ακόμη ποια από τις δύο τακτικές θα επιλέξει. Θα αφήσει και τις δύο -των εκλογών ή του νέου συμβιβασμού- να εξελίσσονται. Και αναλόγως θα πράξει. Δεν θα πρέπει όμως να αποκλείσουμε και την πιθανότητα το σενάριο των εκλογών να αναπτύξει τέτοια δυναμική, που και να ήθελε να μην μπορεί εντέλει να την ανακόψει. Στην περίπτωση αυτή θα ίσχυε η ρήση: έπεσε στον λάκκο που έσκαβε για άλλους…

*Αναδημοσίευση από το Protothema.gr.

Τα σχόλια είναι κλειστά.