Ειδησεογραφικό site

Χαλασμένη ντουντούκα

118

 

 

 

 

Του Δημήτρη Παγαδάκη

Υπάρχει μια αφελής μερίδα της Αριστεράς της οποίας οι ιδεολογικές εμμονές, η ταξική σύγκρουση με το αστικό κράτος και η πολιτική καχυποψία απέναντι στον εγχώριο μεγαλοϊδεατισμό, την έχουν οδηγήσει σε μια μυωπική συμπόρευση με τα ιδεολογήματα αντίπαλων εθνικισμών.

Σε αυτή τη κατηγορία δεν συγκαταλέγεται ο Νίκος Φίλης. Γιατί δεν δείχνει ιστορικά αδαής ούτε είναι πολιτικά αναλφάβητος. Διακρίνεται, ωστόσο, και αυτός από σύγχυση ως προς την διαχείριση του συμβολικού εθνικού κεφαλαίου. Ιδίως όταν ενισχύει το γλωσσικό κριτήριο προσδιορισμού μιας εθνοτικής ομάδας. Πράγμα που στην περίπτωση των βαλκανικών εθνικισμών υπήρξε πρωταρχικό, μια και το θρησκευτικό κριτήριο, λόγω του ομόδοξου χαρακτήρα, δεν ήταν επαρκής και ισχυρή διάκριση.

Δηλώνει, λοιπόν, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ότι υπάρχει Σλαβική-Μακεδονική γλώσσα. Και επιχειρηματολογεί υπέρ της βεβαιότητας του επειδή το είχε πει στη Βουλή το 1959 και ο Ευάγγελος Αβέρωφ. Τότε, που ως υπουργός Εξωτερικών είχε κάνει λόγο, όχι για σλαβομακεδονική αλλά για «μακεδονική γλώσσα η οποία ομιλείται εις τα Σκόπια κι έχει και γραμματικήν και συντακτικό».`

Ποιος, όμως, άραγε είναι ο λόγος που ο πρώην υπουργός Παιδείας γίνεται σήμερα αντηχείο της φωνής ενός παλαιού αστού πολιτικού; Ενδεχομένως, επιχειρεί να αποκρούσει πιθανές συσχετίσεις περί Νατοϊκής υπακοής της τρέχουσας κυβέρνησης, ανασύροντας ένα “κεκτημένο¨ της γειτονικής χώρας “αναγνωρισμένο” από την ελληνική πολιτεία στη περίοδο του ψυχρού πολέμου.

Ανατρέχει, έτσι, με μια ατάκα σε μια περίοδο όπου με την ανοχή και την αβελτηρία της η τότε Βασιλευόμενη Δημοκρατία της μετεμφυλιακής Ελλάδας κουκούλωνε τις παραχαράξεις της γειτονικής χώρας. Όταν η τότε ελληνική κυβέρνηση της ΕΡΕ υπέκυπτε στους ατλαντικούς στρατηγικούς τακτικισμούς, οι οποίοι της υπαγόρευαν πιεστικά να μην δυσαρεστήσει το Τίτο. Ειδικότερα, αφότου ο τελευταίος δεν είχε συνδέσει από το 1956 τη Γιουγκοσλαβία με το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, πράγμα που διακαώς επιθυμούσε η Μόσχα.

Αυτή η αναφορά στο παρελθόν μπορεί και να θεωρηθεί ότι υπηρετεί τους επικοινωνιακούς λόγους της σημερινής κυβέρνησης η οποία υποτίθεται δεν βασανίζεται από ενταφιασμένες ψυχροπολεμικές ψυχώσεις. Στη πραγματικότητα, όμως, οι άστοχοι χειρισμοί της απέναντι στις καταχρήσεις της ιστορίας αναδεικνύουν τις νέες νευρώσεις της που εκδηλώνονται με οίηση, αλαζονεία, εμπάθεια και προσβολές.¨Όπως αυτές εναντίον του Μίκη Θεοδωράκη στο πρόσφατο συλλαλητήριο.

Εν προκειμένω, εξ αιτίας της διαδρομής του στην Αριστερά ο Νίκος Φίλης όφειλε πιθανότατα να γνωρίζει ότι η γλώσσα της γειτονικής χώρας θεωρείται μια τεχνητά εκσερβισμένη τοπική Βουλγαρική διάλεκτος. Μια κατασκευή του κρατικιστικού τιτοϊσμού που επινοήθηκε, υλοποιήθηκε και επιβλήθηκε συστηματικά ως κυρίαρχη γλώσσα στους Σλάβους κατοίκους της περιοχής από τον ισχυρό κομουνιστή ηγέτη της και σύντροφο του Τίτο, Λάζαρ Κολισέφσκι

Εξάλλου υπό τον βουλγαροσερβικό ανταγωνισμό στο ζήτημα της διαμόρφωσης των ταυτοτήτων στο βορειοδυτικό τρίτο της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας, η ιδρυμένη το 1944 Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας, ως μέρος της Γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας ,υιοθέτησε νέτα σκέτα τον όρο «Μακεδονική» για  την επίσημη γλώσσα της.

Μια ψευδώνυμη ονομασία που αφενός απέκρυπτε τη προέλευση της γλώσσας, αφετέρου  περιχαράκωνε τη νεοσύστατη κρατική οντότητα διαφυλάσσοντας τη από ενδεχόμενες βουλγαρικές εδαφικές διεκδικήσεις, Κυρίως, όμως η παραπλανητική ιδιοποίηση της Μακεδονικής ονομασίας προσέδιδε στη συγκεκριμένη χώρα κύρος και ιστορικό βάθος.

Αφού λοιπόν οι ίδιοι οι Σκοπιανοί βαφτίζουν πλαστά τη γλώσσα τους  “Μακεδονική”, ποια είναι η σλαβομακεδονική που επικαλείται ο βουλευτής της συμπολίτευσης; Είναι εκείνο το γλωσσικό ιδίωμα, όχι γλώσσα, για το οποίο γράφει η Πηνελόπη Δέλτα “Στα Μυστικά του Βάλτου” και ο  Στρατής Μυριβήλης στη “Η ζωή εν τάφω”;  Ή, μήπως πρόκειται για μια μεταμοντέρνα σύλληψη,  ικανή να παραχωρηθεί  για το καλόπιασμα της άλλης πλευράς κατά τη διαπραγμάτευση για την ονομασία  της γειτονικής χώρας.

Στη πρώτη περίπτωση, όπως πλήθος μελετητών συνηγορεί, η σλαβομακεδονική είναι μια  διάλεκτος ελάχιστων βορείων συνοριακών περιοχών της χώρας, όπου παλιότερα μικρός αριθμός Ελλήνων παράλληλα με την Ελληνική τη γνώριζαν. Σήμερα η ομιλία της έχει εξασθενίσει αποτελώντας για τους μεθοριακούς γηγενείς ανάμνηση και πολιτιστική κληρονομιά, όπως συμβαίνει στην υπόλοιπη Ελλάδα με τα βλάχικα, τα αρβανίτικα, τα τσακώνικα και σε μικρότερο βαθμό με τα ποντιακά

Στη δεύτερη, όμως, περίπτωση η σλαβομακεδονική γίνεται ασφαλής γλωσσικός δείκτης εθνολογικής αναφοράς που χαρίζεται με άσκοπη γαλαντομία στη γειτονική χώρα. Γεγονός, που εγγυμονεί κινδύνους. Διότι εφόσον στην Ελλάδα υπάρχουν υπολείμματα της εν λόγω γλώσσας, συνεπάγεται ότι αυτή ομιλείται από μια υποτιθέμενη Σκοπιανή μειονότητα που διαμένει εντός των εθνικών συνόρων και την οποία πρέπει να αναγνωρίσει η Ελλάδα!

Λογικά, κάθε πολίτης που δεν θεωρεί το νόημα και το βίωμα της πατρίδας ως ξεπερασμένο, θα έπρεπε να καταπιεί τη γλώσσα του πριν καταλήξει ρητώς σε παρακινδυνευμένες νοηματοδοτήσεις. Το ίδιο ίσως έπρεπε να κάνει και ο Νίκος Φίλης πριν φτάσει να υποδυθεί τη χαλασμένη ντουντούκα του δεξιού Αβέρωφ και να ψάλλει φάλτσα την αναγνώριση της μακεδονικής γλώσσας σε διάσκεψη του ΟΗΕ στην Αθήνα το 1977.

Εκτός πια και αν προ πολλού έχει συντονιστεί σε άλλη χορωδία. Εκείνη των 200 συντρόφων του που προ δεκαετίας είχε δημοσιεύσει άρθρο-διακήρυξη στην «Αυγή», με το οποίο ζητούσαν να δοθεί η δυνατότητα στη γειτονική χώρα να διατηρήσει τη συνταγματική της ονομασία. Να ονομάζεται δηλαδή ξεκάθαρα Μακεδονία.

 

ΠΗΓΗ: protothema.gr

Τα σχόλια είναι κλειστά.