Ειδησεογραφικό site

Ανδρέας Παπανδρέου: Ο χαρισματικός Ηγέτης που λείπει σήμερα – Αφιέρωμα στο «Κ»

537

Toυ Κώστα Ξυλούρη

«Τα ηγετικά του προσόντα δεν τα αρνούνται ούτε εκείνοι που αμφισβητούν το έργο του. Mε τους αγώνες του έβαλε τη σφραγίδα της δυναμικής προσωπικότητάς του σε μια μακρά περίοδο της εθνικής μας ζωής» έλεγε για τον αείμνηστο Ανδρέα Παπανδρέου ο βασικός πολιτικός του αντίπαλος Κωνσταντίνος Καραμανλής.

Σε αυτές τις λιγοστές φράσεις συμπυκνώνεται η ιστορικότητα της παρουσίας του μεγαλύτερου μεταπολεμικού ηγέτη της Ελλάδας, που κατάφερε μέσα από τον ριζοσπαστισμό της μεταδικτατορικής περιόδου και το μεταρρυθμιστικό του πνεύμα να συμφιλιώσει όχι μόνο τις δυο χαμένες Ελλάδες του εμφύλιου πολέμου, αλλά και να οικοδομήσει τη σύγχρονη Ευρωπαϊκή Ελλάδα.

Η σχέση του Ανδρέα με τον λαό ήταν αδιαμεσολάβητη, έντονα συναισθηματική, αμφίδρομη και παρέπεμπε σε άλλες εποχές. Την Τρίτη, 23 Ιουνίου, κλείνουν 19 χρόνια από τη μεγάλη απώλεια του Εθνικού Ηγέτη και όλοι νοσταλγούν εκείνες τις ηρωικές για τον λαό και τη χώρα εποχές, όπου ο «Ανδρέας μας» –έτσι τον προσφωνούσαν όλοι, γιατί τον ένιωθαν τον δικό τους άνθρωπο– χάραζε δημιουργικούς αγωνιστικούς δρόμους με όραμα για την πατρίδα, για εθνική κυριαρχία, για εθνική ανεξαρτησία και κοινωνική δικαιοσύνη.

«ΠΙΕΣΤΗΚΕ» ΝΑ ΠΟΛΙΤΕΥΘΕΙ

Ο Ανδρέας Παπανδρέου εισέβαλε στην πολιτική σκηνή ως ριζοσπάστης μεταρρυθμιστής και πέτυχε να αλλάξει το πρόσωπο της Ελλάδας. Όταν καθίσει ο κουρνιαχτός της κρίσης, όλοι θα αποδεχτούμε ότι το ΠΑΣΟΚ, το πολιτικό τέκνο του Ανδρέα, άφησε ένα στοιχειώδες κοινωνικό κράτος, διασφάλισε μετά τη δικτατορία την απόλυτη ισονομία καταργώντας πολύχρονες διακρίσεις, εξασφάλισε τα δημοκρατική λειτουργία των θεσμών και στήριξε πράγματι τους μη προνομιούχους Έλληνες. Έδωσε ρόλο και λόγο στην άλλη μισή Ελλάδα, που η Δεξιά είχε καταδικάσει στο περιθώριο.

Η μετάβασή του με το πλοίο της γραμμής στην Αμερική, σε ηλικία μόλις είκοσι ετών, οι σπουδές του στο Χάρβαρντ, η πανεπιστημιακή ενασχόληση με τις οικονομικές επιστήμες, για τις οποίες έλαβε διδακτορικό μόλις σε ηλικία 24 ετών, όπως και η ακαδημαϊκή καριέρα, έδωσαν την επιστημονική, ιδεολογική και πολιτική συγκρότηση για τη μετέπειτα πορεία.

Νεαρός μαθητής εντάχθηκε στις γραμμές του τροτσκιστικού κινήματος και διαπνεόταν από τη μαρξιστική θεωρία. Υποστήριζε τις θέσεις και τις ιδέες του Τρότσκι για τη δημοκρατία και τον σοσιαλισμό σε αντίθεση με τον σταλινισμό της τότε παραδοσιακής Αριστεράς. Η βιωματική σχέση του με την πολιτική προέρχεται από την προσωπική σχέση με τον πατέρα του, τον Γέρο της Δημοκρατίας. Ο Γεώργιος Παπανδρέου τον πίεσε να ασχοληθεί με την πολιτική, σε αντίθεση με τον ίδιο που ποτέ δεν πίεσε τα παιδιά του να εισέλθουν στον στίβο της πολιτικής. Ατέλειωτες ώρες πατέρας και γιος, Γεώργιος και Ανδρέας Παπανδρέου, συζητούσαν στο Καστρί για τον μαρξισμό, τη δημοκρατία, την πολιτική, τις μεγάλες προσωπικότητες που ξεχώριζαν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ

Ο πατέρας του, ως πρωθυπουργός, αποτέλεσε το αίτιο και την αφορμή για την πολιτική εκτόξευσή του στα μέσα της δεκαετίας του ’60 με την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ. Όπως ο ίδιος αποκαλύπτει, οι αντίπαλοί του με την εμπλοκή του ονόματός του στην υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ τον έκαναν να αντρωθεί πολιτικά και τον ανέβασαν στα ύψη. Ωστόσο το μικρόβιο της πολιτικής τον είχε κυριεύσει από φοιτητή, αφού, όπως ο ίδιος διηγήθηκε στον Θανάση Λάλα, αναχωρώντας από το λιμάνι του Πειραιά για την Αμερική, είχε δώσει την υπόσχεση στον εαυτό του ότι σύντομα θα γυρνούσε πίσω στην πατρίδα για να είναι μαζί με την οικογένειά του και να προσφέρει στη δημιουργική προσπάθεια για τη χώρα.

Η χούντα, μετά την περιπέτεια της σύλληψής του, ξημερώματα 21ης Απριλίου 1967, τον εξορίζει ανά την υφήλιο και ιδρύει μαζί με άλλους συντρόφους το ΠΑΚ, πρόπλασμα του ιστορικού ΠΑΣΟΚ. Η στόφα του ηγέτη αποδεικνύεται μετά την πτώση της χούντας, όταν όλοι οι κεντρώοι πολιτικοί φίλοι του τον προτρέπουν να επανιδρύσει την Ένωση Κέντρου και ο οραματιστής Ανδρέας επιλέγει να ξεκινήσει με πίστη το μεγάλο ταξίδι της Αλλαγής. Την 3η του Σεπτέμβρη του 1974 ιδρύει το ΠΑΣΟΚ, το Κίνημα που θα κυριαρχούσε στη χώρα τουλάχιστον 40 χρόνια.

ΑΓΑΠΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΧΤΥΠΗΘΗΚΕ

Ενσάρκωσε με τον πιο αυθεντικό τρόπο τη δικαίωση τριών γενιών μέσα από το σύνθημα για τους μη προνομιούχους. Η αφήγησή του αφορούσε τη γενιά της Εθνικής Αντίστασης αναγνωρίζοντας την προσφορά της στην πατρίδα, τη γενιά του Ανενδότου και τη γενιά του Πολυτεχνείου.

Η όλη πορεία του Ανδρέα, που χαρακτηριζόταν από την ψυχική του τόλμη, αποδείχτηκε αριστερή και πιο συνεπής στα προστάγματα της ευρύτερης σοσιαλδημοκρατικής Αριστεράς από ό,τι η κομμουνιστογενής. Είναι ο δημιουργός και ιδρυτής της Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα, η οποία ακόμη και σήμερα παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο, αν και αναζητεί τον δρόμο της μετά την περιπέτεια των μνημονίων.

Αγαπήθηκε με πάθος, αλλά και πολεμήθηκε με δόλια μέσα, ακόμη και με χτυπήματα κάτω από τη ζώνη, όπως την περίοδο της αρρώστιας του. Ο κορυφαίος αντίπαλός του Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, για να τον καταβάλει, τον οδήγησε στο Ειδικό Δικαστήριο σε συνεργασία με τον τότε Συνασπισμό του Χ. Φλωράκη και του Λ. Κύρκου. Ο ίδιος, όπως αποκαλύπτει, ουδέποτε χτύπησε τους αντιπάλους του κάτω από τη ζώνη και με μεγαλοψυχία ξεπέρασε στερεότυπα και συμβατικότητες, βάζοντας πάνω από όλα την πατρίδα, τις αρχές και τις αξίες για μια κοινωνική δικαιοσύνη.

ΠΟΛΕΜΗΘΗΚΕ ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ

Αυτή η σχέση του Ηγέτη με την Αριστερά ήταν σχέση έρωτα και μίσους. Πολιτικού έρωτα από την πλευρά των απλών αριστερών που είχαν δώσει το αίμα τους στους αγώνες κατά των κατακτητών και του δεξιού παρακράτους και μίσους από την πλευρά της ηγεσίας του ΚΚΕ, η οποία δεν μπορούσε να αντιληφθεί τη βιωματική σχέση ενός Ηγέτη με τον λαό. Οι αντίπαλοί του είχαν προβλέψει τρεις φορές τον πολιτικό του θάνατο. Την πρώτη το 1965 με την παραίτησή του από την κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου, το 1974 με το 13% στις εκλογές και το 1987, όταν η λαϊκή απήχησή του άγγιζε το ναδίρ. Αποδείχτηκε ότι ο Ανδρέας της καρδιάς μας παραμένει αθάνατος και έχει σημαδέψει ανεξίτηλα τη μεταπολεμική Ελλάδα του 20ού αιώνα.

Ο Ελληνοαμερικανός ιστορικός Σπύρος Δραΐνας, ο οποίος επεξεργάζεται εδώ και χρόνια τη βιογραφία του Ανδρέα, σημειώνει στην εφημερίδα «Το Βήμα» ότι «πολλοί στο πρόσωπό του αναζητούν τον αποδιοπομπαίο τράγο της κρίσης» και του προσάπτουν τις ευθύνες για τη δημιουργία ενός πελατειακού κράτους. «Θα το πω αλλιώς: εκσυγχρόνισε και εκδημοκράτισε ένα κράτος που πέρασε μοιραία από τις προσωπικού χαρακτήρα εκδουλεύσεις στις συλλογικού χαρακτήρα πολιτικές συναλλαγές» αναφέρει ο συγγραφέας. Υποστηρίζει ότι το 1987 «ο Ανδρέας άρχισε να καταλαβαίνει ότι δεν μπορούσε να προχωρήσει στις ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που επεξεργαζόταν».

Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ

Ευγενικός, ανθρώπινος, αυθόρμητος, ετοιμόλογος, εξέπεμπε μια μαγευτική ενέργεια που γοήτευε τους πάντες. Είτε από το μπαλκόνι των συγκεντρώσεων είτε στην καθημερινή επαφή με τους απλούς πολίτες σε παρέες και σε ταβέρνες. Ο μποέμ τύπος, ο χαρισματικός Ανδρέας, καπνίζοντας αρειμανίως, με ένα ζιβάγκο κι ένα πέτσινο σακάκι, εμφανίστηκε στο προσκήνιο και σηματοδότησε σε ανύποπτο χρόνο τη δημιουργική συνάντηση της πολιτικής με το θέαμα.

Γλεντούσε με συναίσθημα, με χιούμορ και μεράκι και παθιαζόταν όταν άκουγε το αγαπημένο του ζεϊμπέκικο, που ήταν το «Αητός χωρίς φτερά» και το οποίο χόρευε στο «Περιβόλι του Ουρανού», στην Πλάκα. Μεταξύ στενών φίλων, η επιλογή ήταν πιο σκληρή, αφού ζητούσε κομμάτια της Ρίτας Σακελλαρίου, με κορυφαίο το «Αυτός ο άνθρωπος, αυτός». Ερωτεύτηκε και τον ερωτεύτηκαν με πάθος έως το τέλος και δεν φρόντισε ιδιοτελώς, όπως έκαναν άλλοι πολιτικοί, την υστεροφημία του. Τόλμησε και προκάλεσε τη μοίρα του, γι’ αυτό και στο τέλος από όλες τις μάχες έβγαινε νικητής. Η μόνη παρακαταθήκη που άφησε στα παιδιά του ήταν το όνομά του.

Ο ΠΡΟΦΗΤΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

Δεν αρκεί ο χαρισματικός ηγέτης να έχει τη συναισθηματική επαφή με τον λαό, χρειάζεται πολιτική ενόραση και στρατηγικό νου για να διατηρηθεί διαχρονικά στις καρδιές των πολιτών και να καθοδηγήσει ένα Κίνημα. Ένας τέτοιος ηγέτης ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, που από τη δεκαετία του ’80 είχε αναφερθεί προφητικά και είχε κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για τη χώρα.

Από το 1987, σε άρθρο του, που δημοσιεύτηκε το 1987 στο αμερικανικό περιοδικό «New Perspectives Quaterly» (NPQ), είχε προειδοποιήσει: «Ο Κέινς ανέπτυξε τη θεωρία της “ενεργού ζήτησης”… μέσα στα εθνικά σύνορα… Ο διεθνής καταμερισμός της εργασίας σήμερα τα άλλαξε όλα. Αν τονώσουμε την καταναλωτική δύναμη εδώ στην Ελλάδα, δημιουργούμε θέσεις εργασίας στην Ιταλία και τη Γερμανία… Οι καταναλωτές μας αγοράζουν ιταλικά παπούτσια ή τα καλύτερα γερμανικά αυτοκίνητα και δημιουργούν πρόβλημα στο ελληνικό ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών. Σήμερα ένας οπαδός του Κέινς θα είχε οδηγήσει την Ελλάδα στην πτώχευση μέσα σε δύο χρόνια!»

Και πρόσθετε προφητικά ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ: «Εάν η Ελλάδα θέλει ένα κράτος πρόνοιας με υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση και ασφαλείς συντάξεις, πρέπει ταυτόχρονα να έχουμε υπόψη μας τη μάχη για την αύξηση της παραγωγικότητας», ενώ στηλίτευε τον διογκωμένο δημόσιο τομέα.

Είχε όμως την ικανότητα μέσα σε λίγες λέξεις να εκλαϊκεύει πολιτικά το οικονομικό πρόβλημα της χώρας, αφού είναι ο πρώτος που στις αρχές της δεκαετίας του ’90 είπε: «Ή το Έθνος θα αφανίσει το χρέος ή το χρέος θα αφανίσει το Έθνος».

Ήταν ο μοναδικός Έλληνας Ηγέτης που διέθετε έναν πολιτικό κοσμοπολιτισμό, αφού έβλεπε τη θέση της χώρας στη διεθνή σκακιέρα και δη την ευρωπαϊκή. Τα λόγια του μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και τη Σύνοδο Κορυφής στις Κάννες προέβλεπε τα μελλούμενα.

Μετά τη Σύνοδο των Καννών, είκοσι χρόνια πριν, ο καταβεβλημένος για λόγους υγείας Ανδρέας δηλώνει: ««Βρίσκω ότι πάμε σ’ ένα είδος συρρίκνωσης της εθνικής δύναμης αλλά όχι στον βωμό μιας συλλογικής δημοκρατικής διαδικασίας… Σας λέγω όμως ότι εδώ… υπάρχει σαφές σχέδιο για τη μηδενοποίηση των εθνικών κυβερνήσεων οι οποίες δεν θα μπορούν να παίξουν δημοκρατικά αποτελεσματικό ρόλο, αλλά θα υπόκεινται στις κατευθύνσεις που μας δίνει το διευθυντήριο».

Στη Βουλή, το 1992, με αφορμή την κύρωση της Συνθήκης του Μάαστριχτ, προέβλεψε τα δεινά της χώρας, αλλά και το ατελές του οικοδομήματος της νομισματικής ένωσης και της δημιουργίας του ευρώ: «Παραμένει, βέβαια, πάντα το ερώτημα, σε όλη αυτή την πορεία, εάν πορευόμαστε προς μια ευρωπαϊκή Γερμανία ή προς μια γερμανική Ευρώπη. Στα πλαίσια της ΕΟΚ σοβεί πάντα η σύγκρουση βορρά και νότου… Εάν δεν υπάρξουν κάποια μέτρα, κάποιες παρεμβάσεις, θα οξύνει τις αποστάσεις ανάμεσα στις πλούσιες και τις φτωχές περιφέρειες. Το Μάαστριχτ, αυτή η συνθήκη, απλώς αποτελεί για μας ένα εισιτήριο σε έναν δύσκολο και άνισο αγώνα. Ο αγώνας είναι άνισος, γιατί στην εκκίνηση είμαστε οι τελευταίοι…»

Και αυτό που ταιριάζει απόλυτα στο σήμερα, αν και έχει ειπωθεί, σε συνέντευξή του στον Θανάση Λάλα, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, αφορούσε την ανάγκη μιας εθνικής συστράτευσης όλων των δημιουργικών δυνάμεων του τόπου, των καλλιτεχνών, των ανθρώπων του πνεύματος, προκειμένου η χώρα να έχει μέλλον στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπογράμμισε την αναγκαιότητα υποχωρήσεων και συμβιβασμών και ανοχών μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων για την επίτευξη του τελικού στόχου, ειδάλλως, όπως προειδοποιούσε, η Ελλάδα θα γίνει τριτοκοσμική χώρα.

Η ειρωνεία της ζωής είναι ότι για τον Ηγέτη αυτής τη χώρας ούτε ο ίδιος ούτε και οι επίγονοί του φρόντισαν να υπάρχει ένα μνημείο αντάξιο της προσφοράς του. Ακόμη και ο τάφος του στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών παραμένει λιτός και ορισμένες φορές παραμελημένος. Ίσως γιατί η μοίρα των Μεγάλων είναι στη ζωή και στον θάνατο να βιώνουν την απόλυτη μοναξιά του ενός και μοναδικού Ηγέτη, οραματιστή που πέτυχε να ζει στις καρδιές μας για πάντα.

Τα σχόλια είναι κλειστά.