Ειδησεογραφικό site

Στη φυλακή τα δύο εγγόνια για τη δολοφονία της γιαγιάς τους

39

Προσωρινά κρατούμενοι κρίθηκαν την Παρασκευή , μετά την απολογία τους, με ομόφωνη απόφαση της τακτικής Ανακρίτριας Ρόδου και της Εισαγγελέως Υπηρεσίας, η 29χρονη Α. Β. του Μ. και ο 26χρονος Κ. Μ. του Τ., κατηγορούμενοι για τη δολοφονία της γιαγιάς τους, 69χρονης χήρας Ουρανίας Γερόλυμου του Ευαγγέλου, την 3η Νοεμβρίου 2014 στην οικία της για μια… τηλεόραση.

Η τακτική Ανακρίτρια Ρόδου εξέτασε μόνο το σκέλος της υπόθεσης που αφορά το φόνο, ενώ ενημέρωσε τους κατηγορούμενους και τους συνηγόρους υπεράσπισης τους ότι θα απολογηθούν εκ νέου την προσεχή εβδομάδα για την κατηγορία της ληστείας από κοινού από την οποία επήλθε ο θάνατος, η οποία τους έχει ήδη απαγγελθεί.

Η εγγονή της 69χρονης, ηλικίας σήμερα 29 ετών, που φέρεται να αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα και να έχει λάβει φαρμακευτική αγωγή στο παρελθόν, τελούσε, όπως αποκάλυψε η «δημοκρατική», υπό την επίβλεψη και την φροντίδα του θύματος. Φέρεται να ήταν συγκεκριμένα εκείνη, που συνέδραμε με την μικρή της σύνταξη στα έξοδα της διαβίωσής της.

Η 29χρονη είχε κατορθώσει, παρά τις δυσχέρειες στην οικογενειακή της διαβίωση και την εμπλοκή της μητέρας της με το νόμο σε υποθέσεις ναρκωτικών και κλοπών, να εισαχθεί στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης και μάλιστα δεύτερη.

Ενώπιον της Ανακρίτριας αρνήθηκε εκ νέου οποιαδήποτε σχέση με το έγκλημα.

Υποστηρίζει ότι  πήγε να ανοίξει την πόρτα της οικίας της γιαγιάς της περί ώραν 08.30 της 3ης Νοεμβρίου 2014, είδε ότι ήταν κλειστή και στην πορεία διαπίστωσε ότι το παράθυρο της κουζίνας και του μπάνιου ήταν ανοικτά.

Διαπίστωσε, παραπέρα, όπως είπε, ότι η ντουλάπα της κατοικίας ήταν ανοικτή και ότι κάποιος είχε ψάξει το σπίτι, ενώ έλειπε και η τηλεόραση. Βρήκε την γιαγιά της στο υπνοδωμάτιο ξαπλωμένη ανάσκελα, και να μην κουνιέται. Ήταν σκεπασμένη με μια κουβέρτα και στο πρόσωπό της υπήρχε ένα μαξιλάρι. Τότε, όπως είπε, ειδοποίησε την αστυνομία. Την προηγούμενη μέρα και ώρα 21.00, όπως είπε, την είχε επισκεφθεί ο αδελφός της με τη σύντροφο του και έναν φίλο τους και κάθισαν στην οικία της και έπαιξαν μπιρίμπα. Ο αδελφός της αναχώρησε και επέστρεψε περί ώραν 02.00 τα ξημερώματα με τη σύντροφό του. Είπε ότι ο αδελφός της δεν επισκεπτόταν την γιαγιά της και υποστήριξε ότι δεν είχαν καλές σχέσεις, διότι τον είχε υποψιαστεί μαζί με τον θείο του ότι ήταν ο δράστης προηγούμενης κλοπής ενός φορητού υπολογιστή και μιας τηλεόρασης.

Με υπόμνημα που υπέβαλε ενώπιον της κ. Ανακρίτριας επεσήμανε ότι η κατηγορία σε βάρος της έχει στηριχτεί αποκλειστικά στην ψευδέστατη κατάθεση του αδερφού της, της οποίας μοναδική σκοπιμότητα είναι να μετακυλήσει σε εκείνη την ευθύνη για τον τραγικό θάνατο της γιαγιάς τους. Τονίζει επιπλέον ότι μόνη η μαρτυρική κατάθεση ή η απολογία προσώπου συγκατηγορουμένου για την ίδια πράξη δεν είναι αρκετή για την καταδίκη της.

Τονίζει ότι δεν είναι δυνατόν να στηριχτεί η κατηγορία εις βάρος της στα λεγόμενα του αδερφού της, ο οποίος άλλωστε ελάχιστα πριν, κατά τη στιγμή της προσαγωγής του, είχε ομολογήσει την πράξη και σύμφωνα με την ένορκη κατάθεση αστυνομικού είχε παραδεχθεί την ενοχή του, λέγοντας «εγώ το έκανα». Αναφέρθηκε εξάλλου και σε άλλο σημείο της κατάθεσης του ίδιου συγκατηγορούμενου της, που είπε, ότι μόλις είχε μπει στην οικία της ο αδελφός της, του είχε κάνει νόημα να μην πει τίποτε για την τηλεόραση.

Η 29χρονη επεσήμανε ότι αυτό επιβεβαιώνεται και από την κατάθεση του συγκατηγορούμενου τους, που είχε μεσολαβήσει για την πώληση της τηλεόρασης, ο οποίος δήλωσε ότι ο αδερφός της του είπε αφότου του πώλησε την κλαπείσα τηλεόραση επί λέξει «άσε τα χω κάνει σκατά Παναγιώτη».

Από τις καταθέσεις των μαρτύρων και των συγκατηγορούμενών της φέρεται όπως είπε απολογούμενη ότι το βράδυ της δολοφονίας της γιαγιάς της βρισκόταν στην οικία της, παντελώς ανυποψίαστη για το τι θα επακολουθούσε και η συμπεριφορά της υπήρξε το βράδυ της δολοφονίας απόλυτα φυσιολογική.

Υποστήριξε ότι η σχέση της με τη γιαγιά της υπήρξε ανέκαθεν άριστη, λέγοντας μάλιστα ότι κάθε πρωί πήγαινε στο σπίτι της και πίνανε καφέ και της έδινε τσιγάρα, τα απογεύματα την επισκεπτόταν σε καθημερινή βάση, ενώ εκείνη φρόντιζε μάλιστα με δικά της έξοδα για τη διατροφή της.
Τόνισε επίσης ότι εργαζόταν 2-3 μέρες την εβδομάδα ως καθαρίστρια, αποκομίζοντας 25 € τη μέρα περίπου.
Τόνισε ότι δε στέκει στους κανόνες της λογικής ότι θα μπορούσε να βλάψει ένα άτομο που την είχε ευεργετήσει και οικονομικά, αλλά και κυρίως με τη διαρκή παρουσία της στο πλευρό της, ενώ πρόσθεσε ότι ο θάνατός της θα την αναγκάσει στο μέλλον να εργαστεί περισσότερο για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις ανάγκες της και ότι κανένα κληρονομικό δικαίωμα δεν έχει απέναντί της.

Η 29χρονη ισχυρίστηκε ότι απουσιάζει οποιοδήποτε κίνητρο θα μπορούσε να έχει για να διαπράξει το ειδεχθές και αποτρόπαιο έγκλημα για το οποίο άδικα κατηγορείται.
Αναφορικά με τη μία γόβα της, η οποία βρέθηκε στο σπίτι της γιαγιάς της επεσήμανε ότι δεν είναι το μοναδικό αντικείμενο που βρίσκεται στο σπίτι της.

Στην οικία της γιαγιάς της, όπως είπε, έχει μεταφέρει πολλά προσωπικά της είδη, ενώ υποστήριξε ότι η γόβα βρισκόταν στην οικία της διότι κατά το παρελθόν την είχε χρησιμοποιήσει για να σκοτώσει κατσαρίδες.

Δεν στέκει εξάλλου στη λογική, όπως είπε, ότι εισήλθε στην οικία της για να αφαιρέσει την τηλεόρασή κρατώντας και μία γόβα, που έπειτα της έπεσε από τα χέρια ή ότι κατάφερε να μεταφέρει ξυπόλυτη στο ένα πόδι την τηλεόραση διότι… ασυνείδητα βγήκε η μία.
Πρόσθεσε επιπλέον ότι είναι λεπτοκαμωμένη και αδύνατη και θα της ήταν  αδύνατο να μεταφέρει μία μεγάλη τηλεόραση έστω και λίγα εκατοστά.

Ο αδελφός της από την άλλη επέμεινε στους προανακριτικούς ισχυρισμούς του, ότι δηλαδή, ήταν η αδελφή του, που σκότωσε την 69χρονη γιαγιά τους.
Θυμίζουμε ότι αφού αρχικώς είχε αναλάβει προανακρινόμενος, προφορικά, την ευθύνη, στην πορεία και συγκεκριμένα το πρωί της Τρίτης, κατέθεσε ότι η αδελφή του τέλεσε το έγκλημα, περιορίζοντας τον δικό του ρόλο στην πώληση της τηλεόρασης, από το διαμέρισμα της γιαγιάς του, σε φίλο του.

Ισχυρίζεται μάλιστα ότι η αδελφή του τον είχε ενημερώσει ότι η γιαγιά τους ήταν λιπόθυμη και ότι ο ίδιος δεν μπήκε στο διαμέρισμα.

Από την έρευνα των αστυνομικών, πέραν των άλλων, βρέθηκαν κάτω από καναπέ στον τόπο του εγκλήματος δύο αποτσίγαρα το ένα μάρκας Prince.

Μάρτυρας αστυνομικός διαπίστωσε στην πορεία ότι ο εγγονός κάπνιζε τσιγάρα της ίδιας μάρκας.

Ο 26χρονος χθες διέψευσε τον ισχυρισμό αυτό υποστηρίζοντας ότι τόσο η γιαγιά του όσο και η αδελφή του κάπνιζαν τσιγάρα της ίδιας μάρκας.

Υποστηρίζει ότι πήγε στην οικία της αδελφής του περί ώραν 21.00 για να δανειστεί το μηχανάκι της.

Ισχυρίζεται ότι συμπεριφερόταν περίεργα και ότι του έλεγε ότι δεν είχε λεφτά, ότι δεν την συνέδραμε η γιαγιά τους και ότι του υπέδειξε ένα σημείο σε παρακείμενο χωράφι στο οποίο είχε κρύψει κάτω από μια λαμαρίνα την τηλεόραση.

Υποστηρίζει ότι του εκμυστηρεύτηκε ότι είχε ανοίξει το παράθυρο με σίδερο και ότι όταν μπήκε στο σπίτι η γιαγιά τους ξύπνησε και πήγε να ανοίξει το φως. Τότε όπως υποστηρίζει, η αδελφή του του διηγήθηκε ότι την έσπρωξε και έπεσε και χτύπησε στο κάγκελο του κρεβατιού μένοντας λιπόθυμη.

Μάλιστα του ζήτησε, όπως είπε, να μπει στο σπίτι και να πάρει το τηλεκοντρόλ της τηλεόρασης, πράγμα, που όπως ισχυρίζεται, αρνήθηκε να κάνει.

Τότε κανόνισε να πάει στην οικία ο φίλος του για να φορτώσει την τηλεόραση και εν συνεχεία την πώλησε έναντι 150 ευρώ.

Αφού περιγράφει τις υπόλοιπες κινήσεις του τα ξημερώματα της ίδιας μέρας ισχυρίζεται ότι πληροφορήθηκε για το θάνατο της γιαγιάς του από τους αστυνομικούς, το ίδιο πρωί.
Και στο παρελθόν όπως κατέθεσε απολογούμενος, η αδελφή του απειλούσε την γιαγιά της και της έπαιρνε συνεχώς λεφτά.

Επέμεινε εξάλλου ότι αποφάσισε να αναλάβει την ευθύνη αρχικώς, μη αντιλαμβανόμενος το βάρος των κατηγοριών και τελικώς άλλαξε την κατάθεσή του διότι σε κατ’ αντιπαράσταση εξέταση με την αδελφή του, τον έφτυσε και διότι θα τον εγκατέλειπε η σύντροφός του.

Ο 26χρονος εγγονός είχε στο παρελθόν απασχολήσει την αστυνομία σε υπόθεση καλλιέργειας προς ιδίαν χρήση κάνναβης.

Είναι γνώριμος στις αρχές και για υποθέσεις μικροκλοπών.

Κατά μια πληροφορία μετά την πώληση της τηλεόρασης είχε μεταβεί, την 4η Νοεμβρίου 2014, σε μια λέσχη, όπου απασχολούνταν περιστασιακά και ξενύχτησε, παίζοντας πόκα.
Θυμίζουμε ότι ο ίδιος κατέθεσε ότι την ημέρα του φόνου και πριν την μετάβασή του στη λέσχη έπαιζε με την αδελφή του και τη συμβία του στο σπίτι της αδελφής του σε απόσταση αναπνοής από τον τόπο του εγκλήματος, μπιρίμπα.

Στο μεταξύ η έκθεση της ιατροδικαστικής εξέτασης, όπως απεκάλυψε η «δημοκρατική», διαψεύδει τον ισχυρισμό ότι η 69χρονη έπεσε από σπρώξιμο και χτύπησε στο πρόσωπο σε κάγκελο του κρεβατιού της, καθώς προκύπτει ότι δέχτηκε πολλά χτυπήματα στο πρόσωπο και στο θώρακα που οδήγησαν στο θάνατό της, ο οποίος επήλθε σύμφωνα με την εκτίμηση του ιατροδικαστή μεταξύ της 21.00 της 3ης Νοεμβρίου και της 03.00 τα ξημερώματα της επομένης ημέρας.

Τα σχόλια είναι κλειστά.