Ειδησεογραφικό site

Γιώργος Κατσαρός:«Είμαι ερωτευμένος με τη μουσική από μικρό παιδί»

344

Ένα τεράστιο κεφάλαιο της εγχώριας μουσικής σκηνής. Ένας άνθρωπος με απλότητα, σεμνότητα, που δηλώνει πλήρης από τις εμπειρίες της ζωής του αλλά εξακολουθεί να ονειρεύεται και να ταξιδεύει μέσα από το σαξόφωνό του. Αυτήν την περίοδο τον απολαμβάνουμε -παρέα με τον έτερο κορυφαίο μας δημιουργό Μίμη Πλέσσα- στη σκηνή του Γυάλινου Μουσικού Θεάτρου. O Γιώργος Κατσαρός μάς μίλησε για το Χθες, το Σήμερα, το Αύριο…

της Έλλης Ιωακείμογλου

Γεννηθήκατε στην Κέρκυρα, ένα νησί συνυφασμένο με τη μουσική και το τραγούδι. Τα πρώτα σας όμως ενήλικα βήματα σάς οδήγησαν στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Ποια ήταν τα αρχικά σας σχέδια και πώς τελικά σας κέρδισε ο έρωτας για τη μουσική;

Με τη μουσική είμαι ερωτευμένος από πολύ μικρή ηλικία. Ξεκίνησα σε ηλικία επτά ετών βιολί γιατί τόσο μικρός δεν γινόταν να πάρω πνευστό όργανο. Γράφτηκα στη Φιλαρμονική, η οποία βρισκόταν στο πίσω μέρος του σπιτιού μου στο κέντρο της πόλης. Μου άρεσε πολύ η μουσική αλλά δεν είχα σκεφτεί ότι θα την ακολουθούσα σαν επαγγελματίας. Έτσι έδωσα εξετάσεις στην Πάντειο με σκοπό να εργαστώ πάνω στο αντικείμενό μου, μόλις τελείωνα τη Σχολή. Παράλληλα με την Πάντειο πήγαινα και στο Ωδείο αφού ήδη από τα έντεκά μου μάθαινα σαξόφωνο. Ήταν τότε στα φοιτητικά μου χρόνια που οι προτάσεις για δουλειά έπεφταν βροχή από τις ορχήστρες της Αθήνας και τα καμπαρέ της εποχής. Αυτός ήταν και ο λόγος που παράτησα τη Σχολή τον τελευταίο χρόνο γιατί πλέον είχα πάρει τις αποφάσεις μου.

Τι θυμάστε από τα παιδικά σας χρόνια στην Κέρκυρα;
Θυμάμαι πως ό,τι είχε σχέση με τη μουσική το κυνηγούσα. Ήμουν στη χορωδία του Αγίου Σπυρίδωνα, κάναμε πάρτι με τους συμμαθητές της μουσικής, κάναμε καντάδες τα καλοκαίρια κάτω από τα σπίτια φίλων. Εκτός από τις παραστάσεις της Φιλαρμονικής είχαμε κάνει μια ορχήστρα κι εμείς σαν παιδιά και παίζαμε αρχικά στα σπίτια μας μέχρι που άρχισαν να μας ζητούν σε διάφορες επαγγελματικές δουλειές. Όταν ερχόταν κάποιος θίασος στην Κέρκυρα, οι ηθοποιοί δεν έφερναν μαζί τους μουσικούς και επέλεγαν από εμάς. Παντού, όπου υπήρχε μουσική, το κυνηγούσα και ήμουν παρών!

Ποια ήταν η αφορμή για να ασχοληθείτε μ’ αυτό το μοναδικό πνευστό, το σαξόφωνο, και ποιοι ήταν εκείνοι που σας ενέπνευσαν στα πρώτα σας βήματα ν’ ακολουθήσετε τα μουσικά μονοπάτια;

Εκείνη την εποχή βγήκαν οι πρώτες αμερικάνικες ταινίες μιούζικαλ με μεγάλες ορχήστρες και τεράστια ονόματα των πνευστών οργάνων, σαξόφωνο, τρομπέτα, τρομπόνι. Όταν έβλεπα αυτές τις ορχήστρες, ονειρευόμουν ότι ήμουν ένας απ’ αυτούς. Με επηρέασαν πάρα πολύ αυτές οι ταινίες. Έτσι ξεκίνησα το σαξόφωνο, αν και αρχικά με δοκίμασαν για τρομπετίστα αλλά εμένα δεν μου άρεσε. Τα χείλη μου δεν με βοηθούσαν στην τρομπέτα. Το επιστόμιο μού γλίστραγε, μου έπεφτε. Έτσι βρήκα την ευκαιρία ν’ ασχοληθώ με το σαξόφωνο, το οποίο και ήθελα.

Από τη μακρά καλλιτεχνική διαδρομή σας υπάρχει κάποια εμπειρία που έχει αφήσει πάνω σας ανεξίτηλο αποτύπωμα;

Καταρχήν, η πρώτη φορά που έβαλα τη στολή της Φιλαρμονικής στα έντεκά μου χρόνια. Την είχε κρεμάσει η μητέρα μου πάνω από το κρεβάτι μου και τη χάζευα, δεν κοιμήθηκα όλη τη νύχτα. Αυτή η στιγμή δεν ξεχνιέται με τίποτα. Όμως υπάρχουν κι άλλες τέτοιες δυνατές στιγμές. Όπως οι συναυλίες που έδωσα στις ΗΠΑ το 1985 όχι για τους Έλληνες αλλά για τους Αμερικανούς. Ταξιδεύαμε επί δυόμισι μήνες σε 56 πόλεις. Μοναδική εμπειρία. Όπως και η πρώτη συναυλία όπου παρουσίασα το έργο που γράψαμε με τον Πυθαγόρα για το έπος της Αλβανίας με τη Μαρινέλλα. Από κει και πέρα ανεξίτηλες έχουν μείνει προσωπικές στιγμές όπως ο γάμος μου και η απόκτηση των παιδιών μου. Τέτοιες στιγμές τις θυμάμαι με κάθε λεπτομέρεια.

-Έχετε συνεργαστεί με τους σημαντικότερους ερμηνευτές της εγχώριας μουσικής σκηνής. Τι έχει αλλάξει στο ήθος και την ποιότητα των νέων καλλιτεχνών σε σχέση με τους παλαιότερους και πόσο διαφορετική είναι η νυχτερινή διασκέδαση σήμερα σε σχέση με τις δεκαετίες προ κρίσης;

Η νυχτερινή διασκέδαση είναι τελείως διαφορετική. Εμείς δεν ξέραμε τι θα πει ρεπό. Δουλεύαμε σχεδόν κάθε μέρα και θυμάμαι τις φορές που έπρεπε να πρωτοπαρουσιάσουμε έναν νέο τραγουδιστή. Σε μένα είχε τύχει αυτό με τον Γιάννη Πάριο, με τη Μαρινέλλα, με τον Γιάννη Καλατζή, με τη Λίτσα Διαμάντη. Περιμέναμε να κάνουμε πρεμιέρα σ’ ένα μεγάλο κέντρο και να παρουσιάσουμε τον πρωτο-εμφανιζόμενο αλλά και τα νέα μας τραγούδια. Αυτά τα βιώματα δεν ξεχνιούνται.
Υπάρχει διαφορά πιστεύω στην ποιότητα των τραγουδιστών σήμερα. Τότε έβγαινε ένας τραγουδιστής και λέγαμε ότι αυτός θα προχωρήσει γιατί έχει πάρα πολύ καλή φωνή. Υπάρχουν και σήμερα καλές φωνές, αλλά δεν υπάρχει η ευκαιρία που υπήρχε τότε με τα κέντρα διασκέδασης και τα θέατρα. Σήμερα κάποιος τραγουδιστής περιμένει να δουλέψει μιάμιση φορά την εβδομάδα. Τότε υπήρχε δουλειά και ο καλλιτέχνης ανεβαίνοντας κάθε βράδυ στην πίστα ήταν ένα σεμινάριο καταπληκτικό τόσο για τον ίδιο όσο και για εμάς που τον ζούσαμε. Πλέον, δεν υπάρχουν εταιρείες δίσκων ούτε ο μεταξύ τους συναγωνισμός ποιος θα βγάλει τον καλύτερο τραγουδιστή και τις περισσότερες επιτυχίες. Σήμερα όταν βγαίνει ένα καινούργιο τραγούδι, απλώς το συζητάμε. Τότε έβγαιναν ίσως και δέκα τραγούδια την εβδομάδα που έκαναν καριέρα και που μ’ αυτά ο κόσμος διασκεδάζει ακόμη και σήμερα.

Υπάρχει κάποια επιθυμία σας που δεν έχετε ακόμη υλοποιήσει;
Η επιθυμία μου είναι να μην πάψω να παίζω σαξόφωνο και να γράφω μουσική. Θα με ρωτήσεις: «Μα αυτά δεν τα’ χεις ζήσει;». Ναι! Κι ευχαριστώ πάρα πολύ τον κόσμο που με αγκάλιασε κι εξακολουθεί να μ’ αγκαλιάζει. Δεν μπορώ να πω ότι δεν έχουν εκπληρωθεί όλες οι επιθυμίες μου. Αυτό που θέλω είναι να συνεχίζω να παίζω σαξόφωνο, να έχω την υγεία μου, να είναι καλά τα παιδιά μου, τα εγγόνια μου. Απλά, δεν μου λείπει κάτι. Είμαι γεμάτος!

Τα σχόλια είναι κλειστά.