Ειδησεογραφικό site

Πώς δικαιολογείται ο κυβερνητικός «ζήλος» για τους τρεις μάρτυρες στην υπόθεση της Novartis;

37

Νομικά ερωτηματικά, κενά, αλλά   και  αδιέξοδα (πλέον των πολιτικών ερωτηματικών) ανακύπτουν  από τη διπλή  «βάπτιση» των τριών μαρτύρων στην υπόθεση της Novartis, τόσο ως προστατευομένων μαρτύρων, όσο  και ως μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος. Δηλαδή, προς θωράκισή τους  προσδόθηκαν δύο ιδιότητες μαρτύρων, χωρίς παρ΄ όλα αυτά να  είναι απόλυτη η προστασία τους.

Οι πρόσφατες μηνύσεις μέρους των πολιτικών εμπλεκομένων προσώπων στην υπόθεση της Novartis, προκάλεσαν  πανικό στα κυβερνώντα στελέχη, τα  οποία κινητοποίησαν τους κατάλληλους  εμπλεκόμενους μηχανισμούς, σε μία προσπάθεια να καλύψουν τις έως τώρα βεβιασμένες κινητοποιήσεις, έτσι ώστε  η υπόθεση να «βγει»  αμέσως μετά το συλλαλητήριο για το Μακεδονικό.

Αναγκαίο είναι να διευκρινιστεί ότι σε περίπτωση κατά την οποία μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο τη ζωή ή την υγεία ενός μάρτυρα ή της οικογένειας και των φίλων του, τότε σε  αυτό  το μάρτυρα  μπορεί  να προσδοθεί η ιδιότητα του προστατευόμενου.  Έτσι, τα στοιχεία της ταυτότητάς του δεν γίνονται γνωστά και λαμβάνει ένα κωδικό όνομα, είτε αριθμού, είτε άλλου άσχετου ονόματος. Στο δικαστήριο δεν εμφανίζεται και η μαρτυρική κατάθεσή του μπορεί να γίνει μέσω τηλεδιάσκεψης, χωρίς να εμφανίζεται το πρόσωπό του, ακόμη και με αλλοιωμένη τη φωνή του μέσω  τεχνικών μέσων.
Ο μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος έχει κατ΄ αρχάς την ίδια προστασία με τον προστατευόμενο μάρτυρα (Κωδικό, κ.λπ.), αλλά και πρόσθετη προστασία από μηνύσεις για ορισμένα αδικήματα.
Όπως είναι γνωστό στην  υπόθεση της Novartis υπάρχουν τρεις προστατευόμενοι μάρτυρες με τους κωδικούς Μάξιμος Σαράφης, Ιωάννης Αναστασίου και Αικατερίνη Κελέση.

Τώρα, ο αρμόδιος για την εποπτεία και τον συντονισμό του έργου των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Δημήτριος Παπαγεωργίου σε σημερινή ανακοίνωσή του αναφέρει ότι για τους τρεις μάρτυρες στην υπόθεση της Novartis  οι οποίοι χρήστηκαν προστατευόμενοι  δεν υποβλήθηκε στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου σχετική  έγκριση από τους εισαγγελείς διαφθοράς (Ελένη  Τουλουπάκη και  επίκουροι Εισαγγελείς Διαφθοράς Χρήστος Ντζούρας και Στέλιος Μανώλης «διότι δεν απαιτείται τέτοια έγκριση» σύμφωνα με τις επιταγές του νόμου   (νόμος  2928/2001, όπως ισχύει μετά το νόμο 4254/2014).

Απλά, αναφέρει ο Δημήτριος Παπαγεωργίου εκδόθηκαν οι  υπ΄ αριθμ. 12/2017, 13/2017 και 1/2018 Εισαγγελικές Διατάξεις για τους εν λόγω τρεις μάρτυρες (ως προστατευόμενοι μάρτυρες).

Πάντως, να σημειωθεί ότι από το περιβάλλον των εισαγγελέων διαφθοράς λεγόταν, έως σήμερα και σε κάθε  τόνο, ότι νόμιμα  έχει επικυρωθεί η ιδιώτης του  προστατευόμενου στους τρεις μάρτυρες, η οποία μάλιστα έχει επικυρωθεί και από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.

Στη συνέχεια ο Δημήτριος Παπαγεωργίου, «με αφορμή τεθέντα ερωτήματα και δημόσιες δηλώσεις», όπως διευκρινίζει στην σημερινή ανακοίνωσή του, στους τρεις μάρτυρες προσδόθηκε από 9 Φεβρουαρίου 2018 και η ιδιότητα  του «μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος».

Οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος πράγματι τυγχάνουν κάποιας ιδιαίτερης προστασίας υπό ορισμένες όμως συνθήκες και προϋποθέσεις, αλλά όχι της απόλυτα ζητουμένης…. προστασίας.

Κατ΄  αρχάς τίθεται ένα σημαντικό θέμα. Για την προστασία τους αναφορικά με τις καταθέσεις τους για το χρονικό διάστημα πριν  την 9η  Φεβρουαρίου 2018, που δεν είχαν την ιδιότητα του   «μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος».

Να διευκρινιστεί ότι δεν μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ η ιδιότητα του «μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος» (εκ των υστέρων «βάπτιση»).

Ακόμη, το σημαντικότερο είναι ότι η προστασία των εν λόγω μαρτύρων ως «μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος»,  ανάγεται σε εγκλήματα δωροδοκίας και όχι σε άλλα αδικήματα.

Οι διατάξεις του άρθρου 45Β παράγραφος  1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για τους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος  δεν προσφέρει προστασία για τα αδικήματα της ψευδορκίας, της συκοφαντικής δυσφήμησης, της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου, κ.λπ.

Πέρα όμως από όλα αυτά, το βασικότερο για τους προστατευόμενους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος, είναι ότι το τελικό λόγο για την τύχη τους, ως προς τα αδικήματα της ψευδορκίας, της ψευδούς καταμήνυσης, της συκοφαντικής δυσφήμησης, της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου, κ.λπ.,   έχει  ο ίδιος ο Δημήτριος Παπαγεωργίου, μετά από ενημέρωση του αρμόδιου  για την άσκηση της ποινικής δίωξης εισαγγελέα.

Και αυτό γιατί σύμφωνα με την τελευταία παράγραφο  του άρθρου 45Β παράγραφος  1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ο Δημήτριος Παπαγεωργίου εάν  κρίνει μετά από την ενημέρωσή του, ότι «η ποινική δίωξη των εγκλημάτων της ψευδορκίας, της ψευδούς καταμήνυσης, της συκοφαντικής δυσφήμησης ή της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου ή των εγκλημάτων των παραγράφων 4 ή 8 του άρθρου 22 του ν. 2472/1997, δεν είναι απαραίτητη για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος, μπορεί να παραγγείλει στον αρμόδιο για την άσκηση της ποινικής δίωξης εισαγγελέα την οριστική αποχή από την ποινική δίωξη για τις εν λόγω πράξεις».

Το πλήρες κείμενο του   άρθρου 45Β παράγραφος  1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας έχει ως εξής: 

1. Σε υποθέσεις σχετικές με τις αξιόποινες πράξεις των άρθρων 159, 159Α, 235, 236, 237 και 237Α του Ποινικού Κώδικα και τις συναφείς με αυτές πράξεις, είναι δυνατόν, μετά από έγκριση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς, να χαρακτηρίζεται ως μάρτυς δημοσίου συμφέροντος με πράξη του κατά τόπον αρμόδιου εισαγγελέα πλημμελειοδικών ή του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς όποιος, χωρίς να εμπλέκεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο στις εν λόγω πράξεις και χωρίς να αποβλέπει σε ίδιον όφελος, συμβάλλει ουσιωδώς, με τις πληροφορίες που παρέχει στις διωκτικές αρχές, στην αποκάλυψη και δίωξή τους. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο πράξη του εισαγγελέα μπορεί να ανακαλείται με τον ίδιο τρόπο και σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής δίκης, αν ο εισαγγελέας κρίνει ότι δεν συντρέχουν οι λόγοι που τον οδήγησαν στην έκδοσή της.

2. Αν έχει υποβληθεί έγκληση ή μήνυση για τα εγκλήματα της ψευδορκίας, της ψευδούς καταμήνυσης, της συκοφαντικής δυσφήμησης ή της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου του Ποινικού Κώδικα ή για τις πράξεις των παραγράφων 4 ή 8 του άρθρου 22 του ν. 2472/1997 σε υπόθεση σχετική με τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, ο αρμόδιος για την άσκηση της ποινικής δίωξης εισαγγελέας, πριν από κάθε άλλη ενέργεια, ενημερώνει σχετικά τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς.

3. Αν ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς, κρίνει μετά από την κατά την προηγούμενη παράγραφο ενημέρωσή του, ότι η ποινική δίωξη των εγκλημάτων της ψευδορκίας, της ψευδούς καταμήνυσης, της συκοφαντικής δυσφήμησης ή της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου ή των εγκλημάτων των παραγράφων 4 ή 8 του άρθρου 22 του ν. 2472/1997, δεν είναι απαραίτητη για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος, μπορεί να παραγγείλει στον αρμόδιο για την άσκηση της ποινικής δίωξης εισαγγελέα την οριστική αποχή από την ποινική δίωξη για τις εν λόγω πράξεις».

Να σημειωθεί ότι ο νόμος 2472/1997 αναφέρεται στην προστασία των προσωπικών δεδομένων.

Τα σχόλια είναι κλειστά.