Μίλησε κάποιος για δίκαιη ανάπτυξη;
Του Πέτρου Λάζου
Εδώ και αρκετό καιρό, ίσως για περισσότερο από ένα χρόνο, ακούμε από τον πρωθυπουργό αλλά και άλλα προβεβλημένα κυβερνητικά στελέχη, τις λέξεις «δίκαιη ανάπτυξη».
Ο όρος είναι εντελώς καινούργιος στη δημοσιονομική «σφαίρα» και (υποτίθεται πως) καταδεικνύει τη διαφορά ποιότητας αποτελεσμάτων της οικονομικής πολιτικής την οποία εφαρμόζει η κυβέρνηση της Αριστεράς, από τα αντίστοιχα όλων των κυβερνήσεων που προηγήθηκαν.
Με απλά λόγια, η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η ανάπτυξη που παράγεται από τις δικές της πολιτικές, υλοποιείται και λειτουργεί με τέτοιον τρόπο, ώστε να κατανείμει τα πλεονεκτήματα (δηλαδή τα επιπλέον δημόσια έσοδα) του αυξημένου Α.Ε.Π., στους πολίτες οι οποίοι τα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη.
Η κυβερνητική αυτή θέση, είναι εξαιρετικά σημαντική. Για προφανείς λόγους, έχει ιδιαίτερα μεγάλες προεκτάσεις και έντονες επιπτώσεις στο πολιτικό σκηνικό. Είτε αληθεύει, είτε όχι…
Γεγονός που την καθιστά πρόκληση, ολοφάνερα. Όποια από τις δύο περιπτώσεις και αν ισχύει για την υπόστασή της, πρόκειται για έναν παράγοντα άκρως ερεθιστικό και «σκανδαλιστικό» για τον κάθε ασχολούμενο, με τα δημόσια πράγματα.
Η στήλη φυσικά, δεν θα μπορούσε να εξαιρείται. Επιδόθηκε λοιπόν στην αναζήτηση δεδομένων, με τον πρέποντα ζήλο.
Κατά τη διάρκεια της έρευνάς της για την ανεύρεση συγκεκριμένων στοιχείων και της γενικότερης διερεύνησης για την ισχύ ή μη του κυβερνητικού αφηγήματος, βρέθηκε μπροστά σε αυτόν τον πίνακα:
Έτος |
Ποσοστό |
2010 |
7,9% |
2011 |
9,2% |
2012 |
14,2% |
2013 |
13,8% |
2014 |
13,0% |
2015 |
12,9% |
2016 |
14,4% |
Τι αντιπροσωπεύουν οι παραπάνω αριθμοί; Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, παρουσιάζουν το ετήσιο ποσοστό του συνόλου των ελληνικών νοικοκυριών το οποίο, στο συγκεκριμένο έτος, δεν διέθετε την οικονομική δυνατότητα αγοράς ενός γεύματος που να περιέχει κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι (ή το αντίστοιχο χορτοφαγικό), κάθε δεύτερη μέρα. Δηλαδή, το ποσοστό των ελληνικών νοικοκυριών που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να τραφούν σωστά και σε ικανοποιητικό βαθμό, με βάση συγκεκριμένο διατροφικό κανόνα.
Για να το πούμε με απλή και ωμή γλώσσα, οι αριθμοί στο πίνακα μας δείχνουν το ποσοστό των ελληνικών νοικοκυριών που δεν είχαν αρκετό φαγητό, κάθε χρόνο.
Πρώτη παρατήρηση: το υψηλότερο ποσοστό νοικοκυριών (δηλ. πότε δεν είχαν αρκετό φαγητό τα περισσότερα νοικοκυριά) καταγράφεται το 2016! Είναι υψηλότερο ακόμη και από αυτό του 2012, δηλαδή όταν η κρίση λυσσομανούσε και είχε λάβει τις μεγαλύτερες διαστάσεις της.
Δεύτερη παρατήρηση: Μετά το 2012, το ποσοστό των νοικοκυριών σημειώνει ελαφρά, σταδιακή, αργή αλλά καθαρή πτώση. Πιστοποιώντας έτσι την αντίστοιχα βελτιωμένη πορεία της οικονομίας, στο ίδιο διάστημα. Ακόμα και το 2015 της Βαρουφακειάδας και της «σκληρής διαπραγμάτευσης», κινήθηκε καθοδικά. Για να εκτοξευτεί και πάλι πέρυσι.
Τρίτη παρατήρηση: Όπως όλοι ξέρουμε, με βάση την τακτική όλων των κυβερνήσεων Τσίπρα, η εφαρμογή των σκληρών μέτρων έρχεται από τον επόμενο χρόνο. Είναι δε αποδεδειγμένο ότι αυτά τα μέτρα, επηρεάζουν πολύ περισσότερο και πολύ βαθύτερα τα πιο αδύνατα οικονομικά, κοινωνικά στρώματα.
Τοποθετήστε όλα αυτά τα δεδομένα σε ένα κοινό παζλ και θα καταλάβετε εύκολα, εάν το πρωθυπουργικό αφήγημα περί «δίκαιης ανάπτυξης», ισχύει ή όχι. Εάν αποτελεί μία πιθανή περίπτωση ή πρόκειται για μία ακόμη «αυταπάτη»…
Προσωπικά έχω να προσθέσω ένα σχόλιο, μόνο: «Να χαρώ εγώ ανάπτυξη, να χαρώ εγώ δικαιοσύνη»!
ΠΗΓΗ: athensvoice.gr
Τα σχόλια είναι κλειστά.