Ειδησεογραφικό site

Guardian: Τα γλυπτά του Παρθενώνα πρέπει να επιστραφούν στην Αθήνα

42

Τη στιγμή που οι εικόνες από τα σπουδαία ευρήματα από το ταφικό μνημείο στην Αμφίπολη κάνουν το γύρο του κόσμου, ο βρετανικός Guardian επανέρχεται στο φλέγον ζήτημα της επιστροφής των γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα.

Ο γνωστός αρθρογράφος της βρετανικής εφημερίδας, Τζόναθαν Τζόουνς, γράφει διθυραμβικά σχόλια για τα γλυπτά, αλλά και για το νέο μουσείο της Ακρόπολης, αναφέροντας πως τα τμήματα που αφαιρέθηκαν από τον Παρθενώνα πρέπει να επιστραφούν στον τόπο καταγωγής τους.

«Τα γλυπτά του Παρθενώνα είναι τα πιο όμορφα έργα τέχνης στον κόσμο και για αυτό το λόγο πρέπει να τα επιστρέψουμε», αναφέρει ο τίτλος του άρθρου του Τζόουνς.

«Που ανήκουν; Πως μπορεί κανείς να τα φροντίσει και να τα εκθέσει;», διερωτάται ο αρθογράφος τονίζοντας πως τα γλυπτά δημιουργήθηκαν για να διακοσμήσουν τον Παρθενώνα που ακόμα και σήμερα «κυριαρχεί στον ορίζοντα της ελληνικής πρωτεύουσας».

Όπως εξηγεί, αφαιρέθηκαν από τον Λόρδο Έλγιν και μεταφέρθηκαν στο Λονδίνο, όπου βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο, παρότι η Ελλάδα επιθυμεί την επιστροφή τους.

«Πού ανήκουν στην πραγματικότητα τα γλυπτά του Παρθενώνα;», διερωτάται ο Τζόουνς και προσθέτει πως οι μοναδικοί ανταγωνιστές τους σε ομορφιά, είναι τα έργα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι και του Μικελάντζελο.

«Έχουν ζωή, ενέργεια, ηρεμία και μεγαλοπρέπεια […] Τέτοιες λεπτομέρειες που συνθέτουν μία ομορφιά όπως αυτή, συναγωνίζονται μόνο με τα έργα της Αναγέννησης», τονίζει.

Επισημαίνει, μάλιστα, πως αν οι τοιχογραφίες της Καπέλα Σιξτίνα είχαν αφαιρεθεί και τοποθετηθεί στην Εθνική Πινακοθήκη δε θα μπορούσαν οι επισκέπτες να θαυμάσουν την ομορφιά τους.

«Θα αγωνιζόμασταν να φανταστούμε την δύναμη των έργων του Μικελάντζελο στην αρχική τους θέση. Θα χάναμε την αγωνία να τεντώσουμε το λαιμό μας και τον ενθουσιασμό να διασχίσουμε το Βατικανό για να τα δούμε, παρά την φασαρία τους ουράς», σχολιάζει ο Βρετανός δημοσιογράφος.

Τονίζει, δε, πως η θλιβερή αλήθεια είναι ότι μέσα στο Βρετανικό Μουσείο δε μπορεί κανείς να θαυμάσει την τελειότητα των γλυπτών γιατί βρίσκονται εκτεθειμένα σε μία γκρίζα, νεοκλασική αίθουσα «όπου οι πέτρινοι τοίχοι της δεν κάνουν αρκετή αντίθεση με αυτά τα λίθινα έργα τέχνης – είναι ένας νεκρικός χώρος που φιμώνει την σημαντικότερη ελληνική τέχνη αντί να την αναδεικνύει».

Επομένως, καταλήγει ο Τζόουνς, αν το Βρετανικό Μουσείο θέλει να τα κρατήσει τότε πρέπει να βρει τα χρήματα για να τα εκθέσει με πιο μοντέρνο τρόπο.

Διαφορετικά, θα μπορούσε να τα επιστρέψει στην Ελλάδα, όπου έχει ήδη κατασκευαστεί ένα «υπέροχο, σύγχρονο μουσείο», από το οποίο κανείς μπορεί να δει τον ίδιο τον Παρθενώνα χάρη στην τζαμαρία του μουσείου της Ακρόπολης, γεγονός που δημιουργεί μία μοναδική σύνδεση ανάμεσα στην τέχνη και το αρχιτεκτονικό σπίτι των μαρμάρων.

«Την πρώτη φορά που επισκέφτηκα τον Παρθενώνα μαγεύτηκα από την μοναδική φωτεινότητα και την τελειότητά του και σκέφτηκα ότι είναι απόλυτα προφανές πως τα μάρμαρα του Παρθενώνα πρέπει να βρίσκονται στην Αθήνα», αναφέρει ο δημοσιογράφος, ο οποίος προσθέτει ότι τότε είχε ξεκινήσει καμπάνια για την επιστροφή τους, η οποία είχε περισσότερο εθνικιστικά «χρώματα», παρά καλλιτεχνικά.

Την ίδια στιγμή, επισημαίνει πως τα γλυπτά βρίσκονται σε εξαιρετική κατάσταση στο Βρετανικό Μουσείο, ενώ εκείνα στην Αθήνα «έχουν υποστεί σοβαρές ζημιές εξαιτίας της μόλυνσης». Βέβαια, προσθέτει πως όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν καθώς τη δεκαετία του 1970 πράγματι τα γλυπτά ήταν πιο ασφαλή στο μουσείο του Λονδίνου.

«Σήμερα, ανήκουν στο μουσείο της Ακρόπολης. Εθνικιστικό ή όχι, η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι αγαπά την τέχνη και τη βλέπει έτσι όπως είναι. Η Ελλάδα και όχι το Βρετανικό Μουσείο πρέπει να είναι ο θεματοφύλακας της μεγαλύτερης τέχνης του κόσμου, για τον κόσμο. Και για την τέχνη», ολοκληρώνει ο Τζόουνς.

Τα σχόλια είναι κλειστά.