Ειδησεογραφικό site

Λίγες σκέψεις για τις εκλογές και την επόμενη μέρα

139


Γράφει ο Νίκος Ξυλούρης, στέλεχος του ΚΙΝΑΛ

Σταδιακά αρχίζει να κατακάθεται ο κουρνιαχτός των εκλογών και μπορούμε πλέον να κάνουμε κάποιες εκτιμήσεις των αποτελεσμάτων σε πιο ψύχραιμη βάση.
Οι παρατηρήσεις που ακολουθούν εντάσσονται σε δύο κατηγορίες: η πρώτη αφορά στο γενικό επίπεδο, στο συνολικό συσχετισμό δυνάμεων και η δεύτερη σε πιο ειδικό πεδίο, στις επιλογές προσώπων εντός των διαφόρων κομματικών σχηματισμών.
Στο γενικό επίπεδο, είναι σαφές ότι η ισχυρή εκλογική επίδοση της ΝΔ σε συνδυασμό με την πολύ κακή κυβερνητική εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ και τη συνακόλουθη «απομυθοποίηση» των αριστερών σχημάτων λόγου , δίνουν στη συντηρητική παράταξη ένα μεγάλο περιθώριο να ασκήσει την κυβερνητική της εξουσία , με όρους πολιτικής ηγεμονίας. Αυτό σημαίνει ότι για πρώτη φορά από το ’74 και μετά, το αφήγημα της Κεντροδεξιάς μπορεί να κυριαρχήσει στην κοινωνία και να μετατοπίσει συνολικά τον άξονα της πολιτικής ζωής προς την κατεύθυνση που αυτή επιθυμεί.
Ποια είναι αυτή η κατεύθυνση; Ο κ. Μητσοτάκης, δε λέει πολλά επ’ αυτού, απλώς υπαινίσσεται. Η λεγόμενη επιστροφή στην κανονικότητα και μια γενική επίκληση των «αναγκαίων μεταρρυθμίσεων» θα εξαντλήσουν γρήγορα την όποια δυναμική τους. Μετά;
Ο ΣΥΡΙΖΑ, θα ταλανίζεται επί μακρόν, από στρατηγική αμηχανία και αμφιθυμία. Η πολυδιαφημισμένη «σοσιαλδημοκρατική στροφή» δε θα συμβεί ποτέ, θα είναι μία διαρκής περιστροφή από θέσεις μετριοπαθούς/υπεύθυνης αντιπολίτευσης σε θέσεις και πρακτικές πεζοδρομίου. Για πολύ καιρό, ο κ. Τσίπρας ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα είναι «ξεδοντιασμένος» επειδή έχει πλέον διατελέσει Πρωθυπουργός – και μάλιστα όχι καλός…
Μία τέτοια κατάσταση, θα μπορούσε να θεωρηθεί ευνοϊκή για το ΚΙΝ.ΑΛ./ΠΑ.ΣΟ. Κ. Στην πράξη όμως δεν είναι. Όχι μόνο λόγω του εκλογικού ποσοστού που απέσπασε ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά κυρίως επειδή το ίδιο δεν έχει πολιτική: οι προεκλογικές παλινωδίες για το τι θα πράξει την επόμενη μέρα (τη ζημιά την καταλαβαίναμε εμείς που καθημερινά δίναμε τη μάχη να πείσουμε κόσμο να μας ψηφίσει), η αδυναμία διατύπωσης συγκροτημένου προγραμματικού λόγου (το παραδέχεται και η ίδια η ηγεσία με το να θέτει ως προτεραιότητα τη διεξαγωγή προγραμματικού συνεδρίου) και τα κραυγαλέα ελλείμματα θεσμικών δημοκρατικών λειτουργιών (αλλεπάλληλοι οι διορισμοί…) συντείνουν στην καθήλωση σε μονοψήφια ποσοστά. Το Κίνημα πρέπει να αλλάξει ριζικά σε πολιτικές, δομές, πρόσωπα αν θέλει πράγματι να παίξει και πάλι πρωταγωνιστικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα.

Στο ειδικό επίπεδο, έχει ενδιαφέρον να δούμε την ανθρωπογεωγραφία των όσων εξελέγησαν. Αν πάρουμε ως παράδειγμα την Α’ Θεσσαλονίκης, όπου και έδωσα κι εγώ το δικό μου αγώνα, θα διαπιστώσουμε ότι το λεγόμενο «παλιό» πολιτικό προσωπικό ήταν κυρίαρχο στις προτιμήσεις των πολιτών. Κι εκεί όπου υπήρξε κάποιο «νέο αίμα» ήταν είτε επειδή μεγάλωσε ο αριθμός των εκλεγομένων είτε επειδή μηχανισμοί και χρήση διαφόρων πόρων και μέσων πριμοδότησαν «νέους» υποψηφίους. Με τις παλιές και –στα λόγια – καταδικασμένες πρακτικές δεν μπορεί να γίνει ανανέωση της πολιτικής ζωής.
Προφανώς, οι ευθύνες για τα φαινόμενα αυτά δε βαραίνουν μόνο όσους κίνησαν ή όσους αποζήτησαν τη στήριξη των μηχανισμών και άλλων (δανεικών) μέσων επηρεασμού της κοινής γνώμης αλλά και στους ίδιους τους ψηφοφόρους οι οποίοι μπροστά στην κάλπη λησμονούν όσα επί τέσσερα χρόνια λένε για την πολιτική μας ζωή.
Αυτό σημαίνει ότι ο δρόμος για τις απαραίτητες αλλαγές στο πολιτικό μας σύστημα είναι μακρύς. Αλλά είναι ο μόνος που έχει νόημα να περπατήσεις…

Τα σχόλια είναι κλειστά.