Ειδησεογραφικό site

Μεγάλη… χάρη Κοντονή σε πλαστογράφο επιχειρηματία

55

Ο υπουργός Δικαιοσύνης υπέγραψε απονομή χάριτος σε επιχειρηματία καταδικασμένο σε διετή φυλάκιση για κακούργημα, ώστε να μπορεί να δουλεύει… απρόσκοπτα ως διευθύνων σύμβουλος αλυσίδας καταστημάτων

«Τα κριτήρια απονομής χάριτος είναι κυρίως κοινωνικού χαρακτήρα, αφού ο θεσμός εξυπηρετεί πρωτίστως τη σωφρονιστική πολιτική που ασκεί η Πολιτεία», αναφέρεται στην ιστοσελίδα του υπουργείου Δικαιοσύνης για το προβλεπόμενο από το Σύνταγμα μέτρο της απονομής χάριτος.

Προφανώς με το σκεπτικό αυτό ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής υπέγραψε προ 10ημέρου την απονομή χάριτος σε γνωστό επιχειρηματία, ο οποίος είχε καταδικαστεί αμετάκλητα για το αδίκημα της πλαστογραφίας σε βαθμό κακουργήματος, για να μπορεί να ασκεί κανονικά τα καθήκοντά του ως διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας του. Η καταδικαστική απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών στην οποία του καταλογίζεται ότι αλλοίωσε με πλαστή σφραγίδα τραπεζική επιταγή και η απορριπτική απόφαση του Αρείου Πάγου για την επανάληψη της ποινικής διαδικασίας της υπόθεσής του δεν αποτελούν πλέον τροχοπέδη στο επιχειρείν του αφεντικού μεγάλης αλυσίδας καταστημάτων, αφού ύστερα από πρόταση του κ. Κοντονή «καθάρισε» από τις κατά νόμον συνέπειες της καταδίκης του.

Ειδικότερα, στις 19 Ιουλίου 2017 δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης για την απονομή χάρης σε τρεις καταδικασθέντες πολίτες, ώστε ο ένας εξ αυτών να μπορεί να διοριστεί ως υδρονομέας στον Νομό Σερρών, ο άλλος να μπορέσει να ανανεώσει την άδεια ταξί που είχε και ο τρίτος να ασκήσει απρόσκοπτα τα καθήκοντα διευθύνοντα συμβούλου ανώνυμης εταιρείας. «Με προεδρικό διάταγμα που εκδόθηκε στην Αθήνα στις 26.6.2017 σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 παρ. 1 του Συντάγματος, ύστερα από πρόταση του υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και γνωμοδότηση του Συμβουλίου Χαρίτων αίρονται οι κατά νόμον συνέπειες που απορρέουν από την καταδίκη του Μ. Π. του Π, με την αριθμ. …/20.6.2012 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών σε ποινή φυλάκισης δύο ετών με τριετή αναστολή για την πράξη της πλαστογραφίας, προκειμένου να μην αποτελεί κώλυμα κατά την άσκηση όλων των καθηκόντων που απορρέουν από τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου Ανώνυμης Εταιρείας».

Το υπουργείο Δικαιοσύνης έχει την ευθύνη διεξαγωγής της απαιτούμενης διοικητικής διαδικασίας για την απονομή χάριτος, που αποτελεί αρμοδιότητα του Προέδρου της Δημοκρατίας και ασκείται ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Χαρίτων και πρόταση του υπουργού Δικαιοσύνης. Με τον θεσμό αυτό είναι δυνατό να χαριστεί η ποινή ενός πολίτη που έχει καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, να μετριαστεί ή να μετατραπεί σε άλλο είδος ποινής, ή να αρθούν οι δυσμενείς νόμιμες συνέπειες που απορρέουν από την καταδίκη ύστερα από σχετική αίτηση του καταδικασθέντος προς το αρμόδιο υπουργείο. Πρόεδρος του 7μελούς Συμβουλίου Χαρίτων από τον περασμένο Ιανουάριο με διετή θητεία είναι, με απόφαση του κ. Κοντονή, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης Γιώργος Σάρλης. Στη σύνθεση του συμβουλίου μετέχουν 4 δικαστές και δύο ακόμα υπηρεσιακοί παράγοντες του υπουργείου Δικαιοσύνης, ενώ καθήκοντα υπηρεσιακού εισηγητή, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ασκεί η προϊσταμένη του τμήματος Ποινικού Μητρώου και Απονομής Χάριτος του υπουργείου.

Κακουργηματικά αδικήματα

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο γνωστός επιχειρηματίας με απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών το 2009 κηρύχθηκε ένοχος για τα αδικήματα α) της πλαστογραφίας μετά χρήσεως από κοινού σε βαθμό κακουργήματος και β) της απάτης από κοινού, επίσης σε βαθμό κακουργήματος. Μετά δε την αναγνώριση στο πρόσωπό του της ελαφρυντικής περίστασης του προτέρου έντιμου βίου, του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης δύο ετών για κάθε πράξη και συνολική ποινή φυλάκισης τριών ετών (2+1). Υστερα από την άσκηση αναίρεσης κατά της απόφασης, εκδόθηκε το 2011 απόφαση του Αρείου Πάγου με την οποία αναιρέθηκε εν μέρει η ετυμηγορία του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών ως προς τη διάταξή της, με την οποία κηρύχθηκε ένοχος για απάτη από κοινού σε βαθμό κακουργήματος, ενώ απορρίφθηκε η αναίρεση για την κακουργηματική πλαστογραφία μετά χρήσεως από κοινού, οπότε κατέστη η απόφαση αυτή πλέον αμετάκλητη ως προς το κεφάλαιο της ενοχής για την παραπάνω πράξη. Ακολούθως εκδόθηκε η με αρ. …/2012 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία κρίθηκε αμετακλήτως και το κεφάλαιο της ποινής, που ήταν και πάλι η ποινή της φυλάκισης των δύο ετών. Δύο χρόνια αργότερα ο Αρειος Πάγος, με την υπ’ αριθμ …/2014 απόφασή του, απέρριψε την αίτηση που είχε υποβάλει ο επιχειρηματίας για την επανάληψη της ποινικής διαδικασίας ως κατ’ ουσία αβάσιμη.

Το ιστορικό

Οσον αφορά το ιστορικό της υπόθεσης και με βάση τα όσα αποδείχτηκαν στο δικαστήριο και δέχθηκε η απόφαση, η εταιρεία με έδρα την Αθήνα συνέστησε το 2000 από κοινού με Βορειοελλαδίτη επιχειρηματία εταιρεία συναφούς αντικειμένου στη Θεσσαλονίκη. Εκείνο το διάστημα η γνωστή αλυσίδα, όπως αναφέρεται στη δικαστική απόφαση, «είχε αρχίσει προσπάθειες να εισαχθεί στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών (ΧΑΑ) και προκειμένου να εμφανίσει κατά το δυνατόν πιο αυξημένη εμπορική κίνηση (τζίρος) και προοπτική περαιτέρω αναπτύξεώς της, που θα διευκόλυναν την είσοδό της στο Χρηματιστήριο», ζητήθηκε από την εταιρεία της Θεσσαλονίκης να καταχωρήσει στα βιβλία της ένα τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών επί πιστώσει που θα αφορούσε δήθεν μεταβίβαση άυλων στοιχείων («αέρας» και φήμη), συνολικού ποσού μετά ΦΠΑ 47.200.000 δραχμών. «Εν συνεχεία και επειδή το τιμολόγιο αυτό ήταν εικονικό, μη αντιπροσωπεύοντας καμία πραγματική συναλλαγή (η αναγραφόμενη ως άνω αιτία εκδόσεώς που ήταν ανύπαρκτη)», ο τότε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της αλυσίδας και ο επιχειρηματίας, που έλαβε προ ημερών την χάρη ως τότε γενικός διευθυντής της εταιρείας, φοβούμενοι «επικείμενον έλεγχο της εταιρείας τους από ορκωτούς λογιστές και εντεύθεν ανεύρεση ακαλύπτου του ειρημένου εικονικού τιμολογίου», ζήτησαν από τους συνεργάτες τους στη Θεσσαλονίκη να καλύψουν το τιμολόγιο αυτό με μια μεταχρονολογημένη επιταγή.

Η υπόθεση περιεπλάκη

Η επιταγή εκδόθηκε και δεν έφερε ούτε τη σφραγίδα της εκδότριας εταιρείας, ούτε την κανονική υπογραφή του εκπροσώπου της, ενώ συμφωνήθηκε από τα δύο μέρη να παραμείνει στο γραφείο της γνωστής αλυσίδας για να επιδειχθεί αν χρειαζόταν στους ορκωτούς λογιστές και θα επιστρεφόταν στον εκδότη της όταν αυτός τη ζητούσε. Τα πράγματα περιπλέχτηκαν τελείως όταν ζητήθηκε από τον εκδότη η επιστροφή της επιταγής και η κάλυψη του εικονικού τιμολογίου με έκδοση ισόποσου πιστωτικού τιμολογίου προς της εταιρεία της Θεσσαλονίκης.

Κατά την πιστή μεταφορά του διατακτικού της απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών: «1) Στον ως άνω τόπο και κατά το χρονικό διάστημα από 27.12.2001 έως 03.01.2002, ενεργώντας με πρόθεση και από κοινού, δηλαδή μετά από συναπόφαση και με συγκλίνουσες ενέργειες, νόθευσαν έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσουν με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, με την πράξη τους δε αυτή σκόπευαν να προσπορίσουν σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον και το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία που επιδίωξαν υπερβαίνουν το ποσό των 25.000.000 δραχμών και ήδη των 73.000 ευρώ, και συγκεκριμένα, υπό τις ιδιότητές τους, ο μεν πρώτος του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου, ο δε δεύτερος του Γενικού Διευθυντού της ανωνύμου εταιρείας “…. Α.Ε.”, αλλοίωσαν το περιεχόμενο της υπ’ αριθμόν … μεταχρονολογημένης (31.12.2001) επιταγής της Τράπεζας Εργασίας, Υποκατάστημα Βέροιας, ποσού 46.876.232 δρχ., αφού έθεσαν επί του σώματος αυτής πλαστή σφραγίδα της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “…..Α.Ε.”, προκειμένου να παραπλανήσουν τους αρμοδίους υπαλλήλους του Υποκαταστήματος … Αττικής της Τράπεζας, στο οποίο εμφάνισαν την επιταγή προς πληρωμή, ότι η επίμαχη επιταγή φέρει, εκτός της υπογραφής του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας, και την εταιρική σφραγίδα, με αποτέλεσμα την σφράγιση της επιταγής αυτής ελλείψει υπολοίπου, με την πράξη τους δε αυτή σκόπευαν να προσπορίσουν στην εταιρεία με την επωνυμία “Χ.Β. Α.Ε.” περιουσιακό όφελος ύψους 46.876.232 δραχμών και ήδη 137.567,81 ευρώ βλάπτοντας την εταιρεία με την επωνυμία “… Α.Ε.”, με το αντίστοιχο ποσό και το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία που επεδίωξαν υπερβαίνουν το ποσό των 25.000.000 δραχμών και ήδη των 73.000 ευρώ».

Μάλιστα, «έχοντας αποφασίσει να εμφανίσουν την επιταγή προς πληρωμή, από κοινού, κατόπιν δηλαδή κοινής αποφάσεώς τους και με κοινή δράση, έθεσαν επί του σώματος της επιταγής πλαστή σφραγίδα της εκδότριας εταιρείας “… Α.Ε.”, όπου μάλιστα εκ λάθους κατά την κατασκευή (της πλαστής αυτής σφραγίδας) αναφερόταν λανθασμένα ο αριθμός του τηλεφώνου της εταιρείας, νοθεύοντας (αλλοιώνοντας) έτσι το περιεχόμενο της επιταγής αυτής ως προς την ύπαρξη της σφραγίδας της εκδότριας εταιρείας».

Τα σχόλια είναι κλειστά.