Ειδησεογραφικό site

Σορτσάκια

76

Του Δημήτρη Παγαδάκη

Λεονταρισμοί της πλάκας. Ο υπουργός Οικονομικών είχε διαβεβαιώσει βαρύγδουπα τη Βουλή, τη κυβέρνηση και  το κόμμα του ότι αν υποχωρούσε το αφορολόγητο όριο κάτω από τα 9.600 ευρώ θα υπέβαλλε την παραίτησή του. Μάταια αναμένει η ελληνική κοινωνία να πραγματοποιήσει την «απειλή» του. Ειδικότερα, αφότου ο ίδιος κατακρεούργησε με καμάρι το αφορολόγητο στα 5 χιλιάρικα και κάτι.

Πιστός, όμως, και αυτός στο αδιάκοπα επαναλαμβανόμενο μοτίβο της κυβερνητικής ασυνέπειας και κωλοτούμπας δεν τήρησε την υπόσχεσή του. Δίχως τύψεις, ερίνυες ή ενοχές.  Ωστόσο, ενοχλήθηκε από την ολομέτωπη πολιτική αποδοκιμασία της αντιπολιτευσης που του υπενθύμισε τη προηγούμενη δέσμευση του για εγκατάλειψη του πόστου του μετά από την πανηγυρική διάψευση του.

Δυσφόρησε έντονα στην υπόμνηση ότι οικειοθελώς έβαλε στοίχημα με τον εαυτό του, το έχασε και δεν το πλήρωσε. Καμία έκπληξη. Δεν είναι ο πρώτος ούτε ο τελευταίος μπαταχτσής σε ένα αφερέγγυο σινάφι. Πόσο μάλλον όταν διαμαρτύρεται ότι δεν λέει ψέματα.

Τη στιγμή που η κυβέρνηση στην οποία μετέχει έχει αραδιάσει τόσα ψέματα που αρκούν για να συγκροτήσουν μια πολύτομη γελοιογραφική μυθολογία. Με παραμύθια παρηγορητικά, προσχηματικά, κατά συνθήκη και διαφυγής, τα οποία επεκτείνονται πέραν του πολιτικού, στο πνευματικό και ηθικό πεδίο.

Αν τα δικά του μυθεύματα αποτελούν προϊόν πολιτικής αφέλειας και απλοϊκής εσωτερικής  πεποίθησης ή συνιστούν σκόπιμα το καρπό μιας συνειδητής παραπλάνησης των πολιτών, ας τα κρίνουν οι  ψηφοφόροι του.

Η Βουλή, πάντως, έχει χρέος να τα ελέγχει προς αποφυγή καταχρήσεων της εκτελεστικής εξουσίας και προς αποτροπή του κλονισμού της εμπιστοσύνης των πολιτών στη δημοκρατία. Με δυο λόγια το κοινοβουλευτικό σώμα και δικαιούται και οφείλει να τσεκάρει την αξιοπιστία του με το κοινώς λεγόμενο “αν τιμά τα  παντελόνια που φορά”. Φράση με τη οποία θίχτηκε ο υπουργός.

Ενδεχομένως έχει κάποια ελαφρυντικά για την αντίδραση του. Έχοντας ζήσει αρκετά χρόνια στο εξωτερικό, και όχι στο Αιγάλεω, μάλλον δεν έχει ζυμωθεί επαρκώς με τα συνήθη λαϊκά γνωμικά. Αναπόφευκτα δεν είναι άμεσος κοινωνός των μακρόχρονης πείρας αλληγορικών σχολίων ούτε γνώστης των σκωπτικών εκφράσεων που περιγράφουν μιαν αλήθεια.

Εν προκειμένω, κάποιος γηγενής θα έπρεπε να τον ενημερώσει ότι τα συγκεκριμένα, συμβολικά “παντελόνια” δεν είναι απαξιωτικά. Ούτε επιδέχονται σεξιστικής ερμηνείας. Δεν αφορούν το αρσενικό ή το θηλυκό φύλο, ούτε προσβάλλουν τη χειραφέτηση τους. Αναφέρονται στην αξία του καθενός που ζυγίζεται με το μπεσαλίκι, τη ντομπροσύνη, τη λεβεντιά.

Συνδέονται μεταφορικά με τα δυο μπατζάκια τα οποία, ανεξαρτήτως γένους, χωρούν το σωστό, ξηγημένο και έντιμο άτομο που κρατάει σταράτα το λόγο του και υπερασπίζεται θαρραλέα τα πιστεύω του. Στάση τόλμης που ο υπουργός, μόνο εκ της συνάφειας του με τη κερκίδα της Τούμπας, θα έπρεπε να έχει, τουλάχιστον, ενστερνισθεί.

Αντιθέτως, ως ακαδημαϊκός Μαρξιστής επιδόθηκε σε μια επιδερμική ρητορεία με φλύαρους  κοινωνικούς οραματισμούς. Αλλά για τη ταμπακιέρα κουβέντα. Πέταξε τη μπάλα στη κερκίδα παραβλέποντας ότι επικρίθηκε στη Βουλή ως αποτυχημένος διαπραγματευτής και αναξιόπιστος πολιτικός. Όχι ως φορέας κάποιας ταυτότητας.

Ακόμη χειρότερα, αναλώθηκε με ελιγμούς στο ανάλαφρο αφήγημα περί αδάμαστου Πανελευσινιακού και κατατροπωμένης Μπαρτσελόνας. Μια αυθαίρετη εργαλειακή κατασκευή που καιροσκοπικά αποσκοπεί να υποκαταστήσει την πραγματικότητα από μια ισοπεδωτική εσωτερική φαντασίωση.

Δικαίωμα του καθενός, άλλωστε, να προτιμά τα κατάλληλα για τρίπλες τσαλακωμένα ποδοσφαιρικά σορτσάκια παρά τα καλοσιδερωμένα παντελόνια της ακέραιης ευθύτητας. Μόνο που με τέτοια σοκαριστική αμφίεση δεν βγαίνει κανείς ραντεβού για κοκτέιλ με τη Σκάρλετ Γιοχάνσον.

ΠΗΓΗ: protothema.gr

Τα σχόλια είναι κλειστά.