Ειδησεογραφικό site

Πού οδηγεί η στρατηγική της έντασης

56

Του Γιώργου Λακόπουλου

«Που πάμε μωρέ, που πάμε;…». Η τρέχουσα πολιτική επικαιρότητα συμπυκνωμένη σε μια παλιά κινηματογραφική φράση του Βασίλη Αυλωνίτη. Πού πάμε;

Όποιος πει ότι έχει απάντηση μάλλον δεν διαβάζει σωστά τα σημάδια. Η πολιτική ζωή φορτίζεται καθημερινά με νέα επεισόδια που συσκοτίζουν τον ορίζοντα.

Παρένθεση. Σιγά το νέο. Η πολιτική ιστορία της νεώτερης Ελλάδας είναι μια αλληλουχία από πολιτικές συγκρούσεις για τη νομή της εξουσίας, χρεοκοπίες, εμφύλιες διαμάχες και αυτό-καταστροφές.

Οι ενδιάμεσες εκλάμψεις οφείλονται σε κάποιους πολιτικούς με ισχυρή βούληση και όχι στη συλλογική προσπάθεια. Πχ η Ελλάδα έγινε μέλος της κοινοτικής Ευρώπης όχι γιατί η κοινωνία της συνειδητοποίησε ότι εκεί βρίσκεται το συμφέρον της, αλλά γιατί το επέβαλε ο Καραμανλής -χωρίς να ρωτήσει.

Ένα δημοψήφισμα το 1980 θα απέρριπτε την ένταξη στην ΕΟΚ. Εδώ απέρριψε- στην ουσία- την ένταξη το 2015. Ποια θα ήταν η μοίρα της Ελλάδας έξω από την προστασία και τη χρηματοδότηση της Ευρώπης; Κλείνει η παρένθεση.

Για να ξέρουμε που πάμε πρέπει να αποφασίσουμε με ποιον θα πάμε. Σήμερα η κυβερνητική πολιτική συναντά όλο και λιγότερη αποδοχή, όχι γιατί είναι λανθασμένη -δεν υπάρχει άλλωστε και άλλη για μια χρεοκοπημένη χώρα- αλλά γιατί είναι ανίκανη η κυβέρνηση να την καταστήσει αποτελεσματική.

Ο Αλέξης Τσίπρας παρέλαβε δύσκολη κατάσταση, αλλά την επιδείνωσε στη συνέχεια. Αν αμέσως μετά την πρώτη εκλογική νίκη του εφάρμοζε την πολιτική που αποδέχθηκε μετά τη δεύτερη, όλα θα ήταν διαφορετικά. Σήμερα βρίσκεται παγιδευμένος από τη μια στα πραγματικά προβλήματα και από την άλλη στα αδιέξοδα που δημιούργησε ο ίδιος και απλώς προσπαθεί να κρατηθεί στην εξουσία.

Από την πλευρά της η αξιωματική αντιπολίτευση, επιχειρώντας να διεκδικήσει ή ίδια την εξουσία, προσπαθεί να στοιχηθεί γύρω από ένα νέο πολιτικό αρχηγό που θέλει να κινηθεί με αέρα εκσυγχρονισμού σε μια παράταξη που ήταν και παραμένει συντηρητική.

Το δημοσκοπικό προβάδισμα του Κυριάκου Μητσοτάκη πρέπει να επενδυθεί σε νέες πρακτικές, νέα ρητορική και νέα πρόσωπα για να αποδώσει και στην κάλπη. Το εγχείρημά του θα κριθεί στο χρόνο.

Έχουμε λοιπόν κυβέρνηση που κόλλησε και αντιπολίτευση που περιμένει να αποδείξει ότι θα είναι καλύτερη. Αναπόφευκτα η σύγκρουση ανάμεσα στις δυο πλευρές θα είναι σκληρή. Έτσι συμβαίνει στην πολιτική.

Το ερώτημα όμως είναι τι θα υπάρχει μετά την έκβαση αυτής της σύγκρουσης – όποιος και αν επικρατήσει. Εδώ το είδος του γηπέδου ορίζει και το είδος του παιχνιδιού. Στην κατάσταση που βρίσκεται η Ελλάδα, η πολιτική μάχη με οξύτητα θα αποβεί σε βάρος και του ηττημένου και του νικητή. Ο ένας δεν θα μπορεί να μαζέψει τα συντρίμμια του και ο άλλος τα συντρίμμια της χώρας.

Η στρατηγική της έντασης δεν οδηγεί πουθενά. Ή μάλλον όπως θα έλεγε ο Αμερικανός στρατηγός Ομάρ Μπράντλει: «Αυτή η στρατηγική οδηγεί σε λάθος πόλεμο, σε λάθος τόπο, σε λάθος χρόνο και με λάθος εχθρό».

 

Τα σχόλια είναι κλειστά.