Ειδησεογραφικό site

Νέα έκθεση-«καταπέλτης» για τη Μόρια: Τρεις στους δέκα έχουν αποπειραθεί να αυτοκτονήσουν

138

Σύμφωνα με τη Διεθνή Επιτροπή Διάσωσης, το 64% όσων έχουν εξεταστεί από το Κέντρο Ψυχικής Υγείας της ΜΚΟ εμφανίζουν συμπτώματα κατάθλιψης, το 55% συμπτώματα άγχους και στρες, το 18% επιθετικότητα, το 15% προχωρά σε αυτοτραυματισμούς, το 6% εμφανίζει ψυχωτικά συμπτώματα, ενώ ένα 41% εμφανίζει μετατραυματικό στρες

Άλλη μία έκθεση-«καταπέλτης» για το κολαστήριο της Μόριας βλέπει το φως της δημοσιότητας και προκαλεί πολλά ερωτήματα. Η Διεθνής Επιτροπή Διάσωσης (IRC) στέκεται στις αφόρητες ψυχολογικές πιέσεις που δέχονται πρόσφυγες και μετανάστες στον υπεράριθμο καταυλισμό και παραθέτει στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία, το 29% όσων μένουν εκεί, έχουν αποπειραθεί να αυτοκτονήσουν.

Παραθέτοντας μαρτυρίες ασθενών που επισκέφτηκαν το κέντρο φροντίδας της επιτροπής στο νησί, η IRC αναφέρει ότι, πέραν όσων έχουν επιχειρήσει να αυτοκτονήσουν, ακόμη ένα 60% έχει σκεφτεί να προχωρήσει στο απονενοημένο διάβημα.

«Αρκετές φορές έχω επιχειρήσει να αυτοκτονήσω» είναι τα λόγια ενός 35χρονου Ιρακινού και πατέρα τεσσάρων παιδιών, που επικαλείται η έκθεση. «Ο μόνος λόγος που χαίρομαι που δεν τα κατάφερα είναι τα παιδιά».

Ταυτόχρονα, το 64% όσων έχουν εξεταστεί από το Κέντρο Ψυχικής Υγείας της ΜΚΟ εμφανίζουν συμπτώματα κατάθλιψης, το 55% συμπτώματα άγχους και στρες, το 18% επιθετικότητα, το 15% προχωρά σε αυτοτραυματισμούς, το 6% εμφανίζει ψυχωτικά συμπτώματα, ενώ ένα 41% εμφανίζει μετατραυματικό στρες.

Επίσης, υψηλά εμφανίζονται τα ποσοστά έμφυλης και σεξουαλικής βίας κατά γυναικών και ανδρών, που ανέρχονται στο 50% όλων των περιστατικών που έχει εξετάσει η IRC, εκ των οποίων το 67% είναι γυναίκες και το 33% άνδρες.

Οι αιτίες

Ως προς τους τρεις βασικούς παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά την ψυχική υγεία όσων διαμένουν στον καταυλισμό, η IRC υποστηρίζει πως πρόκειται για:

1. Την έλλειψη προστασίας

Επισήμως, υπάρχουν περισσότεροι από 8.500 άνθρωποι στη Μόρια, η οποία μπορεί να φιλοξενήσει 3.100 άτομα. Ο συνωστισμός επιβαρύνει όλες τις υπηρεσίες και το προσωπικό, δημιουργεί εντάσεις και αίσθημα ανασφάλειας, αναφέρει η ΜΚΟ.

Επίσης, σύμφωνα με την έκθεση, οι συνθήκες ζωής στη Μόρια προκαλούν άγχος και φόβο, γεγονός που επιδεινώνει ψυχολογικά τραύματα ενώ ενδέχεται να προκαλέσει προβλήματα ψυχικής υγείας. Δεν επιτρέπει την ιδιωτικότητα και δεν αποτελεί ασφαλές καταφύγιο. Οι συχνοί διαπληκτισμοί και τα επεισόδια επηρεάζουν τους πάντες, αναγκάζοντας κάθε τόσο εκατοντάδες οικογένειες να αποχωρίσουν, χωρίς να έχουν κάποιο μέρος να πάνε.

Επιπλέον, λόγω της έλλειψης αστυνομικής παρουσίας και ατιμωρησίας των δραστών, υπάρχουν αναφορές για τη λειτουργία «λαϊκών δικαστηρίων», κατά τα οποία οι κοινότητες παίρνουν το νόμο στα χέρια τους, προσπαθώντας να τιμωρήσουν τους παραβάτες της κοινότητάς τους.

«Οι περισσότερoι άνθρωποι στη Μόρια προέρχονται από χώρες που έχουν πληγεί από τον πόλεμο. Ο τρόπος με τον οποίο είναι οργανωμένη η Μόρια τούς θυμίζει αυτά από τα οποία διέφυγαν: συρματοπλέγματα, στρατό και βία. Για παράδειγμα, ο στρατός συντονίζει τη διανομή τροφίμων, αποτρέποντας πολλούς από το να κάνουν ουρά για να πάρουν φαγητό. Τα συχνά βίαια επεισόδια επαναφέρουν και αυτά στη μνήμη τους αντίξοες καταστάσεις και αυξάνουν το αίσθημα ανασφάλειας την έλλειψη υποστήριξης και την έλλειψη ελπίδας» αναφέρει η έκθεση και στη συνέχεια στρέφεται στον αγώνα των αιτούντων άσυλο να εξασφαλίσουν τα βασικά αγαθά:

«Η πρόσβαση στην τροφή είναι αβέβαιη: οι ουρές είναι μεγάλες, έτσι πολλοί άνθρωποι κοιμούνται εκεί για να εξασφαλίσουν ότι θα πάρουν φαγητό και νερό. Πολλοί ευάλωτοι άνθρωποι μην αντέχοντας τις μεγάλες ουρές ή λόγω φόβου για τα βίαια επεισόδια που συχνά σημειώνονται στην ουρά του φαγητού, καταλήγουν να πεινούν. Λόγω αυτών των προκλήσεων, πολλοί αιτούντες άσυλο καταλήγουν να μαγειρεύουν οι ίδιοι το φαγητό τους αλλά, καθώς δεν υπάρχουν εγκαταστάσεις κουζίνας, καταφεύγουν σε επικίνδυνες μεθόδους, όπως το άναμμα ανοικτών εστιών ή το μαγείρεμα μέσα στις σκηνές τους. (…). Στην κεντρική δομή της Μόριας και στον παρακείμενο υπαίθριο χώρο με σκηνές, που είναι γνωστός ως ‘Ελαιώνας’, αντιστοιχούν 72 άτομα ανά λειτουργική τουαλέτα και 84 άτομα ανά λειτουργικό ντους. Αυτό απέχει κατά πολύ από τις συνιστώμενες ανθρωπιστικές προδιαγραφές σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, ενώ υπάρχουν συχνά διακοπές νερού, προκαλώντας μεγάλες ουρές, ανησυχία για την δημόσια υγεία και εντάσεις».

2. Την έλλειψη υποστήριξης

Ως προς αυτό το σκέλος, η IRC υποστηρίζει πως η «έλλειψη πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη θέτει σε κίνδυνο την υγεία και την ευημερία όλων και επιβαρύνει την ψυχική υγεία των κατοίκων της Μόριας».

«Το ΚΕΕΛΠΝΟ, η κρατική υπηρεσία παροχής ιατρικών υπηρεσιών στα ΚΥΤ, έχει έλλειψη προσωπικού από τότε που άρχισε να λειτουργεί στη Μόρια το 2017, ενώ πολλά μέλη του προσωπικού του έχουν παραιτηθεί λόγω κόπωσης, απογοήτευσης και δύσκολων συνθηκών εργασίας. Ως εκ τούτου, υπάρχουν σήμερα μόνο δύο άνδρες γιατροί, ένας ανά βάρδια, και κανείς για να καλύψει τη νυχτερινή βάρδια. Η διερμηνεία παρουσιάζει επίσης τεράστιο κενό, επομένως, μερικές φορές, καλούνται να βοηθήσουν διερμηνείς από άλλες υπηρεσίες. Υπάρχουν αναφορές ότι καλούνται συχνά να βοηθήσουν με τη διερμηνεία και κάτοικοι της Μόριας», σημειώνει η IRC και προσθέτει:

«Αυτό προκαλεί μεγάλη ανησυχία, καθώς η έλλειψη εμπιστευτικότητας μπορεί να αποτρέψει τους ανθρώπους από το να αναφέρουν, μπροστά στα μέλη της κοινότητας, περιστατικά βίας ή προβλήματα ψυχικής υγείας. Ο χώρος εργασίας του ΚΕΕΛΠΝΟ είναι μια ακόμη πρόκληση, δεδομένου ότι του έχει παραχωρηθεί μόνο ένα κοντέινερ για σχεδόν 40 υπαλλήλους, κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους και νοσοκόμους. Αυτοί οι επαγγελματίες καταλήγουν συχνά να εργάζονται σε εξωτερικούς χώρους, χωρίς καμία ιδιωτικότητα και υπό οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες. Τα αιτήματα για παροχή πρόσθετου χώρου εργασίας δεν έχουν ικανοποιηθεί, προφανώς λόγω της γενικής έλλειψης χώρου εντός του ΚΥΤ. Η κατάσταση αυτή επηρεάζει αρνητικά τις συνθήκες εργασίας του προσωπικού όπως, για παράδειγμα, την ικανότητά τους να εντοπίζουν και να βοηθούν επιζώντες σεξουαλικής βίας και θύματα βασανιστηρίων».

3. Την έλλειψη ελπίδας

Σύμφωνα με την έκθεση, οι περισσότεροι απ τους αιτούντες άσυλο που απευθύνονται στην IRC αισθάνονται αφημένοι στην τύχη τους. «Οι γεωγραφικοί περιορισμοί υποχρεώνουν τους αιτούντες άσυλο να παραμείνουν στα νησιά μέχρι να αποκτήσουν το καθεστώς πρόσφυγα. Οι άνθρωποι που θεωρούνται «ευάλωτοι» σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο και πιστοποιούνται από τον ιατρικό έλεγχο του ΚΕΕΛΠΝΟ, πρέπει να παραμείνουν στο νησί μέχρι την πρώτη συνέντευξή τους για το ασύλο15. Ωστόσο, όχι μόνο οι αξιολογήσεις ευαλωτότητας αργούν πολύ, αλλά υπάρχουν ανησυχίες για την ακρίβειά τους. Οι συνεχείς αλλαγές του εντύπου ευαλωτότητας και των αντίστοιχων λειτουργικών διαδικασιών εγείρουν ανησυχία ότι υπάρχει τάση υποτίμησης του αριθμού των αιτούντων άσυλο που αναγνωρίζονται ως ευάλωτοι», σημειώνεται ενδεικτικά.

Τα σχόλια είναι κλειστά.