Ειδησεογραφικό site

Ανδρέας Δημητρόπουλος: Νέο Σύνταγμα για… παλιά μεταπολίτευση

130

Στην Πέννυ Κροντηρά

Η συνταγματική αναθεώρηση που πρότεινε ο Πρωθυπουργός είναι ίσως η επιστροφή στην κοινωνική βάση. Αν και τα υπόλοιπα κόμματα κάνουν λόγο για φιέστες και show εντυπώσεων που προσπαθεί να κερδίσει η κυβέρνηση, ο κόσμος φαίνεται ύστερα από μεγάλο χρονικό διάστημα να στηρίζει και πάλι αυτή την πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα.

Η προτεινόμενη συνταγματική αναθεώρηση φαίνεται να θίγει τη χρόνια βουλευτική «βόλεψη» πολλών που μπέρδεψαν το λειτούργημα με το επάγγελμα και άλλα φλέγοντα θέματα πολιτικού και κοινωνικού χαρακτήρα. Κατά πόσο όμως ένα μέτρο που ορίζει το μέγιστο όριο παραμονής στα βουλευτικά έδρανα στα 8 χρόνια μπορεί να ευνοήσει την κοινωνία; Ποιος κρίνει πόσα χρόνια μπορεί να προσφέρει έργο ένας πολιτικός στον τόπο του και αν η ευθυκρισία είναι ζήτημα πείρας;

Το «Κ» μίλησε με τον κ. Ανδρέα Γ. Δημητρόπουλο, καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστήμιου Αθηνών, για την ουσία της συνταγματικής αναθεώρησης.

Ποιο το χρονικό – κριτική των συνταγματικών αναθεωρήσεων από το 1975 και μετά;

To Σύνταγμα του 1975 αναθεωρήθηκε το 1986, το 2001 και το 2008. Η πρώτη αναθεώρηση (1986) περιόρισε τις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας. Η αναθεώρηση του 2001 ήταν εκτεταμένη και αναφέρθηκε σε πολλά βασικά αλλά και λεπτομερειακά θέματα. Τέλος η αναθεώρηση του 2008 αναθεώρησε 4 άρθρα του Συντάγματος και είχε ως βασικό αντικείμενο την κατάργηση του πλήρους ασυμβίβαστου των βουλευτών που είχε εισαχθεί το 2001.

 

Η «ΦΛΥΑΡΗ» ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ

Θεωρείτε ότι το Σύνταγμα του 2008 είναι φλύαρο και ότι θέτει πλαίσια αλλά δεν καθορίζει τις παραμέτρους, όπως ισχυρίζονται κάποιοι;

Το ισχύον Σύνταγμα εμπεριέχει ένα συνδυασμό παραδοσιακών διατάξεων και διατάξεων εμπνευσμένων από την ελληνική συνταγματική πραγματικότητα. Περισσότερο «φλύαρη» υπήρξε η αναθεώρηση του 2001. Προφανώς κάθε Σύνταγμα μπορεί να γίνει καλύτερο. Ως γενική παρατήρηση μπορεί να λεχθεί ότι το ισχύον Σύνταγμα είναι ένα πολύ καλό Σύνταγμα, το οποίο όμως δεν εφαρμόζεται πάντοτε όπως θα έπρεπε. Και το βασικό ζήτημα είναι η εφαρμογή του Συντάγματος. Καλύτερα ένα «κακό Σύνταγμα» που εφαρμόζεται όπως πρέπει, παρά ένα «καλό» του οποίου οι εφαρμοστές παραποιούν το περιεχόμενό του.

Ποια είναι τα σημεία του Συντάγματος, κατά τη γνώμη σας, που χρήζουν αλλαγής;

Πάντοτε πίστευα ότι οι πολλές αναθεωρήσεις πρέπει να αποφεύγονται διότι πλήττουν τον ρυθμιστικό ιστό του Συντάγματος. Ατέλειες σε οποιοδήποτε Σύνταγμα ασφαλώς θα υπάρχουν, οι οποίες και πρέπει να καλύπτονται μέσα από την «ειλικρινή εφαρμογή» του. Το ισχύον Σύνταγμα έχει και αυτό περιθώρια βελτίωσης. Το κεντρικό σημείο αφορά τη μείωση του αντιπροσωπευτικού χαρακτήρα και την ενίσχυση του δημοκρατικού χαρακτήρα του πολιτεύματος, δηλαδή την ενίσχυση των λεγομένων θεσμών άμεσης Δημοκρατίας, οι οποίοι είναι τρεις: το δημοψήφισμα, η λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία και η ανάκληση. Το ισχύον Σύνταγμα προβλέπει μόνο το (κυβερνητικό) δημοψήφισμα και είναι απαραίτητη η εισαγωγή κυρίως του δημοψηφίσματος με πρωτοβουλία των πολιτών αλλά και της λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας και της ανάκλησης. Απαραίτητο είναι να εξασφαλιστεί πολύ μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη των αποφάσεων αλλά και στην εκλογή των οργάνων, όπως είναι π.χ. η επικουρική (μετά από αδυναμία ανάδειξης από τη Βουλή) άμεση εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, την οποία και παλαιότερα έχω προτείνει. Παράλληλα στο πεδίο των Συνταγματικών Δικαιωμάτων απαραίτητη είναι η διεύρυνση της συνταγματικής προστασίας κυρίως των περιουσιακών, οικονομικών δικαιωμάτων και δημοσιονομικών υποχρεώσεων των πολιτών. Βασικό αίτημα της σύγχρονης κοινωνίας είναι η ασφάλεια στον κοινωνικό και τον οικονομικό χώρο. Δημοκρατικοποίηση της Δημοκρατίας και εξασφάλιση του πολίτη πρέπει να είναι οι δύο βασικοί πόλοι της αναθεώρησης.

 

ΠΕΡΙ ΑΠΟΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ…

 

Ποιος ο στόχος της προτεινόμενης αναθεώρησης του κ. Τσίπρα;

 

Ανεξάρτητα από τις προθέσεις των συντακτών οποιασδήποτε συνταγματικής αναθεώρησης, σημασία έχει το τελικό κείμενο, οι τελικές ρυθμίσεις. Προβάλλεται πολλές φορές ότι οι διαδικασίες αναθεώρησης ενεργοποιούνται προκειμένου να αποπροσανατολίσουν από τα πραγματικά προβλήματα και στην ιστορική διαδρομή δεν λείπουν τέτοια εγχειρήματα. Αν όμως μια αναθεώρηση καταφέρνει πράγματι να αποπροσανατολίσει, αυτό δεν μπορεί παρά να σημαίνει ότι τα προβλήματα δεν έχουν ικανή ένταση. Με άλλα λόγια όταν τα πραγματικά προβλήματα ταλανίζουν τον λαό καμία αναθεώρηση δεν μπορεί να του αποσπάσει την προσοχή, καμία αναθεώρηση δεν μπορεί να αποπροσανατολίσει τον άνεργο, τον άστεγο, τον στερούμενο ιατρικής περίθαλψης κ.λπ. από τα πραγματικά του προβλήματα. Σε καμία περίπτωση δεν είναι ορθό το επιχείρημα που ακούγεται, ότι επειδή έχουμε μεγάλα προβλήματα δεν πρέπει να κάνουμε αναθεώρηση. Η αναθεώρηση δεν εμποδίζει την επίλυση των προβλημάτων και το ανάστροφο. Αντίθετα η αναθεώρηση μπορεί πολλαπλά να βοηθήσει στην επίλυση των προβλημάτων.

Θα υπάρξει ενίσχυση της λαϊκής κυριαρχίας;

Εφόσον οι αναθεωρητικές διακηρύξεις μετατραπούν σε συνταγματικές διατάξεις θα υπάρξει ενίσχυση της λαϊκής κυριαρχίας ως αποτέλεσμα – εκτός των άλλων, κυρίως- του Δημοψηφίσματος με πρωτοβουλία των πολιτών και των άλλων θεσμών άμεσης Δημοκρατίας.

 

Η ΕΚΛΟΓΗ ΠΡΟΕΔΡΟΥ

Υπάρχει θέμα de facto αλλαγής του πολιτεύματος από προεδρευομένη δημοκρατία σε προεδρική;

Πολλοί συγχέουν τον τρόπο εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας με τη μορφή του πολιτεύματος ως προεδρικής ή προεδρευόμενης Δημοκρατίας. Και όμως μεταξύ τους δεν υπάρχει ιδιαίτερη σχέση. Π.χ. στην κοιτίδα της προεδρικής Δημοκρατίας, τις ΗΠΑ ο Πρόεδρος εκλέγεται έμμεσα και όχι άμεσα. Το βασικό διακριτικό γνώρισμα μεταξύ τους είναι οι αρμοδιότητες και βασικά αν η κυβέρνηση εξαρτάται από τον Πρόεδρο (Προεδρική) ή από το Κοινοβούλιο (Προεδρευόμενη, κοινοβουλευτική). Η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν πρέπει να απομακρυνθεί από το μοντέλο της προεδρευόμενης Δημοκρατίας. Όμως στην προεδρευόμενη κοινοβουλευτική Δημοκρατία, είναι ορθότερο πιστεύω το «μοντέλο» όχι απλά του «διακοσμητικού» αλλά του «ενεργού» προέδρου, ο οποίος π.χ. μπορεί να παραπέμψει ένα θέμα σε δημοψήφισμα. Αυτά όσον αφορά τη de jure μεταβολή. Ζήτημα de facto μεταβολής της προεδρευόμενης σε προεδρική, όπως ορισμένοι διατείνονται, δεν αντιλαμβάνομαι πώς μπορεί να υπάρξει.

Τι θα αλλάξει στο νόμο περί ευθύνης υπουργών;

Το ζήτημα της ευθύνης των υπουργών είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το ότι «άλλα λέει το Σύνταγμα» και άλλα εφαρμόζονται στη συνταγματική πρακτική. Το Σύνταγμα μεταχειρίζεται πράγματι ευνοϊκά τους υπουργούς που προβαίνουν σε τέλεση ποινικών αδικημάτων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, δηλαδή ευνοεί τους υπουργούς που παρανομούν για να υπερασπιστούν το γενικό συμφέρον. Αντίθετα δεν ευνοεί εκείνους που παρανομούν (όχι κατά την άσκηση αλλά) επ’ ευκαιρία της άσκησης των καθηκόντων τους, π.χ. τον δωροδοκούμενο υπουργό, ή εκείνους που παρανομούν εκτός άσκησης των καθηκόντων τους. Εντούτοις οι διαχωρισμοί αυτοί δεν τηρούνται κατά την εφαρμογή του άρθρου. Δεν «φταίει λοιπόν το Σύνταγμα» αλλά κείνοι που το εφαρμόζουν. Είναι ευκαιρία με την παρούσα αναθεώρηση να ξεκαθαριστούν τα πράγματα.

Κριτική της πρότασης του Πρωθυπουργού σύμφωνα με τις τροποποιήσεις που προτείνει.

Αντιλαμβάνομαι την αναθεωρητική πρόταση του Πρωθυπουργού ως εναρκτήρια πράξη μιας διαδικασίας αναθεώρησης από τα κάτω προς τα πάνω, στην οποία θα τεθούν πάρα πολλά ζητήματα και θα κατατεθούν πολλές απόψεις. Η διαδικασία αυτή αρμόζει πράγματι σε συνταγματική αναθεώρηση γιατί στην αναθεωρητική εξουσία πρέπει να συμμετέχει ο Λαός. Πιστεύω ότι η αναθεωρητική διαδικασία θα πρέπει να κλείνει πάντοτε με δημοψήφισμα. Προφανώς σε μια αρχική πρόταση δεν μπορεί να συμπεριλαμβάνονται όλα και οπωσδήποτε έχει γενικό και κατευθυντήριο χαρακτήρα. Το κέντρο του βάρους πέφτει στο τελικό κείμενο. Οι άξονες που προσδιορίστηκαν και κυρίως αυτός που αφορά τους θεσμούς άμεσης Δημοκρατίας μπορούν να αξιοποιηθούν έτσι ώστε η αναθεώρηση όχι απλά να καταλήξει «σε ένα καλύτερο Σύνταγμα» αλλά να αποτελέσει και η ίδια βασικό μέσο υπέρβασης της κρίσης, για την οποία πάντοτε πίστευα ότι έχει πρωτευόντως πολιτικό και δευτερευόντως δημοσιονομικό χαρακτήρα.

Τα σχόλια είναι κλειστά.