Ειδησεογραφικό site

Φοβούνται, αλλά ελπίζουν οι τραπεζίτες

71

 

 

 

 

 

 

 

 

Του Γρηγόρη Νικολόπουλου

Για να υπάρξουν επενδύσεις και ανάπτυξη πρέπει να υπάρξει χρηματοδότηση. Και το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης των επενδύσεων δεν προέρχεται από ιδιωτικά κεφάλαια (δηλαδή από τις αποταμιευμένες περιουσίες των επενδυτών), αλλά από τραπεζική χρηματοδότηση.

Χωρίς τραπεζική χρηματοδότηση επενδύσεις δεν μπορούν να γίνουν. Και αυτή τη στιγμή οι ελληνικές τράπεζες δεν χρηματοδοτούν την ελληνική οικονομία. Για διάφορους λόγους οι τράπεζες δεν μπορούν ή δεν θέλουν να χρηματοδοτήσουν τις επιχειρήσεις. Ο βασικότερος λόγος είναι το πρόβλημα των κόκκινων δανείων και η σχετική έλλειψη ρευστότητας. Υπάρχει όμως και ένας άλλος πολύ ανασταλτικός παράγοντας: ο φόβος των τραπεζιτών ότι θα βρεθούν στον εισαγγελέα ή στη φυλακή αν δώσουν δάνεια. Ο φόβος αυτός προκαλείται από το κλίμα που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια με τον έλεγχο των χορηγήσεων και από τη διάθεση της κυβέρνησης να ενοχοποιήσει τους πάντες, να βρει παντού «φαντάσματα και μάγισσες» και να δημιουργήσει ένα γενικευμένο κλίμα οργής και απαξίωσης έναντι όλων – πλην των κυβερνητικών.

Στο πλαίσιο αυτό ελέγχονται τραπεζίτες για τα δάνεια που έδωσαν, επιχειρηματίες για τα δάνεια που πήραν, στελέχη για το αποτέλεσμα της εργασίας τους, δικηγόροι και λογιστές για ξέπλυμα χρήματος, οι πάντες νιώθουν ότι ανά πάσα στιγμή απειλούνται από έναν αόρατο κίνδυνο, που είναι η κυβερνητική επίθεση προς όλους για λόγους επικοινωνιακής πολιτικής και προπαγάνδας. Υπό αυτές τις συνθήκες, λένε κορυφαίοι τραπεζίτες, δεν υπάρχει καμία διάθεση να δώσουμε δάνεια διότι φοβόμαστε ότι θα καταλήξουμε με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στη φυλακή.

Με το κλίμα αυτό να επικρατεί στον τραπεζικό κόσμο και παράλληλα το επενδυτικό περιβάλλον στην Ελλάδα να είναι εξαιρετικά εχθρικό, προοπτική πραγματικής και ταχείας ανάπτυξης της οικονομίας δεν υπάρχει. Και δεν είναι μόνο ότι οι φόροι είναι υψηλοί, ότι το κόστος των ασφαλιστικών ταμείων είναι τεράστιο, ότι η δημόσια διοίκηση απεχθάνεται τον ιδιωτικό τομέα και τον θεωρεί «απατεώνα», ούτε ότι η υπερτροφική γραφειοκρατία δημιουργεί διαρκώς εμπόδια στην επιχειρηματικότητα.

Είναι και η πεποίθηση -η οποία βασίζεται σε καθημερινή εμπειρία- ότι η συγκεκριμένη κυβέρνηση δεν διστάζει να θυσιάσει τα πάντα στις μικροπολιτικές σκοπιμότητες και ότι δεν διαθέτει κανένα σχέδιο -αφού δεν έχει και καμία πρόθεση- να διευκολύνει μελλοντικά την ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα. Το αντίθετο μάλιστα. Επιδιώκει να ενισχύσει την κρατική παρέμβαση στην οικονομία και να μεγεθύνει όσο μπορεί, έστω και στο στενό πλαίσιο των μνημονίων, τον δημόσιο τομέα, διορίζοντας ημέτερους του κομματικού στρατού.

Πολλοί τραπεζίτες εκτιμούν πως η κατάσταση θα αλλάξει όταν αλλάξει η κυβέρνηση. Περιμένουμε, λένε, να έρθει κάποιος με τον οποίο να μπορούμε να επιστρέψουμε στο πλαίσιο των διεθνών κανόνων τραπεζικής λειτουργίας. Να μπορούμε εμείς να δίνουμε δάνεια χωρίς να κινδυνεύουμε και να μπορούν οι επιχειρηματίες να υλοποιήσουν με επιτυχία τα επιχειρηματικά τους σχέδια για τα οποία θα τους χρηματοδοτούμε. Αν εκλεγεί μια κυβέρνηση η οποία θα αντιμετωπίσει την επιχειρηματικότητα με δικαιοσύνη, που θα αντιληφθεί την ανάγκη ενίσχυσης του ιδιωτικού τομέα για να αναπτυχθεί η οικονομία, που θα υιοθετήσει διοικητικές μεταρρυθμίσεις που θα μειώνουν τη γραφειοκρατία και το κόστος των επιχειρήσεων, τότε θα υπάρχει και προοπτική πραγματικής ανάπτυξης, λένε οι τραπεζίτες. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο οι τράπεζες θα μπορούν να χρηματοδοτήσουν την οικονομία και να υλοποιηθούν οι επενδύσεις που απαιτούνται για να επιτευχθεί ένας ικανοποιητικός ρυθμός ανάπτυξης.

Επισημαίνουν επίσης ότι και οι ξένοι εταίροι έχουν αντιληφθεί την κατάσταση και έχουν αρχίσει να ρωτάνε τις τράπεζες για τις χρηματοδοτήσεις. Μέχρι σήμερα, λένε, οι εταίροι ασχολούνταν μόνο με τα κόκκινα δάνεια. Τώρα έχουν διαπιστώσει ότι οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν με σοβαρότητα το θέμα και αυτό απεικονίζεται και στη σχετικά επιτυχή έκβαση της δοκιμασίας των stress tests. Και έχουν αρχίσει πλέον να ασχολούνται με το πώς οι τράπεζες θα αυξήσουν τα κέρδη τους, κυρίως μέσω της χορήγησης νέων δανείων. Υπάρχει πια περισσότερη εμπιστοσύνη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα για το ζήτημα των κόκκινων δανείων και αναζητούνται τρόποι αύξησης της προοπτικής κερδών. Το σύνολο αυτών των συνθηκών δημιουργεί προσδοκίες για ένα καλύτερο τοπίο το επόμενο έτος. Με τον πολιτικό κίνδυνο βέβαια να είναι πάντα ένας αστάθμητος παράγοντας στην Ελλάδα, αλλά με καλύτερες προοπτικές για τα επόμενα ένα-δυο χρόνια.

Η κυβέρνηση έχει περάσει από τη Βουλή πολλά νομοσχέδια τα οποία ως αντιπολίτευση απέρριπτε. Εχει εγκρίνει ιδιωτικοποιήσεις τις οποίες μαχόταν λυσσαλέα. Μπορεί πολλά από αυτά να μην έχουν υλοποιηθεί, αλλά έχουν εγκριθεί και η επόμενη κυβέρνηση θα καταφέρει να τα υλοποιήσει. Και γι’ αυτό οι τραπεζίτες που είναι σήμερα επιφυλακτικοί και φοβισμένοι θεωρούν ότι οι προοπτικές για τα επόμενα χρόνια είναι καλές. Με την προϋπόθεση βέβαια διαμόρφωσης ενός θετικού οικονομικού κλίματος και ενός φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος – από μια άλλη κυβέρνηση.

ΠΗΓΗ: protothema.gr

Τα σχόλια είναι κλειστά.