Ειδησεογραφικό site

Άλλα λόγια να αγαπιόμαστε

57

 

Του Χρήστου Χωμενίδη 

Είχα την τύχη πρόσφατα να μυηθώ στην τέχνη της μαγείας – της ταχυδακτυλουργίας θα έλεγα, άμα οι θεράποντές της δεν απέρριπταν τον όρο ως υποτιμητικό, προσβλητικό σχεδόν. «Δεν είναι ζήτημα ταχύτητας στα δάχτυλα!» τονίζουν. «Για να πετύχει ένα μαγικό νούμερο, πρέπει ο μάγος να κατακτήσει προσωρινά τη συνείδησή των θεατών του. Να μαγνητίσει το βλέμμα και την προσοχή τους και να τα κατευθύνει όπου εκείνος επιθυμεί. Το κοινό σαν υπνωτισμένο να τον κοιτάει στα μάτια ενώ τα χέρια του -ορατά κι ωστόσο αθεάτα- θα φέρνουν σε πέρας το «θαύμα». Κανείς άνθρωπος δεν έχει την ικανότητα να παρακολουθεί δυό γεγονότα ταυτόχρονα. Όταν μια όμορφη γυναίκα γδύνεται μπροστά σου, όταν ένας άθλιος τύπος σε βγάζει εκτός εαυτού βρίζοντας σου τη μάνα, τον πατέρα κι ό,τι έχεις ιερό, κάποιος άλλος μπορεί να σού κλέβει επιδέξια το σώβρακο δίχως καν να το παίρνεις χαμπάρι…»

Απλά πράγματα, θα μου πείτε. Πρακτική ψυχολογία που την κατέχουμε όλοι. Την κατέχουμε; Προφανώς όχι. Αλλιώς δεν θα διατηρούσαν οι κυβερνώντες την πρωτοβουλία των κινήσεων.

Η κατάσταση έχει ως εξής: Ο διχασμός των προηγούμενων ετών σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς έχει στην πράξη, από το 2015, ακυρωθεί. Οι Συριζανέλ έχουν -«τραβάτε με κι ας κλαίω»- παραδοθεί στους θεσμούς, τέως τρόικα. Εφαρμόζουν πειθήνια τις εντολές τους. Κλείνουν -με καθυστέρηση έστω- τις αξιολογήσεις για να εισπράττουν τις δόσεις. Υπερφορολογώντας, ξεπατώνοντας την αγορά, εγγράφουν πλεονάσματα χωρίς να θίγουν ουσιαστικά τις προσφιλείς τους συντεχνίες και τις αραχνιασμένες κρατικιστικές δομές. Το success story που κάπου-κάπου διαφημίζουν δεν πείθει κανέναν αφού κανένας δεν το αισθάνεται στην τσέπη του. Η καθημερινότητα παραμένει για τους περισσότερους Έλληνες ζοφερή. Τι κάνει λοιπόν η κυβέρνηση;

Εγείρει άσχετα θέματα. Στρέφει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης στα πιό ασήμαντα, στα πιό απίθανα, στα πλέον εξωφρενικά. Ο κόσμος τσιμπάει. Η συντεταγμένη αντιπολίτευση επίσης.

Κατά το θέρος που οδεύει προς τη λήξη του, ασχοληθήκαμε κατά σειράν με τα εξής:

Με το εάν οι σημαιοφόροι στις παρελάσεις της έκτης δημοτικού πρέπει να ορίζονται με κριτήριο τις μαθητικές τους επιδόσεις ή με κλήρωση.

Με το εάν ο υπουργός κύριος Κατρούγκαλος επέλεξε από κακό γούστο να εμφανιστεί δημόσια με κοστούμι και με σαγιονάρες ή αναγκάστηκε να το πράξει λόγω εγκαυμάτων στα κάτω άκρα του.

Με το εάν ο κύριος Τσίπρας παραθέριζε τις ημέρες των πυρκαγιών φιλοξενούμενος του κυρίου Λαζόπουλου.

Με το εάν ο υπουργός κύριος Κοντονής δικαιούται να απουσιάσει από συνέδριο στην Εσθονία σχετικά με τα εγκλήματα των κομμουνιστικών καθεστώτων.

Οι πάντες σχεδόν, από τον απλό χρήστη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης μέχρι τον πρώην πρύτανη, τοποθετήθηκαν και διασταύρωσαν τα ξίφη τους για τα ανωτέρω. Διαβάσαμε εγκώμια της αριστείας, πραγματείες περί ανδρικού ντυσίματος, λιβέλους για τον κάποτε κοσμαγάπητο Λάκη, ιστορικές αναδρομές και συγκρίσεις των φρικαλεοτήτων του Στάλιν με εκείνες του Χίτλερ.

Σοβαροί, ευφυείς κατά τα άλλα, άνθρωποι έπεσαν στην παγίδα. Σήκωσαν το γάντι που οι επιτήδειοι, οι μετρ τού «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε», τούς έστησαν. Και αναλώθηκαν -και αναλώνονται- σε εκτός τόπου και χρόνου αντιδικίες.

«Αδιαφορείς εσύ» θα με ρωτήσετε «για τις εκατόμβες που άφησαν πίσω τους οι ολοκληρωτισμοί, ανεξαρτήτως χρώματος;» Βεβαίως και όχι. Απλώς δεν θα καταδεχθώ να συζητήσω σχετικά με την όποια κυρία Γιαννακάκη, που οι μόνες της περγαμηνές είναι κομματικές, άλλοτε στη Δημάρ, άλλοτε στον Σύριζα.

«Δεν σε απασχολεί πού είχε εξαφανιστεί ο Τσίπρας ενώ η Αττική καιγόταν;» Ποσώς με νοιάζει. Καθήκον του πρωθυπουργού δεν είναι να παλεύει αυτοπροσώπως με τις φλόγες. Ας είχαμε τον απαραίτητο αριθμό αεροπλάνων εν πτήσει, ας δούλευε ρολόι ο πυροσβεστικός μηχανισμός κι ας έκανε ο κύριος Τσίπρας χρήση της αδείας του, μαζεύοντας δυνάμεις για τον χειμώνα.

Αν πεις για τους σημαιοφόρους και για τις κατρουγκάλιες σαγιονάρες (οι οποίες έκλεψαν τη δόξα απ’τις παντόφλες-προσκυνήματα του Παϊσιου), μόνον παραδοξολογώντας και χλευάζοντας μπορώ να τοποθετηθώ.

Παλιά, το τελευταίο καταφύγιο των απατεώνων ήταν ο πατριωτισμός. Σήμερα, στην Ελλάδα, είναι το τρολάρισμα. Το να πετάνε την μπάλα έξω από το γήπεδο της σοβαρότητας και της λογικής. Οι Συριζανέλ το αντιλήφθηκαν εγκαίρως. Κι έριξαν πρώτον στον αγώνα τον αξιότιμο κύριο Πολάκη.

Τι λόγο έχει η Νέα Δημοκρατία, το Ποτάμι, η Δημοκρατική Συμπαράταξη, να δίνουν το παραμικρό βάρος στα -καθημερινά σχεδόν- πυροτεχνήματα του κυρίου Πολάκη απαντώντας του; Είναι ηλίου φαεινότερον πως ο σίγουρος τρόπος για να τον ακυρώσουν είναι να τον αγνοήσουν.

Πώς είναι δυνατόν να παρασύρεται κανείς σε ιδεολογικές, ιστορικές, αισθητικές λογομαχίες με τη χειρότερη στα πεπραγμένα της κυβέρνηση των τελευταίων δεκαετιών;

«Με γειά σας, με χαρά σας» θα τούς έλεγα εγώ «να δηλώνετε αριστεροί, εναλλακτικοί, προχωρημένοι ή ό,τι άλλο σάς καπνίσει. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι χειρίζεστε τις δημόσιες υποθέσεις άθλια. Κι αυτό κοστίζει παντοιοτρόπως στην ελληνική κοινωνία.»

Το «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε» δυστυχώς δουλεύει. Κι όσο δουλεύει, τόσο θα μάς δουλεύουν.

Σύγκρυο με πιάνει στο ενδεχόμενο να οδηγηθούμε στις επόμενες εκλογές καβγαδίζοντας όχι για τις δικές μας ζωές και για τις δικές μας -και των παιδιών μας- προοπτικές μα για τον ερωτικό προσανατολισμό του Άρη Βελουχιώτη. Ή έστω για το εάν ο Γιάννης Αντεντοκούμπο παραμένει πατριώτης. Ή υπέπεσε σε εθνική μειοδοσία.

* Ο κ. Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας 

 

 

ΠΗΓΗ: capital.gr

Τα σχόλια είναι κλειστά.