Ειδησεογραφικό site

Βενιζέλος: Ο Τσίπρας να παραδεχθεί ότι δημαγώγησε, συκοφάντησε, παραπλάνησε και έβλαψε

62

 

Τη συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με τους πιστωτές της και το νέο πακέτο μέτρων που πρέπει να «περάσει» από τη Βουλή σχολιάζει σε άρθρο του ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος ο οποίος διερωτάται μεταξύ άλλων πώς η οικονομία θα ανακάμψει όταν η κυβέρνηση δεν πίστευε και δεν πιστεύει τα μέτρα.«Καλούμαστε αύριο να ψηφίσουμε ως βουλευτές της αντιπολίτευσης τον τρίτο κατά σειρά νόμο για την εφαρμογή και εξειδίκευση της συμφωνίας της 12ης Ιουλίου 2015. Τους νόμους δηλαδή που συνθέτουν το τρίτο μνημόνιο. Αυτό που συμφώνησε ο κ. Τσίπρας και η κυβέρνηση της «πρώτη φορά αριστερά» στην οποία συμπεριλαμβάνονται ως αριστερή εθνικολαϊκιστική συνιστώσα και οι ΑΝΕΛ του κ. Καμμένου.Καλούμαστε να ψηφίσουμε αυτά που διαπραγματεύθηκε, συνομολόγησε και εισάγει στη Βουλή μια κυβέρνηση που εξελέγη πριν επτά μήνες με εντολή την ακύρωση των μνημονίων και την εφαρμογή των υποσχέσεων του «προγράμματος της Θεσσαλονίκης». Μια κυβέρνηση που διέκοψε στις 25.6 τις διαπραγματεύσεις, άφησε να λήξει στις 30.6, χωρίς παράταση, το προηγούμενο πρόγραμμα, προκήρυξε το δημοψήφισμα, οδήγησε στην τραπεζική αργία και τον έλεγχο στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls), παρότρυνε με ενθουσιασμό στην επιλογή του «όχι» και αμέσως μετά είπε «ναι» σε συμφωνία προδήλως σκληρότερη αυτής που απορρίφθηκε.

Καλούμαστε να ψηφίσουμε ένα τρίτο μνημόνιο που κρατάει τη χώρα τουλάχιστον τρία χρόνια ακόμη σε καθεστώς εξάρτησης από τους εταίρους και πιστωτές της προκειμένου να  προσπαθήσουμε να ξαναπετύχουμε πρωτογενή πλεονάσματα και θετικό ρυθμό ανάπτυξης, δηλαδή προκειμένου να προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε και πάλι τις προϋποθέσεις που υπήρχαν πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου και οδηγούσαν στην προληπτική πιστωτική γραμμή, την ελεγχόμενη σταδιακή επάνοδο στις αγορές, τις πρόσθετες παραμετρικές ελαφρύνσεις στο χρέος που είχαν συμφωνηθεί από το 2012 και συνιστούν περαιτέρω μείωσή του σε πραγματικούς όρους (σε καθαρή παρούσα αξία), πέραν του κουρέματος και της αναδιάρθρωσης του 2012 που συστηματικά προσπάθησε να απαξιώσει ο κ. Τσίπρας. Πώς θα τα πετύχουμε άραγε όλα αυτά με κυβέρνηση που δεν τα πίστευε και δεν τα πιστεύει; Με κυβέρνηση που ακόμη και τώρα εκφράζει κατά βάθος τη λύπη της γιατί δεν μπόρεσε να προετοιμαστεί για το παράλληλο νόμισμα και την επιστροφή στη δραχμή; Με κυβέρνηση που τα προηγούμενη χρόνια θεωρούσε ανέφικτους τους στόχους αυτούς και βλαπτική την παρέμβαση του 2012 στο χρέος; Με κυβέρνηση γεννημένη μέσα στη μήτρα του «αντιμνημονιακού» ψέματος;

Καλούμαστε να ψηφίσουμε ένα τρίτο μνημόνιο που δεν ήταν ούτε μοιραίο, ούτε αναπόφευκτο, αλλά κατέστη επιτακτικά αναγκαίο λόγω της τεράστιας ζημιάς που προκάλεσαν οι χειρισμοί, τα ψέμματα, οι γελοιότητες, οι ψευδαισθήσεις, τα λάθη και οι ανευθυνότητες των επτά τελευταίων μηνών. Και αφού προκάλεσαν τη βλάβη που προκάλεσαν και αποφάσισαν να πάνε στο μνημόνιο Τσίπρα ούτε ενημέρωσαν την αντιπολίτευση, ούτε ζήτησαν τη γνώμη της και πολύ περισσότερο τη βοήθειά της στη διαπραγμάτευση, έστω μέσα στο πιεστικό και αρνητικό πλαίσιο που διαμόρφωσαν για τη χώρα με τους χειρισμούς, τις ανευθυνότητες και τα λάθη τους. Θέλουν όμως τη ψήφο και την κοινοβουλευτική συνυπευθυνότητα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης.

Καλούμαστε να ψηφίσουμε ένα τρίτο μνημόνιο, γιατί μέσα σε μόλις πέντε μήνες, από τις 25 Ιανουαρίου έως τις 5 Ιουλίου, χάθηκε ένα εντυπωσιακά μεγάλο μέρος της προσπάθειας που είχε γίνει τα προηγούμενα τεσσεράμιση χρόνια (από τον Μάιο 2010 έως το Δεκέμβριο 2014). Τόσο μεγάλο ώστε τώρα να απαιτούνται – σε σχέση με τα τεσσεράμιση που προηγήθηκαν –  άλλα τρία τουλάχιστον χρόνια μνημονίου. Με όλα τα μεγέθη της οικονομίας να έχουν επιδεινωθεί δραματικά για λόγους ιδεοληψίας, τυχοδιωκτισμού και ανικανότητας του κ. Τσίπρα και της ομάδας του που απέσπασαν την έγκριση του ελληνικού λαού λέγοντας ωμά ψέμματα δύο διαδοχικά φορές: στις εκλογές και στο δημοψήφισμα. Και επαίρονται με προκλητική αλαζονεία γιατί η δημοσκοπική επιρροή τους διατηρείται. Θα δούμε έως πότε.

Καλούμαστε να ψηφίσουμε, αποδεχόμενοι την επιχειρηματολογία που τώρα διατυπώνει με ύφος περισπούδαστο ο κ. Τσίπρας: πως αν δεν συμφωνούσαμε στις 12.7.2015, η άλλη λύση θα ήταν η έξοδος από το ευρώ, η ασύντακτη χρεοκοπία, η οικονομική καταστροφή, η γενικευμένη φτώχεια. Αυτά όμως δεν τα λέει απευθυνόμενος μόνο στον κ. Λαφαζάνη και την Αριστερή Πλατφόρμα, αλλά και σε εμάς που όταν τα λέγαμε αυτά κάτω από τις συνθήκες του 2010, του 2011, του 2012 μας έλεγε με απύθμενο θράσος, ότι λέμε ψέμματα. Ότι υπάρχει άλλη επιλογή, εύκολη και συνάμα ηρωική, που δεν την ακολουθούμε γιατί θέλουμε δήθεν τα σκληρά, αντιλαϊκά, υφεσιακά μέτρα. Γιατί είμαστε υποτεταγμένοι στη φίλη του την κα Μέρκελ. Και όχι απλώς τα έλεγε αυτά, αλλά έβρισκε δυστυχώς  πρόθυμο κοινωνικό ακροατήριο, συνδικαλιστές και συντεχνίες, καλόπιστους ταλαιπωρημένους ανθρώπους, γυμνοσάλιαγκες των κομμάτων εξουσίας που έψαχναν νέα χωράφια, διαμορφωτές της κοινής γνώμης, καθηγητές και διανοούμενους, καλλιτέχνες και θεολόγους. Έτσι έγινε πρωθυπουργός. Αυτά όμως απευθυνόμενα σε εμάς δεν έχουν πέραση και συνιστούν βαριά προσβολή και πρόκληση.

Καλούμαστε να ψηφίσουμε γνωρίζοντας πλέον ότι περάσαμε ξυστά, τις προηγούμενες εβδομάδες, από το Grexit και την κατάλυση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Απορώ γιατί δεν λέγονται τα πράγματα με το όνομα τους – όπως τα είπε από το Μάρτιο, επειδή φοβήθηκε ότι θα βρεθεί συνεργός μοιραίων  καταστάσεων  –  ο κ. Χρυσόγονος. Grexit σημαίνει δραστικό περιορισμό ελευθεριών και δικαιωμάτων. Σημαίνει εφαρμογή σχεδίων Λαφαζάνη και Βαρουφάκη. Σημαίνει αντίληψη Καμμένου για τον εσωτερικό ρόλο του στρατού. Όλα αυτά δεν είναι απλώς γελοία. Είναι γελοία ως συστατικά του ολοκληρωτισμού. Τα capital controls ως περιορισμός της οικονομικής ελευθερίας είναι μόνο ένα μικρό δείγμα. Όμως ο δήθεν ανανήψας κ. Τσίπρας που μετά από έξι μήνες αποφάσισε να διαφοροποιηθεί από τον κ. Βαρουφάκη και τον κ. Λαφαζάνη, τους έξι προηγούμενους μήνες σχεδίαζε μαζί τους ως προτιμητέα ή έστω πιθανή λύση την έξοδο από το ευρώ και όσα αυτή συνεπάγεται οικονομικά, θεσμικά και γεωπολιτικά.

Καλούμαστε να ψηφίσουμε αυτό που φέρνει ως προϊόν της διαπραγμάτευσης η χειρότερη και πιο επικίνδυνη ομάδα διαπραγματευτών που ομολόγησε ότι δεν είχε καμία αίσθηση ευρωπαϊκών και διεθνών συσχετισμών. Τα όσα είπε ο κ. Δραγασάκης στην κεντρική επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ είναι αποκαλυπτικά. Η ομάδα  που φόρτωσε τη χώρα με νέα ύφεση, με ουσιαστική απώλεια του χαρτοφυλακίου τραπεζικών μετοχών του ΤΧΣ, με την ανάγκη για νέα ανακεφαλαιοποίηση ύψους 25 δις, με δραστική επιδείνωση της δυναμικής του δημοσίου χρέους που το αύξησε αντί να το μειώσει, με νέο δάνειο όχι μόνο ευρωπαϊκό αλλά και του ΔΝΤ. Που επιβάρυνε την κοινωνία με νέους φόρους, νέες ασφαλιστικές εισφορές, νέες περικοπές συντάξεων. Η ομάδα που θεωρούσε ότι το Grexit είναι «δικό μας» όπλο και πανικοβλήθηκε μόλις αυτό προτάθηκε από τον κ. Σόιμπλε, ενώ ήξερε πολύ καλά πώς είχε τεθεί σε εμένα το συναινετικό Grexit το 2011 και είχε ακαριαία αποκρουσθεί. Με τα δύσκολα δεδομένα του 2011 και όχι με τα ασυγκρίτως καλύτερα, για τη χώρα  του 2015.

Καλούμαστε να ψηφίσουμε τα νομοσχέδια μιας κυβέρνησης που εμφανίζεται ως κυβέρνηση πλειοψηφίας, ενώ διαθέτει μόνο 123 βουλευτές και εκβιάζει τους διαφωνούντες βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ θεωρώντας ότι είναι υποχρέωσή τους να ψηφίσουν υπέρ μιας «μνημονιακής» πλέον κυβέρνησης σε περίπτωση πρότασης μομφής ή εμπιστοσύνης. Τα νομοσχέδια μιας κυβέρνησης που πρόδωσε τη νομιμοποιητική της βάση και έχει το θράσος να λέει στην αντιπολίτευση ότι οφείλει να ψηφίσει αυτή για να αποτραπεί η καταστροφή της χώρας που επαπειλείται λόγω των χειρισμών της κυβέρνησης!

Καλούμαστε να ψηφίσουμε τα νομοσχέδια μιας κυβέρνησης που λέει απροκάλυπτα ότι χρειάζεται λίγο χρόνο προκειμένου να ξεκαθαρίσει το εσωκομματικό τοπίο στο ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να προκαλέσει εκλογές διεκδικώντας νέα εντολή, την αντίστροφη από την προηγούμενη, πάλι με τους ΑΝΕΛ, επειδή ο κ. Τσίπρας έχει προσωπική γοητεία και διαθέτει στελέχη που συνιστούν εγγύηση για την εφαρμογή του μνημονίου, την ανάκαμψη της οικονομίας, την προσέλκυση επενδύσεων και την έξοδο από την κρίση που οι ίδιοι ανακύκλωσαν και όξυναν!

Ο αγώνας που δώσαμε για την Πατρίδα τα προηγούμενα χρόνια κάτω από τις ύβρεις, τις συκοφαντίες και τις λοιδορίες του κ. Τσίπρα και της παρέας του δεν μας  επιτρέπουν να το κάνουμε αυτό παρά μόνο υπό όρους που διασφαλίζουν τη στοιχειώδη σοβαρότητα θεσμών και προσώπων. Υπό όρους που προστατεύουν το εθνικό συμφέρον. Υπό όρους εθνικής υπευθυνότητας:

– Ο κ. Τσίπρας οφείλει να παραδεχθεί ότι δημαγώγησε, εψεύσθη, συκοφάντησε, παραπλάνησε, έβλαψε.

– Ο κ. Τσίπρας οφείλει να συναινέσει στην άμεση αλλαγή του εκλογικού συστήματος και την κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών ώστε να εναρμονισθεί ο εκλογικός νόμος με την ανάγκη κυβερνητικών σχημάτων ευρύτερης συνεργασίας που θα εφαρμόσουν τη μόνη υπαρκτή – όπως αποδείχθηκε – εθνική στρατηγική. Σκέψεις που είχαν λογική μέχρι το 2010 περί αυτοδυναμίας ή περιορισμένων συνεργασιών είναι πλέον ξεπερασμένες από την επιτακτική ανάγκη ευρύτατων συνεργασιών. Όχι για να βρεθούν σε θέσεις εξουσίας οι ίδιοι άνθρωποι, αλλά για να βγει η χώρα από την περιδίνηση της κρίσης που τροφοδότησε η ψευδής τομή «μνημόνιο / αντιμνημόνιο».

– Ο κ.  Τσίπρας οφείλει να απαλλάξει αμέσως τη Βουλή από την δυσλειτουργία και την επιβάρυνση της προέδρου της για την οποία ο ίδιος ευθύνεται.

– Ο κ. Τσίπρας οφείλει να αποσαφηνίσει το χρονοδιάγραμμα των εξελίξεων. Η χώρα χρειάζεται σταθερότητα και συστράτευση. Όχι εκλογές, καθυστερήσεις και νέες εκκρεμότητες. Ούτε όμως μπορεί να συνεχιστεί η κατάσταση μιας κυβέρνησης μειοψηφίας που εκμεταλλεύεται αφενός μεν την υπευθυνότητα της αντιπολίτευσης, αφετέρου δε την στάση αναμονής των συγκρουόμενων εσωκομματικών πτερύγων του ΣΥΡΙΖΑ.

Η χώρα δεν χρειάζεται εκλογές. Αυτό όμως  δεν σημαίνει ούτε ότι ανεχόμαστε την αντιφατική αυτή κατάσταση, ούτε ότι φοβόμαστε τις εκλογές, ούτε ότι θεωρούμε εύλογη και θεμιτή τη συζήτηση πως ο κ. Τσίπρας χρειάζεται εκλογές απλώς για να πιστοποιηθεί ότι το κόμμα του είναι τουλάχιστον πρώτο και χωρίς τους διαφωνούντες και άρα θα έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Ποια πρωτοβουλία, για ποιες κινήσεις; Ανάλογες με αυτές που έκανε τους επτά προηγούμενους μήνες βλάπτοντας τη χώρα αρχικά ως αδιάλλακτος αντιμνημονιακός και στη συνέχεια ως επισπεύδων νεομνημονιακός; Έλεος.

Το επιχείρημα του ποιο θα είναι; Η τζάμπα ελπίδα και τα ψέμματα του προγράμματος της Θεσσαλονίκης; Ο υπαινιγμός ότι δεν ξέχασε ποτέ τη λύση της δραχμής και των μονομερών κινήσεων για  το  χρέος; Τα σπουδαία επιτεύγματα της έως τώρα κυβερνητικής του πορείας; Ο κίνδυνος που εκφράζουν οι σύντροφοί του της «Αριστερής Πλατφόρμας», οι έως πριν λίγο συνοδοιπόροι και υπουργοί του; Ή μήπως το χυδαίο ψέμμα ότι ούτως ή άλλως θα πήγαινε η χώρα σε ένα τέτοιο τρίτο μνημόνιο, οπότε καλύτερα με Τσίπρα / Καμμένο παρά με  τους «παλιούς»; Είναι λοιπόν καλύτερα με Τσίπρα / Καμμένο;  Είναι αυτοί το «νέο» που αποτρέπει το «παλιό»; Υπάρχουν κάποιοι που είναι έτοιμοι να ακούσουν τέτοια επιχειρήματα και δεν βλέπουν την αποστομωτική πραγματικότητα. Υπάρχουν ευτυχώς και αυτοί που βλέπουν ή αναβλέπουν και θα αυξάνονται.

Από πού ως πού είναι λογικό, δίκαιο, εθνικά επωφελές και κυρίως δεδομένο ότι η σημερινή ομάδα εξουσίας (όπως τη λέω: ομάδα εξουσίας χωρίς ιδεολογικά ή αξιακά, ούτε καν προγραμματικά χαρακτηριστικά) θα έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων; Το λογικό είναι να πορευτεί η χώρα με κυβέρνηση εθνικής ενότητας, με πρωθυπουργό κοινής αποδοχής και με ισχυρή εθνική ομάδα επεξεργασίας και εφαρμογής του εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης. Δεν έχει λόγο η αντιπολίτευση να φοβάται ότι λέγοντας τα αυτονόητα ως προς το τι είναι εθνικά αναγκαίο, μπορεί να κατηγορηθεί ότι θέλει συμμετοχή στην κυβέρνηση. Δεν έχουμε εμείς τουλάχιστον τέτοια επιθυμία. Η αντιπολίτευση όμως έχει ούτως ή άλλως συμμετοχή στην ευθύνη και το βάρος αναγκαζόμενη να ψηφίζει αυτό που φέρνει ο κ. Τσίπρας, ο οποίος δεν οδήγησε σε διαπραγματευτική ήττα τον εαυτό του και το κόμμα του, αλλά την Ελλάδα. Άλλωστε κυβέρνηση εθνικής ενότητας δεν σημαίνει ικανοποίηση προσωπικών φιλοδοξιών, αλλά επιστράτευση επί τη βάσει εθνικών αναγκών.

– Αν όμως ο κ. Τσίπρας για λόγους κομματικού και προσωπικού τυχοδιωκτισμού επιλέγει το σενάριο των εκλογών, πρέπει να το δηλώσει αμέσως και ευθέως. Και τουλάχιστον να δεσμευθεί: Πρώτον, ότι αυτό θα προκαλέσει τις λιγότερες δυνατές βλάβες στην οικονομία με καθαρές προεκλογικές δεσμεύσεις όλων των κομμάτων που δηλώνουν αποδοχή του ευρωπαϊκού προσανατολισμού. Και, δεύτερον,  ότι σε κάθε περίπτωση θα γίνει σεβαστό το Σύνταγμα και θα εφαρμοστεί η διαδικασία  του άρθρου 41 παρ. 4 (παραίτηση της κυβέρνησης) που είναι απολύτως υποχρεωτική τον πρώτο χρόνο μετά από εκλογές που έγιναν λόγω διάλυσης της Βουλής.

Στην περίπτωση αυτή η μόνη σοβαρή μετεκλογική λύση θα ήταν όμως και πάλι μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, δηλαδή ευρύτατης συνεργασίας των δημοκρατικών δυνάμεων που δεσμεύονται ειλικρινά στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας. Μια κυβέρνηση στην οποία πρέπει να μετέχουν και τα δυο μεγαλύτερα κόμματα και τα άλλα κόμματα του δημοκρατικού ευρωπαϊκού τόξου και πρόσωπα με ικανότητα συνεισφοράς από το χώρο της κοινωνίας και της παραγωγής. Υπάρχει κανείς που δεν βλέπει ότι διαφορετικά θα αναπαράγονται όλες οι αντιφάσεις, αμφιθυμίες και αβεβαιότητες που καθηλώνουν τη χώρα; Η σημερινή ομάδα εξουσίας θα οδηγήσει τη χώρα στην ανάκαμψη σκουπίζοντας διαρκώς τα δάκρυα της γιατί δεν μπόρεσε να πάει σε ρήξη με την Ευρώπη και ελπίζοντας να μπορέσει στο μέλλον να κάνει αυτό που δεν μπόρεσε να κάνει τώρα;

Στις εκλογές πρέπει βεβαίως να καταλογισθεί – και όχι να  συγκαλυφθεί – η τεράστια ευθύνη του τελευταίου επταμήνου. Ευθύνη ΣΥΡΙΖΑ / ΑΝΕΛ. Ευθύνη συγκεκριμένων προσώπων. Δεν προσφέρει υπηρεσία στον τόπο όποιος κρύβει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα για την οικονομία και τη χώρα είναι η συγκεκριμένη κυβέρνηση και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας. Οποίος νομίζει ότι χωρίς τον κ. Τσίπρα «πρωθυπουργό παντός καιρού» δεν μπορεί δήθεν να αποφασισθούν και να εφαρμοστούν δύσκολα μέτρα που ο ίδιος με τη στάση του κατέστησε πολύ δυσκολότερα. Η πραγματικότητα άλλωστε δείχνει ότι δύσκολα μέτρα δεν μπορούν να αποφασισθούν χωρίς τις ψήφους της σημερινής αντιπολίτευσης. Αν ο κ. Τσίπρας εξακολουθεί να δηλώνει και κυρίως να πιστεύει ότι η Ελλάδα – μετά και τα όσα συνέβησαν από τις εκλογές του Ιανουαρίου έως σήμερα  – μπορεί να πορευτεί με κυβέρνηση  ΣΥΡΙΖΑ  ή ΣΥΡΙΖΑ / ΑΝΕΛ, χωρίς υπερβάσεις και χωρίς συστρατεύσεις, δεν έχει κατανοήσει ούτε το μέγεθος του ελληνικού προβλήματος, ούτε τη ζημία που ο ίδιος προκάλεσε, ούτε τι σημαίνει εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης. Η εμμονή στο «οχυρό της κυβέρνησης» (αυτά ήταν τα λόγια του στη Βουλή), η αναγόρευση της διατήρησης της εξουσίας από την «πρώτη φορά αριστερά», σε μοναδικό και ύψιστο στρατηγικό στόχο, σημαίνει ότι τίποτα δεν άλλαξε για αυτούς.

Εμείς σηκώνουμε και πάλι το βάρος, την ώρα που ο κ. Τσίπρας και η παρέα του οργανώνουν την ιδέα του «αποφατικού μνημονίου» που είναι μνημόνιο και αντιμνημόνιο ταυτοχρόνως. Γιατί το συμφώνησαν, αλλά δεν το ήθελαν! Το πάλεψαν, αλλά ηττήθηκαν! Το ψηφίζουν, αλλά στεναχωριούνται! Αγωνίστηκαν, αλλά έχασαν γιατί τα υπολόγισαν και τα έκαναν όλα λάθος! Γιατί έπαιξαν εν ου παικτοίς με την οικονομία και τους δημοκρατικούς θεσμούς. Μας δουλεύουν απροκάλυπτα γιατί βλέπουν ότι η αστεία και παράλογη αφήγησή τους έχει ακόμη  κοινό από αδράνεια, αμηχανία ή απλώς από πεισματική επιμονή στο λάθος.

Αν αυτά δεν αποσαφηνισθούν τώρα, η χώρα θα εισέλθει σε περίοδο εσωκομματικών συγκρούσεων, μικροκομματικών τεχνασμάτων  και προσωπικών τυχοδιωκτικών ανασχεδιασμών, τη στιγμή που πρέπει να αρθεί στο ύψος της εθνικής συλλογικής ευθύνης. Τη στιγμή που πρέπει να συσπειρωθούν και να ενεργοποιηθούν όλες οι δημιουργικές δυνάμεις του τόπου. Τη στιγμή που πρέπει όλα να κινηθούν με μεγάλη ταχύτητα και απόλυτο συντονισμό.

Αν επικρατήσει και τώρα η λογική «ας ψηφίσουμε γιατί επείγει και γιατί αυτό επιβάλλει το εθνικό συμφέρον» χωρίς να τεθούν οι όροι εθνικής υπευθυνότητας, τότε θα έχουμε συμπράξει στην επικείμενη βαρειά βλάβη του εθνικού συμφέροντος λόγω αυτών που θα έχουμε αφήσει να επακολουθήσουν. Αν επικρατήσει η λογική του στενού κομματικού «πατριωτισμού» με τη ΝΔ να λέει ή να νομίζει ότι θα εκφράσει μόνη της το 39% του «ναι», το Ποτάμι να αποφεύγει κάθε επαφή με το «παλιό» θεωρώντας ως «νέο» τον κ. Τσίπρα και τους επικίνδυνους τυχοδιωκτισμούς του, και με το ΠΑΣΟΚ, αδικημένο ιστορικά και πληγωμένο λόγω της υπεύθυνης στάσης του, να κινείται αμυντικά για να οριοθετηθεί, αφήνεται η πρωτοβουλία των κινήσεων στον κ. Τσίπρα. Όχι ως φυσικό φαινόμενο, αλλά ως αποτέλεσμα φοβικής ανάγνωσης της κατάστασης.

Δεν αναφέρομαι σε εκλογική συνεργασία των τριών κομμάτων της αντιπολίτευσης, αλλά στην ανάγκη να υπάρξει συντονισμός και κοινή κοινοβουλευτική στάση στην διεκδίκηση και την επιβολή των όρων της εθνικής υπευθυνότητας, πριν διαμορφωθεί ερήμην της αντιπολίτευσης ένα σκηνικό που θα βλάψει την οικονομία και τους θεσμούς, θα οδηγήσει σύντομα σε αδιέξοδο – με ή χωρίς εκλογές – και  θα επαναφέρει δυστυχώς τα σενάρια του Grexit .

Μπορεί βεβαίως να αντιταχθεί ότι ο κ. Τσίπρας με τη πρωτοφανή έπαρσή του,  θα πει ότι δεν δέχεται καμία  συζήτηση  για  όρους εθνικής υπευθυνότητας. Θα πει πως «αν η αντιπολίτευση θέλει να ψηφίσει το δικό μου μνημόνιο, ας το πράξει, αλλιώς αναλαμβάνει αυτή την ευθύνη για το αδιέξοδο που εγώ προκάλεσα και για εκλογές που θα είναι πλέον αναγκαστικές και μάλιστα υπό συνθήκες οικονομικού πανικού».

Αν αυτός είναι ο πραγματικός κ. Τσίπρας – που αυτός είναι – ας το πει, τώρα, επίσημα, στη Βουλή.

Οι βουλευτές της δημοκρατικής αντιπολίτευσης θα ενεργήσουν με κριτήριο το εθνικό συμφέρον. Το Σύνταγμα και ο Κανονισμός της Βουλής προβλέπουν τρόπους οι οποίοι  – εδώ που έφερε η κυβέρνηση τα πράγματα  – και τα συμφέροντα της εθνικής οικονομίας προστατεύουν, αλλά και στην αντιπολίτευση δίνουν τη δυνατότητα να καταστήσει σαφή την ευθύνη του κ. Τσίπρα και της ομάδας του για το πού βρίσκεται η χώρα επτά μήνες μετά τις εκλογές και σαράντα ημέρες  μετά το δημοψήφισμα.

Ο κ. Τσίπρας θα έχει έτσι πλησιάσει τις πραγματικές ηθικές και πολιτικές του διαστάσεις, όχι ως δήθεν εθνικός ηγέτης, αλλά ως μικροπολιτικός  εκβιαστής. Και θα έχει πάρει μια πρώτη απάντηση».

 

Τα σχόλια είναι κλειστά.