Πολίτες στα όρια της απόγνωσης, απαισιόδοξοι για το μέλλον τους, φοβισμένοι για την οικονομική τους κατάσταση αλλά και ανήσυχοι για μια σειρά από βασικά σημεία της καθημερινότητας, όπως η υγεία, η ασφάλεια, η μετανάστευση, η προσωπική ευτυχία.
Αυτό δείχνει η μεγάλη έρευνα που διεξήχθη από επιστημονική ομάδα με υπεύθυνο τον τέως καθηγητή του Τμήματος Στατιστικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Επαμεινώνδα Πανά, επιβεβαιώνει ότι η ποιότητα ζωής έχει επιδεινωθεί δραματικά στα χρόνια των μνημονίων και ότι η ικανοποίηση για τη ζωή έχει καταβαραθρωθεί.
Η τακτική αυτή έρευνα της ευημερίας διεξήχθη στο σύνολο της περιφέρειας Αττικής, στο χρονικό διάστημα 27.04.2015- 21.05.2015, καλύπτοντας δειγματοληπτικό πληθυσμό 1.949 ατόμων άνω των 18 ετών.
Το «βαρόμετρο» της ατομικής ποιότητας ζωής και γενικά της συνολικής διαβίωσης μετριέται σε μια χρονική στιγμή όπου επικρατεί έντονη οικονομική κρίση, αχαλίνωτη απληστία, διαφθορά, ατιμωρησία, φτώχεια και κυρίως παιδική φτώχεια.
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι ο ελληνικός λαός βιώνει τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση της ιστορίας του, (μεγαλύτερη και από την αντίστοιχη της ναζιστικής κατοχής). Η συνέπεια είναι απλή: η κοινωνία βρίσκεται υπό το κράτος του φόβου. Έτσι, ο συνδυασμός του φόβου και της έλλειψης ορατής ελπίδας αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης οδηγούν τον πολίτη σε απόγνωση.
Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν την κατάσταση που επικρατεί:
Το 84,4% (αθροιστικά: «καθόλου» + «λίγο») των ερωτηθέντων πολιτών, δηλώνει ότι δε νιώθει ικανοποιημένο από τις συνθήκες που επικρατούν στην ελληνική κοινωνία.
Οι απαντήσεις των ερωτηθέντων δείχνουν ότι τα επακόλουθα της οικονομικής κρίσης είναι αισθητά στους πολίτες. Οι πολίτες έχουν φοβηθεί αρκετά από την οικονομική κρίση. Όλοι οι δείκτες ικανοποίησης κινούνται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, και συγκεκριμένα κανείς δεν παίρνει τιμή μεγαλύτερη του 50.
Περισσότερη δυσαρέσκεια εκφράζεται για την οικονομική κατάσταση της χώρας και την επιχειρηματική πορεία. Το 92% των ερωτηθέντων δεν είναι ικανοποιημένο με την οικονομική κατάσταση της χώρας (αθροιστικά: «καθόλου» και «λίγο»), ποσοστό το οποίο έμεινε σταθερό σε σχέση με την προηγούμενη μέτρηση. Πιο δυσαρεστημένες είναι οι γυναίκες και οι ευρισκόμενοι σε δύσκολη οικονομική κατάσταση.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η ερώτηση για το πώς αισθάνονται οι πολίτες αντιμέτωποι με έκτακτα οικονομικά γεγονότα. Το 85% του δείγματος δηλώνει ότι τα μη αναμενόμενα οικονομικά γεγονότα της χώρας του προκαλούν φόβο, στοιχείο που δείχνει ότι η παρούσα οικονομική κατάσταση και τα μέτρα που θα έρθουν ανατρέπουν την ισορροπία των Ελλήνων και προκαλούν μεγάλο φόβο στη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών.
Είναι επίσης αποδεκτό από όλους τους οικονομικούς φορείς ότι παρατηρείται έλλειψη ανταγωνιστικότητας και επιχειρηματικότητας.
Στη σημερινή οικονομική συγκυρία οι ερωτηθέντες εκφράζουν, ανεξαρτήτως φύλου, εκπαίδευσης και οικονομικής κατάστασης, σε υψηλό αρνητικό ποσοστό 88,2% (αθροιστικά: «καθόλου» + «λίγο») ότι δεν είναι ικανοποιημένοι γενικά από την επιχειρηματική πορεία της χώρας μας.
Όσο χειρότερη είναι η οικονομική κατάσταση των ερωτηθέντων, τόσο πιο δυσαρεστημένοι δηλώνουν με την επιχειρηματική πορεία της χώρας.
Σχεδόν 9 στους 10 ερωτηθέντες δεν είναι ικανοποιημένοι από την κοινωνική ασφάλεια (αθροιστικά: «καθόλου» και «λίγο»). Περισσότερο δυσαρεστημένοι είναι οι γυναίκες, ερωτηθέντες ηλικίας 30 ? 44 ετών και όσοι βρίσκονται σε δύσκολη οικονομική κατάσταση.
Το 86,4% των πολιτών δηλώνει ότι δεν αισθάνεται ικανοποιημένο από την παρεχόμενη κοινωνική ασφάλεια στη χώρα μας. Το αρνητικό αυτό ποσοστό φτάνει στο 93,5% για αυτούς που δηλώνουν πως βρίσκονται σε πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση, εκφράζοντας έτσι την έντονη δυσαρέσκειά τους από την παρεχόμενη κοινωνική ασφάλεια στη χώρα μας.
Ο Έλληνας πολίτης εκφράζει τη μη-ικανοποίησή του από την κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος στη χώρα του σε ποσοστό 74,1% (αθροιστικά: «καθόλου» + «λίγο»).
Οι ερωτηθέντες πολίτες, σε ποσοστό 80,9% (αθροιστικά: «καθόλου» + «λίγο»), πιστεύουν ότι δεν είναι ικανοποιημένοι από την αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης στην Ελλάδα.
Η ικανοποίηση γενικά από τη ζωή είναι ένας δείκτης ευημερίας ή ευδαιμονίας, με τους Ελληνες να εμφανίζονται σε μεγάλο ποσοστό ανικανοποίητοι.
Συγκεκριμένα, το 27% των ερωτηθέντων δηλώνει ικανοποιημένο από τη ζωή του γενικά (αθροιστικά: «πολύ» και «αρκετά»), ενώ το 39% δηλώνει μη ικανοποιημένο (αθροιστικά: «καθόλου» και «λίγο»). Η αίσθηση ικανοποίησης από τη ζωή φαίνεται να σχετίζεται με το επίπεδο εκπαίδευσης, αφού όσο υψηλότερο είναι, τόσο πιθανότερο να είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους.
Και η οικονομική κατάσταση είναι καθοριστικός παράγοντας για την αίσθηση ικανοποίησης από τη ζωή, εφόσον όσο καλύτερη δηλώνουν ότι είναι η οικονομική τους κατάσταση, τόσο πιθανότερο είναι να εμφανίζονται ικανοποιημένοι από τη ζωή τους γενικά.
Σε μια σειρά από επιμέρους δείκτες, φαίνεται και η κατάθλιψη και απαισιοδοξία στην οποία βρίσκονται οι Ελληνες, ειδικά τα τελευταία χρόνια της κρίσης.
Το 21% των ερωτηθέντων δηλώνει ικανοποιημένο από το επίπεδο διαβίωσής του(αθροιστικά: «πολύ» και «αρκετά»), και το 48% δηλώνει μη ικανοποιημένο (αθροιστικά: «καθόλου» και «λίγο»). Οι νεότερες ηλικίες είναι κάπως περισσότερο ικανοποιημένες από το επίπεδο διαβίωσής τους σε σχέση με τους μεγαλύτερους.
Το 52% των ερωτηθέντων δηλώνουν ικανοποιημένο από την υγεία τους (αθροιστικά: «πολύ» και «αρκετά»), ενώ το 22% δηλώνει μη ικανοποιημένο (αθροιστικά: «καθόλου» και «λίγο»). Όσο νεότεροι οι ερωτηθέντες, τόσο πιο ικανοποιημένοι δηλώνουν από την υγεία τους, ενώ οι άνω των 60 ετών είναι σημαντικά πιο δυσαρεστημένοι.
Το 48% των ερωτηθέντων δηλώνει ικανοποιημένο από ό,τι έχει πετύχει στη ζωή (αθροιστικά: «πολύ» και «αρκετά»), ενώ το 20% δηλώνει μη ικανοποιημένο (αθροιστικά: «καθόλου» και «λίγο»).
Εξι στους 10 ερωτηθέντες δηλώνουν ικανοποιημένοι από τις προσωπικές τους σχέσεις (αθροιστικά: «πολύ» και «αρκετά»), ενώ το 17% δηλώνει μη ικανοποιημένο (αθροιστικά: «καθόλου» και «λίγο»).
Το 22% νιώθει ασφαλή (αθροιστικά: «πολύ» και «αρκετά»), ενώ το 48% δεν νιώθει ασφάλεια (αθροιστικά: «καθόλου» και «λίγο»). Αφορά την καθημερινότητα και τις συνθήκες που επικρατούν στην κοινωνία.
Την απαισιοδοξία για το μέλλον δείχνουν και οι απαντήσεις στο ερώτημα πώς βλέπουν τα επόμενα χρόνια για τους ίδιους και τη χώρα. Το 26% του δείγματος δηλώνει ότι αισθάνεται «ούτε αισιόδοξος ούτε απαισιόδοξος».
Το 59% νιώθει απαισιοδοξία (αθροιστικά: «πολύ» και «αρκετά»), ενώ το 14% νιώθει αισιοδοξία (αθροιστικά: «καθόλου» και «λίγο»). Ουσιαστικά, δηλαδή, μόλις 14 στους 100 πολίτες δηλώνουν αισιόδοξοι χωρίς ενδοιασμούς.
Ακόμη, το 60% πιστεύει πως στο μέλλον θα αισθάνεται μάλλον ανασφαλής (αθροιστικά: «καθόλου» και «λίγο»), ενώ το 13% νιώθει ικανοποιημένο σε σχέση με τη μελλοντική του ασφάλεια (αθροιστικά: «πολύ» και «αρκετά»).
ΠΗΓΗ:imerisia.gr (ρεπορτάζ:Του Βασίλη Σ. Κανέλλη)
Τα σχόλια είναι κλειστά.