Ειδησεογραφικό site

Της Ι. Καλαντζάκου-Τσατσαρώνη: Υποσχέσεις και ψέματα στον δρόμο για τη ΔΕΘ

2.014

 

Οι πληροφορίες για τις σχεδιαζόμενες «εξαγγελίες» του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ ενισχύουν την εκτίμηση ότι η κυβέρνηση θα επιδοθεί σε εύηχη παροχολογία με κυρίαρχο κριτήριο την εκλογική της ανάκαμψη και όχι τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που δοκιμάζουν τη χώρα και την ελληνική κοινωνία. Η Ελλάδα εισέρχεται επί της ουσίας σε προεκλογική περίοδο, πιθανώς παρατεταμένη, και όλα δείχνουν ότι το κυβερνητικό ύφος θα εξαντληθεί στα ήδη γνωστά:  αφθονία υποσχέσεων, διχαστικές καταγγελίες κατά των αντιπάλων και επίταση της σκανδαλολογίας.

Η γνωστή από το παρελθόν αυτή «συνταγή» είναι όμως ακριβώς ό,τι θα έπρεπε να αποφύγουμε σήμερα. Η Ελλάδα εξήλθε μεν τύποις από το καθεστώς των μνημονίων,  έχει όμως δεχθεί την υπαγωγή της σε ασφυκτική εποπτεία και την υιοθέτηση διαρκούς λιτότητας μέχρι το 2060. Βασική πτυχή της είναι τα συμφωνημένα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα (3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 και 2,2% μέχρι το 2060), που προεξοφλούν ότι το κράτος θα εξακολουθεί να απομυζά πόρους από τις επενδύσεις και την κατανάλωση. Η βιωσιμότητα του χρέους αμφισβητείται εξαιτίας των ανεπαρκών ελαφρύνσεων εκ μέρους των δανειστών και οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, λόγω και των διεθνών εξελίξεων, επιβεβαιώνουν ότι το κόστος δανεισμού της χώρας θα είναι πολύ ψηλότερο από τα επιτόκια των μνημονιακών δανείων. Οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων δεν έχουν αρθεί (τρία και πλέον χρόνια μετά την επιβολή τους), η ανεργία παραμένει πολύ υψηλή, ενώ αυξάνεται η μειωμένη και χαμηλά αμειβόμενη απασχόληση.

Αρκούν τα παραπάνω για να αντιληφθεί κανείς ότι η υπερπροβαλλόμενη ως επιτυχής «έξοδος από τα μνημόνια» είναι στην πραγματικότητα συνέχιση της ίδιας λιτότητας και εποπτείας με τη διαφορά ότι δεν υπάρχει εγγυημένη χαμηλότοκη κάλυψη των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας. Η Ελλάδα δεν έχει ξεπεράσει τις δυσκολίες. Μετά από τέσσερα χρόνια βρίσκεται στη θέση σταθεροποίησης που είχε πετύχει η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου ήδη τον Δεκέμβριο 2014, αλλά με πολύ μεγαλύτερες υποχρεώσεις και οικονομικά εξαντλημένη κοινωνία. Οι καρποί των θυσιών της περιόδου 2010-2014 εξανεμίστηκαν. Η  «διαπραγμάτευση» των κ. Τσίπρα-Βαρουφάκη κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015 με το πρόσθετο κόστος που επισώρευσε (80-100 δισ. ευρώ) και τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων άφησε βαρύ το αποτύπωμά της στην προσπάθεια ανάκαμψης. Η δε πολιτική της κυβέρνησης Τσίπρα μετά το τρίτο Μνημόνιο (που η ίδια προκάλεσε) επέτεινε την αιμορραγία του παραγωγικού πληθυσμού επιβάλλοντάς του υπέρογκα φορολογικά και ασφαλιστικά βάρη με αποκορύφωμα τον τερατώδη νόμο Κατρούγκαλου. Η μεσαία τάξη αποστραγγίστηκε, για να επιτευχθούν μη ζητούμενα από τους δανειστές πρωτογενή πλεονάσματα προκειμένου αφενός να χρηματοδοτηθούν έκτακτα επιδόματα χάριν εντυπώσεων, αφετέρου να σχηματισθεί ταμειακό «μαξιλάρι» για την εξυπηρέτηση μελλοντικών υποχρεώσεων.

Η χώρα καλείται σήμερα να επιλύσει μία εξαιρετικά δύσκολη «άσκηση». Πρέπει να διατηρήσει τη συναίνεση των εταίρων, τηρώντας τα συμφωνημένα (όπως την ψηφισμένη από τους κυβερνητικούς βουλευτές μείωση των συντάξεων) ή αποδεχόμενη μέτρα ισοδύναμου κόστους. Να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των αγορών, ώστε να μην εκτιναχθεί το κόστος δανεισμού σε απαγορευτικά επίπεδα, αλλά και να περιορίσει τον δανεισμό της, καθώς τα επιτόκια προβλέπονται ασύμφορα σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα ακόμη υπό το θετικό σενάριο. Εν μέσω δε αυτών των δυσχερειών, η Ελλάδα καλείται να επιτύχει ισχυρότερο αναπτυξιακό ρυθμό στην οικονομία με αύξηση του ΑΕΠ και δημιουργία θέσεων εργασίας, να εκλογικεύσει το φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα που σήμερα επιβαρύνουν δυσβάστακτα τους παραγωγικούς πολίτες και τη μεσαία τάξη, και να ενισχύσει το κράτος πρόνοιας που έχει πληγεί από τις περικοπές και μαστίζεται από στρεβλώσεις.

Ποιος μπορεί να αισιοδοξεί ότι ο σημερινός κυβερνητικός συνασπισμός ενδιαφέρεται πράγματι για μία πολιτική ανόρθωσης της χώρας που θα υπηρετήσει τους στόχους αυτούς; Τα δείγματα γραφής τεσσάρων ετών συνηγορούν στο αντίθετο. Και όλα, από την πρωθυπουργική ομιλία στην Ιθάκη μέχρι τις αποκλίνουσες δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών για τις συντάξεις, μαρτυρούν ότι ο κυβερνητικός λόγος δεν θα αποστεί από την παθογένεια των τελευταίων ετών: πρόταξη των προεκλογικών σκοπιμοτήτων έναντι των αναγκών της χώρας, προσχηματικές υποσχέσεις, πελατειακές παροχές και άφθονη σκανδαλολογία. Η συνταγή καταστροφής δεν εγκαταλείπεται…

* Η κα Ιωάννα Καλαντζάκου- Τσατσαρώνη είναι Δικηγόρος- τ. Αντιπρόεδρος Δ.Σ.Α

 

Πηγή: capital.gr

Τα σχόλια είναι κλειστά.